United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Χριστός έσυρε τον λαόν κατόπιν Του με την χρυσήν άλυσιν της ουρανίου ευγλωττίας Του·. Αυτοί οι παίδες του Ναού, εν τη αθώα αγαλλιάσει των, εξηκολούθουν να κράζουν τα χαρμόσυνα Ωσαννά μεθ' ων Τον είχον υποδεχθή. Οι Αρχιερείς και Γραμματείς και Φαρισαίοι και οι άρχοντες του λαού έβλεπον και ηπόρουν και εφρύαττον και εχάνοντο.

Αλλ' αι ερυθραί εκείναι λάμψεις εχάνοντο διαρκώς ως εκ του ύψους της οροφής επί της οποίας καρφία χρυσά έλαμπον ως τα άστρα την νύκτα ανά μέσον των κλώνων. Από το άνοιγμα ενός μεγάλου παραθύρου διεκρίνοντο λαμπάδες επί των δωμάτων των οικιών διότι ο Αντίπας συνεώρταζε με τους φίλους του, με τον λαόν του και με όλους τους προύχοντας.

Ήτο η γραία, η μήτηρ της λεχώνας έξαλλος, τραβούσα τα μαλλιά της, είχε τρέξει έξω της καλύβης, κ' εφώναζε·Πιάστε την! . . . Πιάστε την! Μας έκαμε φονικό! Η Φραγκογιαννού έτρεχεν, έτρεχεν. Ήλπιζε να χωθή το ταχύτερον εις το δάσος, όπου, και αν τυχόν έτρεχον κατόπιν της, τα ίχνη της τάχιστα θα εχάνοντο.

Το πλέον αγαπητόν πλάσμα να έχω εις τους βραχίονας και να περιστρέφωμαι μαζί της ως αστραπή, ώστε τα πάντα περί εμέ εχάνοντο καιΓουλιέλμε, διά να είμαι ειλικρινής, ωρκίσθην μ' όλα ταύτα, ότι μία κόρη, την οποίαν θα ηγάπων, επί της οποίας θα είχον αξιώσεις, δεν θα εχόρευε ποτέ με άλλον παρά με εμέ, έστω και μέχρις εξαντλήοεως. Με εννοείς!

Ο Ανθύπατος εκάθητο προς τα αριστερά, ο Αΰλος εις τα δεξιά και ο Τετράρχης εις το μέσον. Ο Ηρώδης εφόρει μέλαινα βαρύν μανδύαν αι παρυφαί του οποίου εχάνοντο υπό τα χρωματιστά κεντήματα. Εις τα μήλα των παρειών του είχε ψιμμύθιον, το γένειον του είχε το σχήμα ριπιδίου εις δε την κόμην του την οποίαν έσφιγγε διάδημα αδαμαντοκόλλητον είχε ρίψη κυανήν κόνιν.

Παρά τους πρόποδας αυτών διεσπαρμένα εδώ κ' εκεί τα φώτα των πόλεων και των χωρίων, ότε μεν εχάνοντο, ως εκ της κινήσεως του ατμοπλοίου, όπισθεν παρεμπροσθούντος τινος κωλύματος, ότε δ' ανεφαίνοντο πάλιν, όμοια προς μεγάλας πυγολαμπίδας, αίτινες επέτων σιωπηλώς και βραδέως παρά τας σκοτεινάς ακτάς της θαλάσσης.

Αλλ' όχι• δεν απεμακρύνοντο• ελοξοδρόμουν απέναντι της Χίου. Τα δε μικρά πλοιάρια, φεύγοντα προς τα δεξιά μας, εχάνοντο το έν μετά το άλλο όπισθεν της τελευταίας άκρας της νήσου. Δεν ήτο δύσκολον να εννοήσωμεν τι συνέβαινεν. Ο Τουρκικός στόλος κατήρχετο ισχυρός, οι δ' επαναστάται ανεχώρουν. Αλλ' οι Χίοι τι έμελλον ν' απογίνωσιν;

Μόνη η τάξις των νυκτοκλεπτών, των λωποδυτών και αλητών ήτο ευχαριστημένη· οι άλλοι, όσοι είχον προσφιλείς υπάρξεις, εκείνοι, των οποίων η περιουσία είχε καταστραφή, δεν εκολακεύθησαν, ούτε εκ της διανομής του σίτου, ούτε εκ της προσδοκίας αγώνων και γενναιοδωριών. Πλησίον της Μυγιανής Πύλης εγίνοντο συμπλοκαί, όπου εχάνοντο κατά εκατοντάδας οι άνθρωποι.

Γιατί δεν εφωτίζετο της Βέρας μου το δώμα; πώς της γλυκείας μου φωνής δεν ήκουε τους ήχους; ίσως κοιμάται, έλεγα, 'στο απαλό της στρώμα, κι' εκτύπων οι οδόντες μου εξ έρωτος και ψύχους. Και έψαλλαν και έψαλλαν τα χείλη μου τα κρύα, κι' εχάνοντο εις το κενόν οι φλογεροί μου πόθοι, ως ότου πια του τραγουδιού η τόση αρμονία εκόλλησε 'στο στόμα μου και απεκρυσταλλώθη.

Ο ήλιος είχε δύσει και ολίγον κατ' ολίγον εχάνοντο όλα τα πέριξ εις μίαν μαυρίλαν φοβεράν, ην φοβερωτέραν καθίστα η ερημία, διακοπτομένη μόνον υπό της σκαιάς των ποιμένων φωνής, ως ρεύμα αέρος οξύ προσπιπτούσης εις τα ώτα, και υπό της βοής του θραυομένου επί της ακτής κάτω κύματος, εις παρατεταμένον αφρόν ξεθυμαίνοντος, λαιμάργως απορροφώμενον υπό της χονδρής άμμου.