United States or Côte d'Ivoire ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ομοίως και εκείνοι εθαύμαζον πώς εφυλάχθην υγιής, ευθύς μου έδωσαν και έφαγα και έπια αρκετά· μου εχάρισεν ο καραβοκύρης και τα αναγκαία φορέματα, και εγώ διά ανταμοιβήν του εχάρισα μερικά πολύτιμα μαργαριτάρια και μίαν σπυρίδα γεμάτην μοσχοκάρυδα, τα οποία τα εδέχθη με μεγάλην χαράν και με ευχαρίστησε κατά πολλά, δείχνοντάς τον εαυτόν μου υπόχρεον παντοτεινά.

— Α! διαβουλουκούλουκα! εμούγκριξε ο λοχίας λυσσασμένος τόρα, παίζοντας μανιακός το φοβερό λεπίδι στον αέρα ξεμανίκωτο. Και ολοένα αγριεμένος περισσότερο, ξανάειπε, δείχνοντας με το δάχτυλο το δωμάτιο αγνάντια στο σωρό που βρέθη το μαχαίρι·Μέσα του Τρίου ! Μέσα την Παναγιά σας!..

Ο Έφις σηκώθηκε και δεν θέλησε να ξανακαθίσει. « Πρέπει να πηγαίνω», είπε δείχνοντας προς τα έξω, σαν κάποιον που έχει να κάνει δρόμο, να πάει μακριά. «Έχεις τόση δουλειά ή μήπως θα πας σε κανένα πανηγύρι;» Η ειρωνεία του ντον Πρέντου δεν τον κέντριζε πια. Η αναφορά όμως στο πανηγύρι τον συντάραξε. «Ναι, πρέπει να πάω στο πανηγύρι των Αγίων Κοσμά και Δαμιανού.» «Λοιπόν, θα πας.

Εκεί με εξεπέζευσεν από του Ελέφαντος και δείχνοντάς μου ένα υψηλόν δένδρον, μου είπεν· ανάβα εις αυτό το δένδρον υψηλά, και φύλαξε αυτού έως που να περάσουν οι Ελέφαντες, και ρίξον τότε με το δοξάριον σου, και αν σκοτώσης κανένα, δράμε ογλήγορα εις την πολιτείαν να μου δώσης την είδησιν.

Μια τουφεκιά ξανάμακρα από τη ράχη που βλέπεις κεικάτω· είπ' ο Γέρο-Σειστής, δείχνοντας με της βίτσας του την άκρη μιαν από τις προσηλιακές γυμνόραχες του Πενταδάχτυλου, όπου άρχιζε να ξεδιπλώνεται κήπος μαγικός της Σπάρτης ο καταπράσινος κάμπος. Τη μια φορά στο ρέμα της σπηλιάς το νερό μαζί με τους αφρούς, έλεγαν, εκύλησε κάτω νωπά αγριολούλουδα. Άλλοτε εξέβρασε ολόλεφκα κόκαλα, ξασπρισμένα.

Ως τόσον άρχισαν να ανάπτουν από το πιοτόν, και ο βασιλεύς με την Κυρά ωμιλούσαν διάφορα λόγια ηδονικά· η δε Κυρά δείχνοντας του πως ήτον τρυφερή προς αυτόν, του ωμίλησε με τούτον τον τρόπον.

Ο βασιλεύς μάλιστα την επαρακίνησεν, έχοντας μεγάλην επιθυμίαν εις τοιαύτας περιέργους ιστορίας, δείχνοντας υπερβολικήν ευχαρίστησιν εις όσα του διηγείτο, διότι είχε μίαν φυσικήν χάριν η Χαλιμά να τα διηγήται με γλαφυρότητα και έμφασιν· όθεν εχαροποιούσαν πολύ τον βασιλέα και τα λόγια της και η ευμορφιά της μάλιστα. Και άρχισεν ούτω.

Εγώ της επλήρωσα με προθυμίαν την περιέργειάν της μα οπόταν της είπα πως έχω να μισεύσω την αύριον διά την πατρίδα μου, αυτή με αντέκοψε δείχνοντας πως δεν έχει ευχαρίστησιν εις τούτο.

Και μόλις είδαν όλοι το βυζανιάρικο Ηρακλή να σφίγγη με τα χέρια τους δράκοντας, ανάκραξαν χτυπώντας τις παλάμες. Κ' εκείνος, στον πατέρα του δείχνοντας τα δυο φίδια σπαρτάριζεν από χαρά σηκώνοντάς τα απάνω, κ' ύστερα γέλασε κ' εμπρός στα πόδια του πατέρα ταπόθεσε τα δυο θεριά ψόφια και καρωμένα.

Στο δρόμο, μόλις έφθασα στου Λύκωνα το σπίτι, μαζί με τον Ευδάμνιππο είδα το Δέλφι εμπρός μου· ξανθότερ' από ελίχρυσο είχαν κ' οι δυο τα γένεια κ' εγυάλιζαν τα στήθια των πειότερ' απ' τη Σελήνη, δείχνοντας πως εγύριζαν μόλις απ' την παλαίστρα. Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.