United States or Vietnam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ουδέν ευαρεστότερον ουδέ ηδυπαθέστερον της μετακομίσεως δι' ερρύθμως κινουμένου και αρμονικώς έρποντος φορείου, καθ' ον χρόνον ο αστερισμός του Σειρίου, ως λέγει ο θείος Όμηρος, «φέρει πολλόν πυρετόν δειλοίσι βροτοίσιν»· τότε λικνιζόμενός τις υπό του αρμονικού τούτου ρόχθου, ριπιζόμενος υπό της διαπνεούσης αύρας, ουδέν ηδυπαθέστερον του να μετακομίζηται ούτως εις δροσερόν αιγιαλόν, όπου το ευρύ του ορίζοντος, το κυανούν της θαλάσσης και το προκλητικόν της ξένης αηδόνος προσδοκώσι τους απλήστους οφθαλμούς και τας ακορέστους ακοάς, χωρίς μηδεμία τύρβη μηδέ μέριμνα ναντιπερισπά τα αισθητήρια του ψυχαγωγουμένου, χωρίς μηδ' αυτή η σεπτή ανάμνησις της παραχρήμα οιχομένης γενεάς να παρενοχλή την φαντασίαν, μήτε οι τύμβοι των ηρώων ναναπέμπωσι μυστηριώδες παράπονον, μήτε τα αίματα των μαρτύρων να βοώσι.

Επροκήρυξε δε και αμοιβάς εις όλους όσοι ήθελαν διαμείνει εις τας θέσεις των· κατεσκεύασε και τάφρον από το πηγάδι έως εις τον αιγιαλόν δι' οχύρωσιν και ασφάλειαν του στρατοπέδου· εν γένει δε επροσπάθησε μ' όλους τους δυνατούς τρόπους να διατηρήση το στρατόπεδον. Όλα όμως ταύτα δεν έκαμαν άλλο αποτέλεσμα ειμή ν' αναβάλωσι μόνον προς ώραν την διάλυσίν του.

Προς τα άκρα της δε εστεφανούτο υπό βράχου κωνοειδούς, επί του οποίου διεκρίνοντο εισέτι, φωτιζόμενοι υπό της δείλης, οι τοίχοι των οικιών των απαρτιζουσών το Κάστρον, την πρωτεύουσαν της νήσου. Κάτωθι του Κάστρου, εις τον αιγιαλόν, δύο τρεις ταπειναί οικοδομαί απετέλουν την Σκάλαν, το επίνειον της νήσου.

Και μίαν ημέραν που εσεργιάνιζα εις τον αιγιαλόν βλέπω έναν άνθρωπον να με κυττάζη τον οποίον εκύτταξα και εγώ· και αφού τον αθεώρησα καταλεπτώς εγνώρισα που ήτον Αμπίπτης, ο κόνσουλας του πατρός μου από το Σερενδίβ, και ύστερον που αγγαλιασθήκαμεν πολλές φορές.

Και οι επί τα τείχη και προ των τειχών ετέθησαν εις παράταξιν προς αντίκρουσιν των από του Ολυμπιείου και των έξω μετά ταχύτητος προχωρούντων πολλών ιππέων και ακοντιστών· άλλοι τέλος εισήρχοντο εις τα πλοία και συγχρόνως έτρεχαν προς τον αιγιαλόν. Μετά το πέρας της επιβιβάσεως ανήχθησαν με εβδομήκοντα πέντε πλοία, ενώ οι Συρακούσιοι είχαν ογδοήκοντα.

Έκυψεν εις το ους ενός των συντρόφων του, του Αναστάση τον Ζιζυφού, και του εψιθύρισε μερικά λόγια με πολλάς χειρονομίας, δεικνύων διά συρτού κ' επιμόνου κινήματος της παλάμης ίσα-πέρα τον αιγιαλόν, και ηκούσθησαν αρκετά ευκρινώς απ' το στόμα του ολίγαι λέξεις: «καλύβα, πέρα εκεί, σπηλιά, . . . κλειδαριά, σιδερόπορτα . . . Να φυλάτε, κ' εμείς θάρθουμε με της βάρκες το βράδυ, σαν πέσ' ο αέρας».

Διό παραπέμποντες τους ορεγομένους τοιούτων προς τιμωρίαν των εις τας γαλακτώδεις περιγραφάς του Κου Π. Σούτσου, εν αις ουδ' η ελαχίστη ποιητική πνοή ταράσσει τον σιγαλόν αιγιαλόν, γελώντα γάλα όλον,

Μόλις επάτησεν εις τα άγια χώματα, ο ορεινός απεμακρύνθη ολίγα βήματα, και στραφείς κατά τον αιγιαλόν, εστάθη μεταξύ ενός βράχου κ' ενός θάμνου, και προσβλέψας βλοσυρώς προς τον μπάρμπ’-Αλέξην, όστις απεμακρύνετο σιωπηλός από της ακτής, επρότεινε και τους δύο γρόνθους την φοράν ταύτην, σείων απειλητικώς την κεφαλήν και κράζων·Αχ! καραβά! Αχ! βρε καραβά! Αχ! μωρέ καραβά!

Εις νέαν καμπήν της ατραπού η κατάβασις έγεινεν αποτομωτέρα και ο Μίρτος μου έδειξε κάτω, παρά τον αιγιαλόν, μικρόν ερημοκκλήσιον λευκάζον αναμέσον των δένδρων, μου ανήγγειλε δε ότι υπό την σκιάν των δένδρων εκείνων θα εύρωμεν πηγήν δροσεράν. Άγγελμα ευφρόσυνον και χαροποιόν! Εδίψων φοβερά!

Καταπράσινοι αμπελώνες απόκρυφοι και πολυάριθμοι ανεμόμυλοι καταφανείς ένθεν και ένθεν της κώμης, συσσωρευμένης παρά τον αλίμενον αιγιαλόν. Μικρά καϊκάκια την συντροφεύουν αρόδο ιστάμενα. Έμπροσθέν της εκτείνεται του Ελλησπόντου η μεγαλοπρεπής είσοδος με το Σιτίλ Μπαχάρ το παμπάλαιον φρούριον.