Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Ερύθημα ήτο χυμένον εις το συνήθως λευκόν και ψυχρόν πρόσωπόν της, ίσως διότι είχεν εξομολογηθή εις τον πνευματικόν την κρυφίαν συγκίνησιν, την οποίαν έδιδεν εις την καρδίαν της ο Σμυρνιός· το ερύθημα δ' εκείνο την εκάλλυνε περισσότερον από το κρινολίνον και το χρυσοποίκιλτον κοντογούνι.
Και τα κατσαρά, τα οποία εκόσμουν το ηδυπαθές μέτωπόν της, ήσαν φυσικά και όχι επίπλαστα. Η λάμψις των βαθέων και μαύρων οφθαλμών της έκαιεν αμαυρά, υπό τας καμαρωτάς οφρύς, και τα πορφυρά χείλη της ερρόδιζον επί της ωχράς και διαυγούς χροιάς των παρειών της, αίτινες έβαπτον το μ' ελαφρόν ερύθημα εις τον παραμικρόν κόπον ή εις την ελαχίστην συγκίνησιν.
Ο Μανώλης είχεν ήδη εννοήσει αρκετά, ως εφανέρωσε το ερύθημα του προσώπου του, αλλ' όταν ήκουσε και την τελευταίαν εξήγησιν, εις τοιαύτην αμηχανίαν τον έφερεν η χαρά και η εντροπή, ώστε απώθησε την μητέρα του λέγων: — Δε θέλω παντριγιές κιάφησέ με, ναι! Αλλ' ενώ ήθελε να φανή θυμωμένος, προδότης γέλως έλαμπεν εις το πρόσωπόν του. — Δε θέλεις λέει; ανεφώνησε γελών ο Σαϊτονικολής.
Το άνθος ηρυθρίασεν εκ νέου και προσεπάθει να συγκρατήση αυτόν. Και έρως να συγκρατηθή προσεπάθει. Αλλ' απεσπάσθη και έφυγε, αφήσας μόνον έν δάκρυ επί των ερυθρών του άνθους πετάλων, το οποίον παρέσυρε το ερύθημα και εκυλίσθη μετ' αυτού εις την γην. Πλησιάζω και λαμβάνω το πρώτον δάκρυ, και λαμβάνω και το έσχατον.
Κατά τα άλλα δε όταν θελήσης να μάθης πώς είσαι, όταν θα είνε γαλήνη ανέβα εις μίαν πέτραν και κύτταξε τον εαυτόν σου εις το νερόν και θα ιδής ότι είσαι μόνον λευκόν χρώμα και τίποτε άλλο• αλλά το λευκόν δεν αρέσει παρά μόνον εάν το στολίζη και το ερύθημα.
Μή τοι δεν εγίνετο χάριν ημών ο πάταγος όλος εκείνος; Ερύθημα χαράς και συγκινήσεως επορφύρωσε τας παρειάς μου, όμοιον προς το ερωτότροπον εκείνο ερύθημα, το βάπτον τας παρειάς δειλής κορασίδος, ήτις βλέπει συνωθουμένους περί εαυτήν σμήνος όλον χορευτών, και αγνοεί έτι τις πρώτος θέλει παρασύρει αυτήν εις τον μεθυστικόν στρόβιλον του χορού.
Εις ποίον άλλον λόγον ν' αποδώση κανείς αυτό το ερύθημα, την παράδοξον λάμψιν του συμπαθητικού βλέμματός της, το εξαιρετικόν ταραχώδες ανεβοκατέβασμα του κόλπου τούτου, το δυνατόν σφίξιμον του τρέμοντος χεριού της, το οποίον, ενώ ο Μεντόνι επιστρέφει εις το ανάκτορον, συναντά κατά τύχην το χέρι του ξένου;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν