United States or Slovakia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις την αυτήν αμηχανίαν ευρέθη και ο ποιητής του Δ ο ν Ζ ο υ ά ν, ότε μετά μακράν καταδίωξιν η χειρ του ήρωός του ανεπαύθη τέλος πάντων επί του γυμνού στήθους της τρίτης ή τετάρτης ηρωίδος του, ως η κιβωτός επί του όρους Αραράτ.

Επλησίασε προς τον γέροντα και προς την σύζυγόν του χωρίς ουδεμίαν να εκφράση απορίαν διά την έλευσίν της. Αμφότεροι εκείνοι δεν εκινήθησαν προς προϋπάντησίν του. Τον επερίμενον να έλθη. Δεν απηύθυναν ερώτησιν προς αυτόν. Επερίμενον να ομιλήση. — Ανεπαύθη, είπεν ο ιερεύς. Ο Γεροθανάσης και η παππαδιά έκαμαν εν σιωπή τον σταυρόν των. — Αύριον το πρωί θα έλθωμεν να τον θάψωμεν, εξηκολούθησεν.

Μόλις ανεπαύθη την νύκτα η φιλόπονος αύτη οικογένεια από του κόπου του διημέρου εκείνου ταξειδίου, και ητοιμάζετο λίαν πρωί να μεταβή εις Κεχρεάν, εις το μακρινόν εκείνο κτήμα της, όπου κατά τας δύο ημέρας της απουσίας ουδείς μετέβη και όπου υπήρχον αι χλοερώτεραι συκομορέαι. — Θεια Γερακούλα, ηκούσθη φωνή την αυγήν έξωθεν εκ γειτονικού παραθύρου, η φωνή της γραίας ξηράς και ωχράς γειτονίσσης.

Ανεπαύθη κ' ετάφη έξωθεν του ναΐσκου του Αγίου Δημητρίου, σιμά εις την πελωρίαν κοκκινομωρέαν και παρακάτω από τον τεράστιον σχοίνον, κυρτόν εν είδει καλύβης και αποστάζοντα δάκρυ λιβάνου, και αντικρύ εις την ωραίαν και τόσον ζωηράν εικόνα του Αγίου, την επί του ανωφλίου του ναού.