Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Ας φαντασθώσιν οι αναγνώσται μου ανθρώπους πάσης κοινωνικής τάξεως, παντός φύλου και πάσης σχεδόν ηλικίας διότι και γυναίκες έτι και παίδες δωδεκαέτεις ανεμιγνύοντο εις τα ενεργά πρόσωπα της παραδόξου εκείνης πανηγύρεως· συνωθούμενους εν τη οδώ, φωνάζοντας, χειρονομούντας, μεταλλάσσοντας θέσιν μετά πυρετώδους ανυπομονησίας, και ομοιάζοντας, απλώς ειπείν, προς χορόν δαιμόνων ορχουμένων περί το πυρ της κολάσεως· ας φαντασθώσι πάντα σχεδόν τα παρόδια καταστήματα ανοικτά έτι εν προκεχωρημένη νυκτί, κατάφωτα και πλήρη ανθρώπων χρηματιζομένων και κυβευόντων· ας φαντασθώσι τα καφενεία μεταβεβλημένα εις χρηματιστήρια, τα καπνοπωλεία εις μεσιτικά γραφεία, τα χαρτοπωλεία εις εντευκτήρια πωλητών και αγοραστών· ας φαντασθώσι τέλος όλας εκείνας τας μορφάς εμψυχουμένας υπό της δίψης του χρήματος, παραμορφωμένας υπό του κερδοσκοπικού πυρετού, και φωτιζομένας οτέ μεν αμυδρώς υπό των φανών της οδού, οτέ δε φαεινότερον υπό των λαμπτήρων των ένθεν και ένθεν της οδού καταστημάτων, και θέλουσιν ίσως κατορθώσει να σχηματίσωσιν ασθενή τινα πάντως αλλά προσεγγίζουσαν εις το αληθές εικόνα της διαβολικής τύρβης, ήτις επλήρου την διασταύρωσιν των οδών Αιόλου και Ερμού κατά την εσπέραν εκείνην, ότε επέκλωσε και εις εμέ η μοίρα να γίνω μάρτυς του πρωτοφανούς δι' εμέ θεάματος.

Ζωηρά συνομιλία υπήρχεν από τινος μεταξύ των πληρούντων το καταγώγιον, όπερ αμυδρώς μόλις εφώτιζε ρυπαρός φανός, κρεμάμενος από μελανής δοκού της οροφής· μορφαί δε πολυποίκιλοι και παράδοξοι, τεταγμέναι περί μακράν τράπεζαν, ήτις ήτο ποτε πρασίνη, συναπετέλουν θέαμα βδελυρόν, όπου ανεμιγνύοντο η αναίδεια, η αποκτήνωσις και η ρυπαρία.

Μίαν ημέραν εις τους αγώνας, εν μέσω των πολυτελών αρμάτων, ο Βινίκιος παρετήρησε το υπερήφανον τέθριππον της Χρυσοθέμιδος, της παλλακίδος του Πετρωνίου, του οποίου επροπορεύοντο δύο μολοσσοί, και όπερ περιεκυκλούτο με σύμπλεγμα, εις το οποίον ανεμιγνύοντο με τους νέους και γέροντας συγκλητικοί.

Εκέρασαν τον οίνον, εντός κρατήρων εις όλον τον στρατόν, οι δε στρατηγοί έκαμαν σπονδάς μετά ποτηρίων χρυσών και αργυρών. Εις τας ευχάς των ανεμιγνύοντο και αι ευχαί όλου του επί της παραλίας μείναντος πλήθους, συγκειμένου εκ πολιτών και φίλων. Αφού δε έψαλαν τον παιάνα και ετελείωσαν τας σπονδάς, εξέπλευσαν εις το πέλαγος.

Η τράπεζα ήτο εστρωμένη εις τον κήπον υπό την σκιάν γηραιάς πλατάνου και έκυπτεν υπό το βάρος των σταμνίων και κρεάτων, ων αι αναθυμιάσεις ανεμιγνύοντο μετά της οσμής των ανθέων. Μετ' ου πολύ δε ήρχισαν να φθάνωσι και οι συνδαιτυμόνες.

Και τώρα, ενώ κατέβαινε γλυκύς ο ύπνος εις τα βλέφαρά του, μεταξύ των ευαρέστων εικόνων όσαι επλανώντο ως σκιαί ονείρων ενώπιόν του, ανεμιγνύοντο και σκηναί οδυνηραί επιθανάτου εξομολογήσεως.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν