United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήλθε κ' εκάθησε κατέναντι, με το πρόσωπον προς την Σκόπελον, επίμηκες άπελπι, πρόσωπον αμνάδος δρώσης πενθίμως έναντι τον αποκλειόμενον απ' αυτής λειμώνα. Έξω διέκρινε τα Έλος, όρμον της Σκοπέλου με το αμμώδες ημικυκλικόν παράλιον. Έβλεπεν ατραπούς εν τω δάσει. Τω εφάνη ότι είδεν ονάριον. Έβαλε κραυγάς.

Ιδού τι είχε συμβή: Αποπεμφθείς από τον ποιμένα τον γέρω-Παππού ο Μανώλης, εφοβήθη να επανέλθη εις το χωρίον, μήπως φυλακισθή διά τας αγροζημίας. Και καταφυγών εις το Ξάνεμον, εις ένα όρμον της νήσου, δίωρον απέχοντα από του Κάστρου, έμεινεν εκεί παρά τινι κηπουρώ, επί τη προφάσει να παρέχη μικράν τινα βοήθειαν εις αυτόν εν τω κήπω, κυρίως όμως, ίνα ανιχνεύη την αψάρευτον εκείνην ακτήν.

Ο δε όρμος είνε χορός κοινός των εφήβων και των παρθένων, οίτινες χορεύουν ο είς παρά τον άλλον και σχηματίζουν αληθώς όρμον. Σύρει δε τον χορόν ο έφηβος και χορεύει επιδεικνύων διά των κινήσεων του πράξεις νεανικάς και όσα κατόπιν θα πράττη εις τον πόλεμον και ακολουθεί η παρθένος, υποδεικνύουσα εις τας άλλας να χορεύουν κοσμίως, τοιουτοτρόπως δε ο όρμος πλέκεται εκ σωφροσύνης και ανδρείας.

Περί τας αρχάς της προλαβούσης εκατονταετηρίδος πειρατικόν πλοίον πλήρες αγρίων και αιμοχαρών Βαρβαρέζων προσωρμίσθη διάνυκτος εις τον όρμον Ασέληνον, κατά το νοτιοδυτικόν της νήσου.

Αγαπούσε πολύ το πλιάτσικο, ο βλογημένος. Ό,τι του έπεφτε στην πλώρη του δεν το άφινεν. Είτε εις το πέλαγος, είτε εις τον όρμον, όπου και αν προσήγγιζε, παν ναυτικόν είδος, το οποίον ήθελεν ευρεθή στον δρόμον του, άρμενον ή κάνναβιν ή ξύλον, το μετεχειρίζετο ως λάφυρον πολέμου.

Εκραύγαζεν ωργισμένος ακόμη, ο καπετάν-Παρμάκης, ως όταν εις το κατάστρωμα της «Ελένης» του, του έπταιον όλα, διότι ηναγκάζετο να μένη ακίνητος εις τον έρημον όρμον ένεκα των εναντίων ανέμων.

Δεν εφοβείτο να πλέη και διά νυκτός εις τόσα γνωστά πελάγη. Εκαυχάτο ότι «κ' η ξέρες και τα γεφύρια τον εγνώριζαν». Ητοιμάζετο ν' ανασπάση την άγκυραν. Τα νερά εις τον όρμον εκείνον ήσαν ρηχά, «δεν εδιαναστούσεν η βάρκα». Ήτο αραγμένος μέχρι βολής τυφεκίου από την ξηράν. Εκεί βλέπει κάτι τι κ' έλαμψεν έξω επί τινος βράχου της παραλίας. Αυτό δε το λάμψαν έλαμψεν επί τινος λίαν αμαυρού, λίαν θαμβού.

Αλλά μόλα ταύτα έτυχε πολλάκις, ενώ επλησίαζεν εις Κρήτην, να ευρεθή ενώπιον τουρκικού καταδρομικού, το οποίον ώρμα εναντίον του. Τότε η «Ένωσις», αναπτύσσουσα μεγάλην ταχύτητα και επωφελουμένη το σκότος, απεμακρύνετο· έπειτα δε επιστρέφουσα εις τον αυτόν όρμον, απεβίβαζε το φορτίον της, ενώ το τουρκικόν εξηκολούθει να καταδιώκη την σκιάν της.

Ο ίδιος, ανήρ μεσήλιξ, βραχύς το σώμα, με αδρόν μύστακα, διηγείτο τα εξής: Προ δύο ημερών ήτο προσορμισμένος εις την Δάφνην, τον μεσημβρινόν όρμον του Αγίου Όρους, αλλ' ο βορηάς τον εξούριασε, αι αλυσίδες των αγκυρών του εκόπησαν υπό της βίας του ανέμου, και παρεσύρθη διά μιας δέκα μίλια μακράν.

Η περί τον όρμον παραλία ήτο καλλιεργημένη αλλ' ακατοίκητος, επί των υψωμάτων όμως, εις ικανήν από της θαλάσσης απόστασιν, εν μέσω λόφων χλοερών, ο ήλιος ηκτινοβόλει επί των λευκών οικιών τριών ή τεσσάρων μικρών χωρίων. Παρά δε τον αιγιαλόν ήτο ηγκυροβολημένον άλλο πλοιάριον, και παρ' αυτό εβλέπομεν επί της ακτής περιμένοντας χωρικούς τινας με τα ζώα των.