United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ουδ' εκείθεν άβλαπτους επήρα τους συντρόφους• ήταν κάποιος Ελπήνορας, νεώτατος• ανδρείαν πολλήν δεν είχε, αλλ' ούτε νουν ανάμερ' απ' τους άλλους 'ς τ' άγια της Κίρκης δώματα μού πήγε να πλαγιάση, ποθώντας το κατάψυχο, της μέθης εις την ζάλη. 555 και άμα το κίνημ' άκουσε, τον κρότο των συντρόφων, ξάφνου εσηκώθη και ποσώς δεν ενθυμήθη πάλι απ' την υψηλήν κλίμακα να καταιβή, 'π' ανέβη• αλλ' απ' την σκέπην έπεσε κατάντικρα, κ' εκόπη ο τράχηλός του, και η ψυχή ροβόλησετον Άδη. 560

Ενόμιζον ότι ωνειρεύοντο· εις τους σιδηρούς βραχίονας του βαρβάρου η τεραστία κεφαλή του ταύρου συνεστρέφετο ολίγον κατ' ολίγον. Το πρόσωπον του Λιγειέως, ο τράχηλός του και οι βραχίονες του είχον καταστή πορφυροί· το τόξον της ράχεώς του είχε κυρτωθή ακόμη περισσότερον. Έβλεπον ότι ούτος συνέλεγε το υπόλοιπον των υπεράνθρωπων δυνάμεών του και ότι μετ' ολίγον αύται θα εξηντλούντο.

Διότι άπειρα είνε όσα θα διαψεύδουν αυτόν τον αρρενωπόν ιματισμόν• το βάδισμα, το βλέμμα, η φωνή, ο λιγυσμένος τράχηλος, το ψιμμύθιον, η μαστίχη και το κοκκινάδι, με τα οποία σεις στολίζεσθε, και εν γένει, κατά την παροιμίαν, ευκολώτερον δύνασαι να κρύψης πέντε ελέφαντας εις την μασχάλην σου παρά ένα φαυλόβιον του είδους σου.

Συγχρόνως μ' εκυρίευσε και φόβος από την φιλοστοργίαν την οποίαν έτρεφα προς την πτωχήν αίγα μου. Το σχοινίον με το οποίον την είχα δέσει εις την ρίζαν του θάμνου ήτον πολύ κοντόν. Τάχα μην «εσχοινιάσθη», μην εμπερδεύθη και περιεπλάκη ο τράχηλός της, μην ήτον κίνδυνος να πνιγή το ταλαίπωρον ζώον; Δεν ηξεύρω αν η κόρη η λουομένη εις την θάλασσαν ήκουσε την φωνήν της γίδας μου.

Ο τράχηλός του φαινότανε πειο άσπρος από το χιόνι, τα πισινά του πειο πράσινα από τριφύλλι, το ένα από τα πλευρά του κόκκινο σαν πορφύρα, το άλλο κίτρινο σαν σαφράνι, η κοιλιά του άσπρη σα λαζούρι, η ράχη ρόδινη. Αλλά όταν το κύττταζε κανείς πειο πολύ, όλα αυτά τα χρώματα χόρευαν στα μάτια και άλλαζαν, πότε άσπρα και κίτρινα, πράσινα, μπλε, πορφυρά, σκοτεινά ή φωτεινά.

Ούτος επλησίασε μετά προφυλάξεως προς τους δύο κοιμωμένους, και έμεινεν επί πολύ όρθιος, παρατηρών την Αϊμάν, ήτις έκυπτε την κεφαλήν επί των γονάτων, και οι καστανοί πλόκαμοι της κόμης αυτής, διχή σχιζόμενοι όπισθεν της κεφαλής, άφηνον να φαίνεται ο ωχρός και στρογγύλος τράχηλος αυτής. Είτα ο ξένος με το αυτό ελαφρόν βήμα εστράφη προς το μέρος όπου ίσταντο τα αγάλματα.

Θα σου χαρίσω την Καπερναούμ, την πεδιάδα της Τιβεριάδος, τα φρούριά μου, το ήμισυ του βασιλείου μου». Εκείνη ερρίφθη επί των χειρών της με τα πέλματα εις τον αέρα διέτρεξεν ούτω την εξέδραν δίκην πελωρίου κανθάρου, και εσταμάτησεν αποτόμως. Ο τράχηλος και οι σπόνδυλοι της εσχημάτιζον ορθογώνιον.

Εξ εναντίας αι εταίραι και μάλιστα αι ασχημότεραι εξ αυτών και το ένδυμα έχουν ολόκληρον πορφυρούν και ο τράχηλος των είνε κατακόσμητος με χρυσόν, διότι εις την πολυτέλειαν επιζητούν το θελκτικόν και τας ατελείας του κάλλους των προσπαθούν να καλύψουν και συμπληρώσουν διά του στολισμού.