United States or Uruguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα κοντά στο πλατανόρρεμμα άξαφνα χυμάει η κλεφτουριά του Τσέλιου με τη Λουλούδω αντάμα: — Βαράτε τα σκυλιά!, κάνει από πάνω ο μυλωνάς σαν τους είδε, βαράτε τα σκυλιά!... Δέκα καρυοφύλλια ρυάστηκαν τότες μαζί, κ' οι τούρκοι έπεφταν ο ένας απάνω στον άλλο μπαϊλισμένοι. Κοκκίνησε το νερό του μύλου απ' το αίμα. Μ' απάνω στη ζάλη, ο τοίχος πόμεινε ο Λιάκος, αναταράχτηκε σύρριζα.

Τότ' άλλο εφεύρηκ' η θεά, η γλαυκομμάτ' Αθήνη•τα δώματ' επορεύθηκε του θείου Οδυσσέα• και των μνηστήρων έχυσεν ύπνο γλυκό, και ζάλη 395 τους έφερ' εκεί, 'πώπιναν, κ' ερρίξαν τα ποτήρια. και να πλαγιάσουν σκόρπισαντην πόλι, ουδέ καθόνταν πλέον, ότι τα βλέφαρα τους βάρυνεν ο ύπνος. τότ' είπε τον Τηλέμαχον η γλαυκομμάτ' Αθήνη, έξωθ' απ' τα καλόκτιστα μέγαρ' αυτόν καλώντας, 400 καιτο κορμί καιτην φωνή του Μέντορ' ώμοιαζ' όλη•

Έτσι έκραζε ο θεόρατος ο Αίας, κι' απ' το αίμα 360 μούσκεβε η γης το κόκκινο, και πέφτανε σφαγμένοι γειτονικά άφοβοι βοηθοί και Τρώες, μα κι' Αργίτες μαζί τους· τι δα απλήγωτα κι' αφτοί δεν πολεμούσαν. 363 Έτσι άγρια ζάλη ολημερύς φουρτούνιαζε πολέμου 384 σκυλήσου.

Σκυμμένο είταν το πρόσωπό της, λυπητερά κοίταζε κάτω στο χώμα και δε μ' έβλεπε. Άμα βρέθηκα κοντά της, σηκώθηκε. — Αχ! Πάλμο μου, εσύ είσαι; Έλα, έλα να σου μιλήσω. Καλά που έρχεσαι! Έλα να σου δείξω ένα γράμμα που μου έφεραν το πρωί, σήμερα το πρωί. Δεν ξέρω τι μου γίνεται. Έχω ζάλη. Δεν έπρεπε να το διαβάσω αφτό το γράμμα. Άσκημα έκαμα που το διάβασα και θέλω να με μαλλώσης. Αχ!

ΙΑΤ. Οκεμπέλα ποιος είν' άρρωστος εδώ μέσ' την αστυνομία. ΓΑΡ. Ο Μανολιός ντετόρο μου. ΙΑΤ. Ευθύς φλεβοτομίγια. ΣΚΗΝΗ ς'. Ιατρός, η Κανέλλα, ο Κρης και η Γαρούφω. ΙΑΤ. Και ποίος είναι ο άρρωστος; κουράγιο.. έχεις ζάλη; ΚΡΗΣ. Έχω μαθές και με πονεί. ΚΡΗΣ. Πονεί δεδίμ κ' η χέρα μου. ΙΑΤ. Πονεί σου το κεφάλι; ΚΡΗΣ. Πονεί με δα κατέχ' ο θιος.

Η φαντασία, Για μεγαλεία Στον κόσμον όλο, Κοινή μωρία. 820 Μ' αυτή τη ζάλη Εις το κεφάλι, Ανησυχάζουν Μικροί, μεγάλοι· Ανώτερό του Καλήτερό του Πασάνας θέλει Για ισότιμό του. Έχει, δεν έχει, Το δρόμο τρέχει 825 Που τα μεγάλα Αυτός παντέχει· Σε όπια λάχη Αράδα να 'χη, Ποσώς δε στρέγει, Στρίβει τη ράχη.

ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Ναι· δεν είναι βαθειά 'σαν πηγάδι, ούτε πλατειά 'σαν εκκλησίας πύλη, αλλά είναι αρκετή, και θα κάμη την δουλειάν της. Αν με γυρεύης αύριον, θα μ' εύρης πα- ραχωμένον. Μ' εδιόρθωσε περίφημα, σου λέγω· 'ς τ' α- ανάθεμα και τα δύο τα σπιτικά σας! Να πάρη η ζάλη! Ένας σκύλος, ένας παληόγατος, ένας ποντικός να με σκοτώση εμένα με μίαν τσουγγρανιάν!

Το χειμώνα κατοικούσαμε ή στην πόλη, ή τόσο κοντά στην πόλη, ώστε μπορούσαμε να είμαστε κει όποτε θέλαμε. Κ' έτσι, γινότανε και με μας ό,τι και με τον περσότερο κόσμο. Η ζωή της πρωτεύουσας μας παράσερνε στη ζάλη της, ώστε απομένανε μετρημένες οι ώρες, που μπορούσαμε να ζούμε όλοι μαζί και να αιστανόμαστε πως είμαστε όλοι ένα.

Δεν τους φτάνει, που σφιμένα Στης τριχαίς σαν κρεμασμένα Σ' έχουν αποπανωθιό τους, Βάσανο ξεχωριστό τους· Μόνε δίχως καμμιά αιτία, Κι' από μόνη αδιακρισία, Τους σκοτίζεις το κεφάλι Με τις γκάβρας σου τη ζάλη.

Κει που τήραε λόγυρά της Το Λιοντάρι απ' ομπροστά της 1045 Να διαβή άξαφνα θωρεί· Κι' αφορμής καμμιά φορά άλλη Δεν το ίδε, τόση ζάλη, Και τρομάρα δυνατή Την καρδιά της κυριεύει, 1050 Που νεκρή με μιας κοντεύει Καταγής να σωριαστή. Δεύτερη φορά συμβαίνει, Σ' άλλο μέρος το ανταίνει, Και με φόβο σταματάει· 1055 Μον σαν πρώτα δεν τη σκιάζει· Και να το χαμοκυττάζη Όλο σαν αποκοτάει.