United States or Israel ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά 'πε, καιαυτήν εγώ απάντησα και είπα• Τώρα του θείου γέροντα συ ναύρης το καρτέρι, 395 μήπως μου φύγη, αν προϊδή το πράγμα ή το προμάθη• ότι θνητός είναι βαρύ θεόν να καταβάλη.

Τότε η θεά του απάντησεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• 420 «Γι' αυτόν μη τόσο ανησυχής εγώ τον ωδηγούσα• εκεί να υπάγη κ' εύμορφη να λάβη εκείνος φήμη κόπον δεν έχει αυτός εκεί κανέναν, αλλά μένειάπειρ' ανάμεσα καλά, 'ς τα δώματα του Ατρείδη• τώχουν καρτέρι αληθινά με το καράβ' οι νέοι, 425 όπως του πάρουν την ζωή πριν φθάσ' εις την πατρίδα• δύσκολο το 'χω• και, θαρρώ, το χώμα θ' αγκαλιάση πολλούς μνηστήραις, απ' αυτούς οπού το βιο σου φθείρουν».

Κ' εγώ στον καλογυρισμό θα νάβγω στο καρτέρι, Να σας διπλώσω τα καυκιά και τα κρασοποτήρια. Όλα του Ολύμπου τα χωριά, όλα κοράσια τρέφουν Κοράσια σαν το κρύο νερό και της αυγής την στάλλα.

Μια ώρα πριν περάση θα σας ειπώ πού έχετε να κάμετε καρτέρι, ποιαν ώραν να διαλέξετε, ποίαν στιγμήν, — τα πάντα! Το πράγμα πρέπει άφευκτα την νύκτ' αυτήν να γείνη, κάπως μακράν από εδώ· διότι, μη ξεχνάτε οτ' είν' ανάγκη να φανώ αθώος. Και μαζί του, — μη μείνη εις το έργον μας ή ρόζος ή σχισμάδα, — πρέπει συγχρόνως και ο Φληνς, που θα τον συνοδεύη, μαζί με τον πατέρα του να έβγη απ' την μέση!

Για αφτό κι' εσένα κλαίω γω με σπλάχνα πληγωμένα, 773 θρηνάω μαζί κι' εμένανε· τι φίλο πια δεν έχω, λόγο καλό δε θ' αγρικώ, τι μ' αποστρέφουνται όλοι775 Έτσι είπε, κι' έκλαιγε έπειτα το πυκνωμένο πλήθος. Και τότε ο γέρο-Πρίαμος στους Τρώες λέει διο λόγια «Τώρα, παιδιά μου, σύρτε πια για ξύλα, δίχως φόβο από καρτέρι των οχτρών.

Πάθη του ανθρώπου! Στο σιδερένιο κλουβί της Ηθικής ρυάζεσθε και γυρνάτε απελπισμέναωραία θηρία της θερμής Αφρικής! Λεοπάρδαλη της ηδονήςλιοντάρι του θυμούτίγρη του μίσους — ω! πόσο μεγαλότολμα εργάστηκεν η πλάση την κυρίαρχη γραμμή σας! Πώς ξετυλίγεται η αρμονία των θαυμαστών σας μυώνων στο καρτέρι και στην έφοδο!

Και πέταξα «'Σάν αστραπήτην Πλάκα. » Πιάνω καρτέρι των Τουρκών » Κ' ήθελα τους χαλάσει, «'Στο χέρι αν δεν πληγώνομαν, » Και μ' έφυγαντα δάση. » Φεύγω 'πό 'κεί και έφθασα «'Στο Σούλι μου, 'ς τη Λάκκα