United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιάιντα; ηρώτησεν ο Στρατής, όστις την στιγμήν εκείνην ετοποθέτει το τουφέκι του εις τον τοίχον. Συγχρόνως εστράφη και η Πηγή εκ της εστίας. — Τον μπελά μου βρήκα με τον Τερερέ ... Εις το άκουσμα του ονόματος του Τερερέ, διά μιας η μορφή του Στρατή επανήλθεν εις την προτέραν τραχύτητα.

Ο Ούρσος απέστρεψε την κεφαλήν εκ της εστίας και απήντησε μειδιών, σχεδόν φιλικώς: — Ο Θεός να σου δώση, κύριε, καλήν ημέραν και καλήν υγείαν· αλλ' είμαι άνθρωπος ελεύθερος και όχι δούλος. — Δεν είσαι λοιπόν εκ των ανθρώπων του Αούλου; ηρώτησεν. — Όχι, αυθέντα· υπηρετώ την Γαλλίναν, όπως υπηρέτησα και την μητέρα της, αλλ' οικειοθελώς. Εις την πατρίδα μας δούλοι δεν υπάρχουν.

Μισοπλαγιασμένη κοντά εις την εστίαν, με σφαλιστά τα όμματα, την κεφαλήν ακουμβώσα εις το κράσπεδον της εστίας, το λεγόμενον «φουγοπόδαρο», η θεια Χαδούλα, η κοινώς καλουμένη Γιαννού η Φράγκισσα, δεν εκοιμάτο, αλλ' εθυσίαζε τον ύπνον πλησίον εις το λίκνον της ασθενούσης μικράς εγγονής της.

Η εορτή διήρκει μίαν εβδομάδα, — μίαν εβδομάδα πιθανώς αρρήτου ευδαιμονίας και ισχυρών θρησκευτικών συγκινήσεων· και με τους ημιόνους των και με τους ίππους των και με τους όνους των και τας καμήλους των, οι ευσεβείς προσκυνηταί εξεκένουν τα καταληφθέντα μέρη και ανεχώρουν διά τας εστίας των.

Τα ξύλα της εστίας αντί φλογών ανέδιδον μάλλον καπνόν, η δε Πηγή πνιγομένη ηναγκάζετο εκ διαλειμμάτων ν' αποσύρεται με τους οφθαλμούς υποδακρύοντας. Αλλ' εν τω μεταξύ έρριπτε και κανέν λαθραίον μειδίαμα προς τον Μανώλην.

Εκτός του Ποσειδώνος και των Διοσκούρων, περί ων ωμίλησα, εκτός της Ήρας, της Εστίας, της Θέμιδος, των Χαρίτων και των Νηρηίδων, τα ονόματα όλων των άλλων θεών υπήρξαν πάντοτε παρά τοις Αιγυπτίοις. Επαναλαμβάνω ενταύθα ό,τι αυτοί οι ίδιοι με είπον.

Η γραία έδειξεν εις την Αμέρσαν την μικράν φιάλην με το ρακί, εις το μικρόν ράφι άνωθεν της εστίας, και της ένευσε να βάλη στο ποτηράκι, διά να πιή ο Κωνσταντής. — Δεν έχει κανένα σύκο; . . . ηρώτησεν ούτος, άμα έλαβε το ρακοπότηρον από την χείρα της γυναικαδέλφης του.

Εύχαρι και θαλπερόν ήτο το εσωτερικόν της εστίας του, αφού διήλθον την ευρείαν αυλήν, με την διάπλατον πύλην, και τους σταύλους των αλόγων, την πρασινάδαν, και τας γάστρας των ανθέων. Η οικογένειά του, η γραία Μαρία η συμβία του, αφελής και αρχαϊκή, ο υιός του, αμόρφωτος και άπλαστος καλός αμαξηλάτης, κι' ο αδελφός του, στιβαρός, γεροντοπαλλήκαρον, τραχύς και φιλαλήθης.

Η Φραγκογιαννού εγκατεστάθη, όπως και την προλαβούσαν νύκτα, σιμά εις την γωνίαν της εστίας, όπου εύρε και το καλάθι της. Εξάναψε την φωτιάν, έβαλε νερό στο 'μπρίκι, και κατεγείνετο να βράση βότανα, το οποία έβγαλε από τον κόλπον της.

Ταύτα έχουσι το πλεονέκτημα να είνε πρόχειρα και ευθηνά, πολύ όμως απέχει η εξ αυτών νοσηρά διέγερσις από την μακαριότητα εκείνην την οποίαν γενά η περί πολυτελή τράπεζαν σύγχρονος ικανοποίησις όλων ημών των αισθήσεων, το θάλπος της εστίας, η επί των αργυρών και κρυσταλλίνων σκευών αντανάκλασις του φωτός, αι αναθυμιάσεις της ανθοδόχης, το θαλάσσιον άρωμα των οστρειδίων, δύο η τρία ποτήρια γέροντος οίνου και η παρουσία νέας γυναικός της οποίας ανάπτει βαθμηδόν η όψις και σπινθηρίζει το βλέμμα.