United States or Marshall Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ότε περί του μέλλοντος αυτής ωμίλει, γλυκύ μειδίαμα εφαίνετο εις τα χείλη του, και ακτίνες ελπίδος έλαμπον επί του μεγάλου μετώπου του. Ποτέ, ποτέ δεν θέλω λησμονήσει τον Γεροστάθην της ημέρας εκείνης! ήτο θείος! και θείον αίσθημα ενεφύσησεν εις τας νεανικάς μας καρδίας.

Κατ'εκείνην την στιγμήν έβλεπε πιθανώς εις τον ύπνον της τους θριάμβους της εις την Λέσχην, ως υπέθεσα εκ της διαστολής των χειλέων της εις μειδίαμα κατά πάντα όμοιον μ' εκείνα τα οποία εμοίραζεν εις τους χορευτάς της. Επροχώρησα έν άλλο βήμα.

Ο ίδιος θα μας δώση και του στόματος την αρμονικήν σχισμήν και τον αυχένα της Αμαζόνος του• η δε Σωσάνδρα και ο Κάλαμις θα την στολίσουν με την αιδημοσύνην και θα της δώσουν το σεμνόν και μόλις φαινόμενον μειδίαμα εκείνης. Και το ευσταλές και την σεμνότητα του ιματισμού παρά της Σωσάνδρας επίσης θα λάβη, με την διαφοράν μόνον ότι η δική μας θα έχη την κεφαλήν άσκεπη.

Ουχ ήττον δε του υποκειμένου, της ενδυμασίας και της οσμής ήσαν και οι τρόποι αυτής ιδιόρρυθμοι και αρχαϊκοί. Εισερχομένη εχαιρέτα περιληπτικώς πάντας, θέτουσα την χείρα επί της καρδίας, και στρέφουσα έπειτα κύκλω την κεφαλήν εμοίραζεν ως αντίδωρον ανά έν βλέμμα και έν γλυκύ μειδίαμα εις έκαστον ημών, άνευ της ελαχίστης υποψίας ότι εφιλοδώρει πράγματα στερούμενα από πολλού πάσης αξίας.

Η ηδονή της ψυχής του εκχύνεται όλη επί του πολιού του προσώπου, εφ' ου χαρμόσυνος προσπίπτει του πυροφανίου η φωτοβολή. Κινεί ολονέν τα χείλη του, μειδιά ηδέως, απολαυστικώς μειδιά, και τέλος μέσα εις το μειδίαμά του ψιθυρίζει με τόνον υπερβαλλούσης απόλαύσεως, ως να ευρίσκετο εν τω παραδείσω, λέξεις δύο ασυναρτήτους, λέξεις μυστικάς, πνιγομένας μέσα εις την ηδονήν και την χαράν.

Ο Κιαμήλης με το μικρόν και χιονόλευκον σαρίκιόν του, τον μακρόν και πράσινον τ σ ο υ μ π έ ν του, με την ωχράν και συμπαθητικήν αυτού μορφήν, υψηλός όσον σχεδόν και ο τοίχος του προαυλίου, μοι ήνοιγε τακτικά την θύραν με το γλυκύ και μελαγχολικόν αυτού μειδίαμα επί των χειλέων, μέχρις εδάφους υποκλινόμενος διά τον εγκάρδιον τ ε μ ε ν ά ν της υποδοχής.

Εάν ήτο κανείς ακαμάτης ή ξιππασμένος, τα «ελλενικά» του θα επροκάλουν το μειδίαμα, όπως αι θεωρίαι του Αστρονόμου, και το κοντόν και σχιστόν εις την ράχην γελέκι του θα εφαίνετο ένδυμα γελωτοποιού. Όσον επανελάμβανον λοιπόν αι γυναίκες το καινοφανές όνομα, τόσον ανεκάλυπτον χάριν και ευγένειαν εις τον απαλόν του ήχον και την στιλπνότητά του.

Η Οθωμανίς εξηκολούθει να με βλέπη πλαγίως και πονηρώς με το μειδίαμα της δυσπιστίας επί των χειλέων, περιμένουσα την έκρηξιν της αγανακτήσεώς μου δι' όσα είδον. Αλλ' εγώ αντί πάσης επιτιμήσεως, περιττής πλέον τώρα, προσεποιήθην με όλα τα δυνατά μου, ότι δεν είδον τίποτε. — Πάμε λοιπόν μέσα, είπε, τώρα θα έλθη και ο Εφέντης.

Διά να τον καθυσηχάσω έσπευσα να προσθέσω ότι, και άνευ εμού, ο Νίκος θα περιέλθη την νήσον με τον Κ. Σπυράκην. Το ψυχρόν μειδίαμα του γέροντος δεν επρόδωσε την ενδόμυχον ευχαρίστησίν του. — Αλλ' όμως δεν θ' αναχωρήσετε απόψε, είπε. — Λυπούμαι, απεκρίθην, ότι δεν δυνάμεθα να σας ευχαριστήσωμεν ως προς τούτο. Πρέπει αφεύκτως να φύγωμεν.

Εκίνει την κεφαλήν δεξιά και αριστερά, ως ν' απεδίωκε μυίας και εμειδία το ψυχρόν και μισόν μειδίαμα του τυφλού, από το οποίον λείπει των οφθαλμών η ακτινοβολία. Υπό την κίνησιν του δοξαριού του έφευγον γοργόπτεροι του «πηδηκτού» οι ήχοι. Και όλος ο κύκλος των χορευτών εκινείτο διά μιας ως είς άνθρωπος, και των ποδών ο κρότος αντήχει ταυτοχρόνως και τόσον δυνατά, ώστε εσείετο ενόμιζες, το έδαφος.