United States or Colombia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το καρφίον δεν απεσπάτο ευκόλως. — Τι είναι αυτά, Νίκο! Δεν αρκεί ότι ωτακουστούμεν, θ' αρχίσωμεν τώρα και ν' ανοίγωμεν τους τοίχους! Ο Νίκος δεν απεκρίθη, αλλ' εξηκολούθησε την εργασίαν του. Το καρφίον ενδίδον εις τον κλονισμόν των δακτύλων του εχαλαρώθη βαθμηδόν και εξήχθη από τον τοίχον και από το κέντημα.

Μη έχων διάθεσιν να χορέψω και βαρυνόμενος τας οχληράς μου σκέψεις ανεζήτουν κανέν γνώριμον πρόσωπον μεταξύ του πλήθους, όταν διέκρινα κολλημένην εις τον τοίχον ως ταπεσσαρίαν την κυρίαν Κλεαρέτην Γαλαξίδη, σαραντάραν παρθένον, της οποίας με ήρεσκε πολύ, όχι βεβαίως το υπερώριμον κάλλος, αλλ' η καλωσύνη της, η ευπροσηγορία, η απλότης των τρόπων και της ενδυμασίας της και η φαινομένη έλλειψις πάσης κατακτητικής αξιώσεως και φιλαρεσκείας.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ Όποιος είναι άνω κάτω σαλεύει. Και η παλληκαριά είναι να μη σαλεύσης απ' εκεί όπου ευρέθης. ΣΑΜΨΩΝ Δεν σαλεύω κ' εγώ αν απαντήσω κ' ένα σκυλί απ' εκείνο το σπίτι· ή άνδρα, ή γυναίκα τύχω δεν σαλεύω! ΓΡΗΓΟΡΗΣ Λοιπόν είσαι δειλός; Μόνον οι δειλοί κολνούν εις τον τοίχον. ΣΑΜΨΩΝ Καλά λέγεις· και διά τούτο σπρώχνομεν εις τον τοί- χον τας γυναίκας, οπού είναι αδύνατα αγγεία.

Ολόκληρος τρέμων επλησίασα ψηλαφητί προς τον τοίχον, αποφασισμένος να πεθάνω εκεί, παρά ν' αντιμετωπίσω το τρομερόν πηγάδι, το οποίον η φαντασία μου επολλαπλασίαζε και έθετεν εις διάφορα σημεία του μπουντρουμιού μου.

Εγώ δε σκέπτομαι και να γράψω στον τοίχον εις τον Κεραμεικόν, όπου ο Αρχιτέλης συνειθίζει να περιπατή, ότι ο Αρισταίνετος διαφθείρει τον Κλεινίαν κι' έτσι θα βοηθήσω τον Δρόμωνα εις την ενέργειάν του. ΔΡΟΣ. Και πώς μπορείς να το γράψης χωρίς να σε δουν; ΧΕΛ. Θα πάω νύκτα και θα το γράψω με κάρβουνο. ΔΡΟΣ. Ευχαριστώ, Χελιδόνιον, διά την συμμαχίαν σου εναντίον του αγύρτου Αρισταινέτου.

Τι να σου κάμη και η Μιλάχρω; Τα χρήματα, καθώς έλεγε και ο Μπάρμπα- δήμαρχος, δεν κόπτονται από τον τοίχον. Και από τον τοίχον αν εκόπτοντο, της Μιλάχρως το σπίτι ούτε τοίχους σχεδόν είχε, το ερείπιον! Είχεν όμως φούρνον η Μιλάχρω, και από τον φούρνον εσύναζε φουρνιάτικα.

Την στιγμήν εκείνην είχον αποκοιμηθή, κατά δε το ξύπνημα θα είχον επανέλθει και πάλιν εις τα βήματά μου, πράγμα το οποίον με ηνάγκασε να υπολογίσω εις διπλούν το μήκος της πραγματικής περιμέτρου. Η αταξία του πνεύματος με ημπόδισε να παρατηρήσω ότι είχα τον τοίχον προς τα αριστερά μου όταν ήρχισα τον γύρον, και προς τα δεξιά μου όταν τον ετελείωσα.

Αλλ' ο Βινίκιος διέκρινε την Λίγειαν πλαγιασμένην παρά τον τοίχον επί τινος μανδύου και χωρίς να είπη λέξιν, εγονάτισε πλησίον της. Ο Ούρσος τον ανεγνώρισε τότε και είπε: — Ευλογημένον το όνομα του Χριστού! Αλλά μη την εξυπνάς, αυθέντα. Ο Βινίκιος την εθεώρει δακρύων και συγκεκινημένος.

Εν τούτοις ο Βινίκιος ήτο βέβαιος ότι είχεν ανεύρει τον κοιτώνα της Λιγείας, διότι από ήλους καρφωμένους εις τον τοίχον εκρέμαντο τα ενδύματά της, και επί της κλίνης εκείτο η στηθοδεσμίς, ήτοι η στενή εσθής, την οποίαν αι γυναίκες φορούσιν εσωτερικώς. Ο Βινίκιος την ήρπασεν, επέθηκεν επ' αυτής τα χείλη του και ρίψας αυτήν επί του ώμου του εξηκολούθησε τας ερεύνας του.

Επί μίαν όλην ώραν δεν εκίνησα ούτε ένα μυώνά μου, και όλος αυτός ο χρόνος επέρασε χωρίς να τον ακούσω ν' αποκοιμηθή. Έμεινεν εις το κρεββάτι του, κατά το ήμισυ ορθός, και ήκουεν, όπως συνήθιζε πολλάκις επί πολλάς νύκτας διαδοχικώς, προσέχων εις το ωρολόγιον του θανάτου, που ήτο κρεμασμένον εις τον τοίχον.