United States or Japan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γι' αυτόν όλες οι τέχνες ήταν το ίδιο. «Οι κριτικοί μας, παρατηρεί πολύ σοφά, δεν φαίνονται νάχουν ιδέα της ταυτότητος των αρχικών σπερμάτων της ποιήσεως και της ζωγραφικής, ούτε ότι όποια δήποτε πραγματική πρόοδος στη σοβαρή σπουδή της μιας φέρει ανάλογη τελειότητα και στην άλλη»· κι αλλού λέει ότι, αν ένας άνθρωπος που δεν θαυμάζει τον Michael Angelo κάνη λόγο για το θαυμασμό του προς τον Μίλτωνα, ή τον εαυτό του γελά ή τους ακροατές του.

Μα βαστάχτηκε· χαμήλωσε στο λείψανο το κεφάλι και φρόντιζε να μη βλέπη και να μην ακούη το ρήτορα. Ήταν όμως αδύνατο. Ο Αριστόδημος έλεγε κ' έλεγε κ' έδειχνε πως δεν είχε σκοπό να τελειώση. Και τα λόγια του έκαναν στο Δημητράκη όλως διόλου αντίθετη εντύπωση απ' ό,τι έκαναν στους άλλους ακροατές. Τον συγκινούσαν γιατ' ήταν τέτοια, μωρά κι ανάξια για το θέμα που είχαν.

Έρριξε βλέμμα γιομάτο περιφρόνηση στον αδερφό του κ' ήρθε και στάθηκε μπροστά του ψιθυρίζοντας : — Ανάξιε! Οι ακροατές σηκώθηκαν μονόγνωμοι κ' ήρθαν να συγχαρούν και να συλλυπηθούνε τον Αριστόδημο. — Ευχαριστώ.... ευχαριστώ.... απαντούσε στον καθένα εκείνος, σφίγγοντάς τους τα χέρια. Ξέρετε· ηθέλησα να πλησιάσω το δαιμόνιον ύφος του Περικλέους, είπε μπιστεμένα στον Περαχώρα.

Κι αλήθεια έτσι γίνεται σήμερις στα έργα τα φιλολογικά που βγαίνουνε μέρα την ημέρα. Ένα από τα δυο· ή λέει ο λαός, δηλαδή κ' οι γραμματισμένοι μαζί του, ανεχτίμητος, σταύρωσες, ο τάπητας, του Σωτήρα, ανάτειλε, κατάχρησες, ο φύλακας, ο έλικας, συθέμελα, αγανάχτηση, ακροατές, χαραχτήρα, παράκλησες, πρόληψες, χερονομώ, συμφοράς, Μέδουσας , — ή δεν τα λένε.

Και να σας ειπώ το κατωρθώσατε· του είπε με πικρό χαμόγελο ο Γκενεβέζος. — Αλήθεια! εφώναξε ολόχαρος εκείνος· ω! με κολοκεύετε, με κολακεύετε πολύ... ευχαριστώ! Κανείς όμως από τους τόσους ακροατές δεν μπόρεσε να καταλάβη τα λόγια του. Εκείνο το «ευχαριστώ» ήταν τάχα για τα συλλυπητήρια ή για τα συγχαρητήριά τους;

Είχε πεποίθησι στον εαυτό του κ' είχε την δύναμι να βαμπακοστρώνη τον δρόμο και να σέρνη σιγά και ανάλαφρα τα πλέον περασμένα στα μάτια των ακροατών του για τορινά, είτε και να μεταφέρνη τους ακροατές του στις μουχλιασμένες θήκες των περασμένων.

Γιατί το πλήρωμα μόλις τον έφερνε σ' εκείνη τη θέσι έπεφτε πάλι και τον επροσκαλούσε κοντά του και τον επαρακάλει να ξαναρχίση, δίνοντάς του υπόσχεσι πως θα τον ακούση με προσοχή. Και ο Γιαννιός ασυνέριστος εξέχανεν τους όρκους και άρχιζε τη διήγησι δίχως χρονοτριβή. Εσυνείθιζεν όμως πρώτα με λόγια μισοκομμένα, με ύφος πολυκάτεχου ανθρώπου να συσταίνη στους ακροατές του εκείνο που θα διηγηθή.