United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μες της θερμής αγάπης της την αγκαλιά βρίσκει ένα λόγο, μια παρηγοριά, να θάψη, να γλυκάνη τις μάβρες, τις πικρές τις στέρησες της τορινής ζωής της. Αφίνει να γλυκοχαράζουν μες τον κουρασμένον της το νου, να φτερουγίζουν μαγικές, ολόχρυσες ελπίδες, για μια νέα ζωή ονειρεμένη, πλουσιοπάροχη, που θενά φέρη με καιρό μέσα στο φτωχικό σπιτάκι τους, η μοίρα της καλότυχής της κόρης.

Οι γεροπαλεϊκώτεροι, που την ανέβαζαν στου Βενετσάνου τον καιρό, ανατρίχιαζαν κ' εκείνοι ακόμα στάκουσμά της. Εξαφηγιώνταν φριχτά πράματα που σου σήκωναν το πετσί. Μάβρες και σκοτεινές ιστορίες, για ταερικά που κράταγαν στανήλιαστα υπόγειά της. Θαμαστά και παράξενα πράματα, για το φοβερό το στοιχειό που την κατείχε. Όταν εμέθαε ο Λίακας ήταν τ' αξιώτερο παληκάρι που μπορούσε να σταθή στον κόσμο.

Καρτερώ και προσμένω. Βράδυασε. Νυχτώνει. Είναι νύχτα και σκοτάδι. Πάει ο κόσμος να πλαγιάση. Κρέμεται το λυχναράκι μισοσβησμένο στο ταβάνι ψηλά και τρεμοφέγγει. Κατεβαίνω τη σκάλα. Όλα σκοτεινά. Αχ! δεν είναι για μας τα λουλούδια· δεν είναι τα τραγούδια για μας. Πάει το καλοκαίρι· παν οι μάβρες οι συκιές και τα δέντρα και τα φύλλα που κρυφά κρυφά της μιλούνε.