United States or Yemen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βλέποντας ο βεζύρης τον βασιλέα, που δεν τον προστάζει κατά νόμον να θανατώση την Χαλιμάν, ευρίσκετο εις μίαν υπερβολικήν χαράν, ομοίως και η φαμελιά του, όλοι του παλατιού, και όλος ο λαός κοινώς έχαιρον και εθαύμαζον την μεταβολήν μη ηξεύροντες την αιτίαν. &Ιστορία του δευτέρου γέροντος και των δύο μαύρων σκύλλων&

Επειδή η Γαλιλαία ήτο το κύριον κέντρον της ενεργείας του Χριστού, οι Φαρισαίοι των Ιεροσολύμων έχαιρον να καρπωθώσι βοήθειαν τινα παρά του Γαλιλαίου τετράρχου και των οπαδών του· έλαβον δε κοινόν συμβούλιον πώς θα ηδύναντο να καταστρέψωσι βία τον Προφήτην, ον δεν ηδύναντο ούτε διά συλλογισμών ν' αναιρέσωσιν ούτε διά νόμων να συλλάβωσιν εις τα δίκτυά των.

Μεγάλως έχαιρον να έχωσιν εις την εξουσίαν των Ένα όστις ήτο Ιουδαϊκής καταγωγής, είχε δε άσπιλον τον βίον και μεγαλοπρεπές το ήθος. Η ευκαιρία διέκοπτε τόσον ευαρέστως την βάναυσον μονοτονίαν του βίου των, ώστε εκάλεσαν όλους τους συστρατιώτας των, όσοι δεν είχον υπηρεσίαν, να παραστώσιν εις το θέαμα.

Και οι μεν Αμμώνιοι ταύτα λέγουσιν ότι ηκολούθησαν εις τον στρατόν εκείνον. Ότε δε έφθασεν ο Καμβύσης εις την Μέμφιν, εφάνη εις τους Αιγυπτίους ο Άπις, τον οποίον οι Έλληνες καλούσιν Έπαφον. Εις την περίστασιν λοιπόν ταύτην όλοι εφόρεσαν τα κάλλιστα αυτών ενδύματα και επανηγύριζον. Ο βασιλεύς τους είδε και νομίσας ότι έχαιρον διά τας δυστυχίας του, προσεκάλεσε τους άρχοντας της πόλεως.

Είχε διαδοθή το πράγμα εις το χωρίον και πάντες έχαιρον μεν διότι ηλευθερούντο από την λαιμαργίαν του αρχαίου δεκατιστού, όστις τα τελευταία έτη κατέστη πολύ καταπιεστικός και άρπαξ και πλεονέκτης, αλλ' ηπόρουν και εφοβούντο μαθόντες την γενναίαν προσφοράν του πλοιάρχου, όστις δεν έκαμνε καλά να τρέχη τόσον.

Οσάκις καρδία, συναισθανομένη ζωηρώς το ιερόν αίσθημα της υιικής αγάπης, διευθύνη τον βίον, η αγάπη των συγχρόνων και μεταγενεστέρων βεβαίως συνοδεύει αυτήν, ο δε βίος ευκόλως τότε αποκαθίσταται ευδαίμων και ένδοξος. Ο Επαμεινώνδας, αυτός ο μέγας πολίτης και ευεργέτης των Θηβών, διεκρίθη διά την προς τους γονείς του αγάπην, χαίρων οσάκις εκείνοι έχαιρον, και ευτυχών οσάκις εκείνοι ευτύχουν.

Και κατωτέρω περί το θυσιαστήριον ίσταντο άρρητον σεμνότητα αποπνέουσαι αι μορφαί των Μεγάλων Πατέρων, του Αδελφοθέου, του Βασιλείου, του Χρυσοστόμου και του Θεολόγου, κ' εφαίνοντο ως να έχαιρον διότι έμελλον ν' ακούσωσι και πάλιν τας ευχάς και τους ύμνους της Ευχαριστίας, ους αυτοί εν Πνεύματι συνέθεσαν.

Κατ' αυτόν τον τρόπον ήρχισα να τον συναναστρέφωμαι μόνος προς μόνον, ενόμιζα δε ότι αμέσως θ' αρχίση να μου λέγη όσα συνήθως έχει να ειπή εραστής προς αγαπώμενον όταν μείνουν μόνοι, και έχαιρον δι' αυτό. Εν τούτοις απολύτως τίποτε από αυτά δεν συνέβη, αλλ' αφού συνδιελέχθη όπως συνήθως μαζί μου όλην την ημέραν, ανεχώρησεν.