United States or Mexico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φώναζε τους αγροφυλάκους να πάρουνε τους γκράδες· ήθελε να τα ξεκάμη για να γλυτώση από δαύτα. — Τι; μισακό τον έχουμε τον τόπο! συχνόλεγε με θυμό. Της το είπα χίλιες φορές· όποιος θέλει θρεφτάρια ν' αγοράση και κουμάσι· δεν τόχω σκοπό ν' αναθρέψω εγώ τα μπαστάρδικα. Για να τα ξεκόψη σοφίστηκε χίλια δυο κακά. Το κεφαλάρι που έβγαινε έρριζα στο σπιτάκι, έβαλε και τόχτισαν με ξερολιθιά.

Ένα με τ' άλλο τσακίζονταν τα κλωνιά του· ένα με τ' άλλο έπεφταν μαραμμένα τα φύλλα του κι ο ίδιος ο κορμός του κόντευε να ξερριζωθή. Σήκωσε τα χέρια ψηλά για να τον κρατήση. Μα την ίδια στιγμή πρόβαλε από κάπου ένας χοντροκαμωμένος χωριάτης, με φοβερό πριόνι στο χέρι του. Τον χαιρέτησε χαμογελώντας κι άρχισε να πριονίζη έρριζα το δέντρο. Πριόνιζε δυνατά, γοργά κι ακούραστα.

Τι θα ειπή ; Και τα καλά δεχούμενα και τα κακά δεχούμενα· λέει ο λόγος. Πήρανε λοιπόν τα σύνεργα της δουλειάς και τις φαμίλιες τους κ' έστησαν έρριζα στον τοίχο του σπιτιού τις καλύβες τους, όταν ο Κουρδουκέφαλος έκαμε κατοχή το μετόχι. Ο Δημητράκης συγκινήθηκε σαν είδε την αφοσίωση τους και θέλησε να τους συμβουλέψη;