United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσον διά τον γέρο-Κουσερήν και τον Άγγουρον, ούτοι εξηκολούθησαν να κοιμώνται πλησίον αλλήλων, εναμίλλως ρέγχοντες. Την ιδίαν στιγμήν, εις εκατόν πεντήκοντα βημάτων απόστασιν, έξω του κήπου, όπισθεν της λιθίνης αιμασιάς και του επιστέφοντος αυτήν από αρικοκκιαίς φράκτου, εφάνη προκύψασα η κεφαλή του Μανώλη του Πολυχρόνου.

Όχι, όχι δεν απόστασα... Τα κουπιά είν' ελαφρούτσικα... Τέτοια κουπάκια θα με κουράσουνε; Η Λιαλιώ επέμεινε να λάβη το έν των κωπίων, και προκύψασα ολίγον ήρχισε να σείη με τας λευκάς της χείρας τον ένα των σκαλμών, θέλουσα να τον μεταθέση προς το μέρος της εγγύτερον της πρύμνης. Αλλ' ο νέος ανθίστατο, και αι χείρες των συνηντήθησαν εις θερμήν επαφήν.

Θεραπεύσας αυτόν πλουτεί ως και άλλοι ενάρετοι, διότι αποκατέστη τότε η πρέπουσα τάξις και έπαυσεν η επικράτησις της ανηθικότητος, η προκύψασα πριν εκ της τυφλώσεως του Πλούτου. Η πλοκή διαπνέεται υπό δριμυτάτης σατύρας του τότε κοινωνικού βίου. Δρ. 2.50

Ο Φλώρος εξέτεινε τότε και πάλιν την χείρα• αλλ’ αντί να απαντήση οστά, σκώληκας, σαπρίαν ή άλλα τοιαύτα κλασικά κοσμήματα των βρυκολάκων, η χειρ αυτού ανεπαύθη επί θερμής και λίας επιδερμίδος, ήτις εφαίνετο χρησιμεύουσα ως θήκη εις ζώσαν και πάλλουσαν καρδίαν· ήδη δε ήπλωνε και την άλλην χείρα, αλλά κατ' εκείνην την στιγμήν προκύψασα, όπισθεν νέφους η σελήνη έλαμψε πασιφαής επί του προσώπου και του γυμνού στήθους του αγιωτάτου Πάπα Ιωάννου του ογδόου.

Να σάςε ζήση η νεοφώτιστη, είπε προκύψασα από το πανωπόρτι μία γραία γειτόνισσα, ήτις ευρισκομένη εις την εκκλησίαν ήκουσε και αυτή ότι το παιδί τωνόμασαν Αχλαδία. Πράγματι δε κάτι τοιούτον είχε συμβή. Επειδή ο Μανώλης εδυσκολεύετο να συγκρατήση εις την μνήμην του το ασυνήθιστον όνομα, η αδελφή του, μετά πολλά μάταια πειράματα, του είπε νάχη στο νου του την «αχλαδιά», διά να το θυμηθή.