United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ο Όλυμπος μου ενθυμίζει μίαν καλήν ιδέαν, πρέπει όμως και συ να βοηθήσης και να κοπιάσης ολίγον. ΧΑΡ. Να διατάσσης μόνον και θα σε υπηρετήσω όσον δύναμαι.

Αλλ' αφού τοσαύτα είπομεν περί του ακράτου ρωμαντισμού του ποιητού, μη στέργοντος να ψαλλιδίση της φαντασίας του τα πτερά, αδύνατον είναι να μη παραθέσωμεν απόγευμα και της τοιαύτης εμπνεύσεως, προς τούτο δε εκλέγομεν τους στίχους, των οποίων αυτός ο ποιητής συνίστα ημίν επιμόνως διά της τελευταίας επιστολής του την ανάγνωσιν και την παραβολήν προς ομοίαν εικόνα εν τω «Κανάρη» του απομονωθέντος σήμερον Παράσχου: Βλαχάβα ποιος σ' εγέννησε, ποιά μάνα, ποιος πατέρας; Ο Όλυμπος αγάπησε την ώμορφη την Όσσα. . . . . Μια νύχτα ήταν άνοιξη, χαρά Θεού γαλήνη . · . . Κρυφομιλούνε τα βουνά, ολονυχτίς ρωτιώνται· Και σαν εβγήκε ο Αυγερινός κι' αρχίσανε τα ρόδα Να ξεφυτρώνουν της αυγής ψιλά στα κορφοβούνια, Ο Όλυμπος εκύτταξε την ώμορφη την Όσσα, Την είδε που κοκκίνιζε σαν ντροπαλή παρθένο, Και γέρνει, γέρνει την κορφή και τη φιλείτο στόμα, Κι' ευθύς μ' εκείνο το φιλί πούναι ζωή και φλόγα· Ανάφτουν, ζωντανεύουνε της νειόνυφης τα σπλάγχνα, Και δεν επέρασε καιρός, χρόνοι πολλοί και μήνες Π' ακούστηκε σα μια βοή μες τ' Άγραφα τον Πίνδο Τ' αρματωλού το πάτημα του φοβερού Βλαχάβα.

Έτσι και συ τώρα κάνε ό,τι νομίζεις καλόν, ως να είσαι κυβερνήτης• εγώ δε ως επιβάτης θα υπακούω με σιωπήν και ησυχίαν εις όλας σου τας διαταγάς. ΕΡΜ. Καλά λέγεις• εγώ ξέρω τι πρέπει να γείνη και θα εύρω το κατάλληλον μέρος διά να επισκοπήσωμεν τα ανθρώπινα πράγματα. Λοιπόν ο Καύκασος είνε κατάλληλος ή μάλλον ο Παρνασσός• αλλά και από τους δύο καταλληλότερος είνε ο Όλυμπος.

Είθε σ’ εμέ να είναι γραφτό οι λόγοι μου και τα έργα μου αγνά, σεμνά να είναι ότι, για τούτα, υπάρχουνε νόμοι υψηλοί και υπέρτατοι, που στον αιθέρα εγέννησε πατέρας τους ο Όλυμπος. Απ’ τους θνητούς δεν έγειναν, δεν τους αποκοιμά η Λήθη Μεγάλη όσο και αγέραστη μέσα τους κατοικεί θεότης. Αντιστροφή α΄

Ο Όλυμπός σας φαίνεται ακόμη υψηλότερος· όρθιος επί της κορυφής κραυγάζεις προς εμέ: «Ανάβηθι, και θα ίδης απόψεις, τας οποίας ουδέποτε εμάντευσεςΠιθανόν! Και όμως, επαναλαμβάνω: «Φίλε, δεν έχω πλέον κνήμας ισχυράς!». Και όταν θα αναγνώσης μέχρι βάθους, νομίζω ό,τι θα με δικαιολογήσης. »Λοιπόν, όχι ευτυχή σύζυγε της πριγκηπίσσης Αυγής· η διδασκαλία σας δεν είνε πρόσφορος δι' εμέ.

Γκόλφι την είχε το χωριό κι' ο Όλυμπος τραγούδι, Τα μάτια τα γραμμένα της και το τρανό όνομά της Σκάζει τους νιους τους δύστυχους, πλαντάζει τες κοπέλλες, Κ' ένα φτωχό βοσκόπουλο κι' ώμορφο κι' αντρειωμένο, Απ' άλλο, μακρυνό χωριό, το μπλέξανεαγάπη.