United States or Australia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχαν κιτρινίσει και μαυρίσει αι ελαίαι, και ήσαν γεμάται από βούλες, και είχαν πέσει άκαιρα. Τόσα «υποστατικά», τόσα «μούλκια», τόσο «βιος», αγύριστα κτήματα, σχεδόν τσιφλίκια, ηπειλούντο να περιέλθωσιν εις χείρας των τοκογλύφων. Εγέννα ή όχι η γη, εκαρποφόρουν ή όχι τα δένδρα, ο τόκος δεν έπαυε. Ανελογίζετο αυτά, κ' έκλαιεν η ψυχή του.

Μετά το φαΐ, καθώς είχε πέσει πεια η νύχτα, κ' ήτανε καθισμένοι γύρω από τη φωτιά, ο Τριστάνος ρώτησε ποιος ήταν αυτός ο ρημαγμένος τόπος. «Ωραίε Άρχοντα, είπεν ο ερημίτης, είναι η γη της Βρεττάνης, του Δούκα Χόελ. Ήταν άλλοτε ωραίος τόπος, με πλούσια λειβάδια και χωράφια: εδώ μύλοι, εκεί μηλιές, εκεί αρχοντικά υποστατικά. Ο κόμης Ριόλ της Νάντης έκαμε την καταστροφή.

γάιδαρος, το βόιδι και ο γεωργός.& Ευρίσκετο εις τα μέρη της Περσίας ένας πλούσιος πραγματευτής, ο οποίος είχε διάφορα υποστατικά και χωρία, ένθα εφύλαγε και διάφορα ζώα διά την χρείαν του· και είχε τούτο το προτέρημα να καταλαμβάνη τις γλώσσες και την ομιλίαν των ζώων, όμως δεν ηδύνατο να την κοινολογήση εις άλλους, διότι εκινδύνευε να χάση την ζωήν του.

Κατιτί από κείνα τα δυνατά και χτυπητά έργα που δε φοβούνται τον καιρό και τους ανθρώπους. Μα τα υποστατικά και τα ζώα, πήρανε με τον καιρό τ' όνομα του νέου αφέντη. Και το επίθετό τους ακόμα έπαθε στον ξεπεσμό. Έγιναν Μορφόπουλοι. Εκείνοι έσκυβαν το κεφάλι, δέχονταν τον κατατρεγμό σα θεϊκή κατάρα.

Πιο πιστό κι' απ' τη γυναίκα κι' απ' τη θάλασσα, κι' απ' όλα ταγαθά του κόσμου. Ας είνε καλά ταμπέλια του Θεού. Οι βαρέλλες δεν αδειάζουν ποτέ. Κι' αν αδειάσουν, ξαναγεμίζουν... — Αυτό, που λες, δε θα μαρνηθή ποτέ. Ποτέ δε θα μαρνηθή. Τύφλα νάχουνε γυναίκες κ' υποστατικά και πλεούμενα και παιδιά και σκυλιά. Όλα μαρνηθήκανε και φύγανε. Πάνε. Αυτό δε θα μαφήση, αν δεν ταφήσω.

Τότε εγώ αποφασίζοντας να ησυχάσω εις την πατρίδα μου χωρίς να ταξειδεύσω πλέον και να λησμονήσω όλα τα φοβερά συμβάντα που μου ηκολούθησαν, ευθύς έκτισα ένα ευμορφότατον παλάτι, αγόρασα υποστατικά, αγόρασα σκλάβους και σκλάβες διά να περάσω την ζωήν μου με τρυφάς.

Προσκυνήσας δε τον βασιλέα ανεχώρησα εις τον οίκον μου χαρούμενος, και πολλά ευχαριστημένος διά την τιμήν και τα δώρα, που με εφιλοδώρησε διά τον κόπον μου και ούτως έμεινα εδώ εις την πατρίδα ευεργετώντας συγγενείς και φίλους, αποκτώντας υποστατικά και κτίζοντας διάφορα παλάτια, ως το βλέπετε, και άλλα παρόμοια κτίρια έως την σήμερον, συνευφραινόμενος με τους συγγενείς και φίλους μου.

Πρώτο πρώτο, που έδιωξε από τη Θράκη τους Ούννουςκατεβασμένους τότες με μεγάλο στρατό και με το βασιλέα τους τον Ούλδη, το φονέα του γνωστού μας Γαϊνάκαι τους ανάγκασε να ξαναδιαβούν τον Ίστρο, αφού ξολόθρεψε μερικούς, κι άλλους πάλε τους έπιασε σκλάβους, και μην ξέροντας τι να τους κάμη τους έστειλε στη Μικρασία να δουλεύουνε στα υποστατικά των πλούσιων.

Η Χλόη, σαν κορίτσι που ήταν, έβγανε αργότερο στη βοσκή τα πρόβατα του Δρύαντα, από το φόβο των άγριων βοσκών. Όταν οι κουρσάροι είδαν παλληκάρι ψηλό κι όμορφο και καλλίτερο από καθετί που θ' άρπαζαν από τα χτήματα, μη δίνοντας πια προσοχή μήτε στα γίδια μήτε στ' άλλα υποστατικά, τον έφερναν στο τρεχαντήρι κλαίγοντας και μην ηξέροντας τι να κάνη και δυνατά τη Χλόη φωνάζοντας.