United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά πε, κ' εγώ προς αυτόν απάντησα και είπα• 270 «κάθιζ', Ευρύλοχε, συ αυτού, να τρώγης και να πίνης, 'ς τον τόπο όπου ευρίσκεσαι, σιμάτο μαύρο πλοίο• εγώ θα υπάγω• φοβερή με υποχρεόνει ανάγκη».

ΠΑΡ. Λοιπόν ομοίως δεν θα επροτίμας και αντί να τρώγης μόνος να τρώγης με άλλον; ΤΥΧ. Αναγκάζομαι να συμφωνήσω μαζί σου. Και του λοιπού θα έρχωμαι, όπως τα παιδιά, κάθε πρωί και κάθε βράδυ να με διδάσκης την τέχνην σου. Και είνε δίκαιον να μου την διδάξης τελείως, αφού είμαι ο πρώτος σου μαθητής. Λέγουν δε ότι και αι μητέρες αγαπούν περισσότερον τα πρώτα των τέκνα. Ή περί ασκήσεων.

Να ζη κάνεις ή να μη ζη; ο Σαίξπηρ ερωτά· λοιπόν to be or not to be; κι' εγώ τον ερωτώ· δεν μου αρέσει τίποτε κι' από τα δυο αυτά, κακό ψυχρό μου φαίνεται κι' εκείνο και αυτό. Είναι, μη είναι; σας 'ρωτώ . . . ήγουν εν άλλοις λόγοις, να ομιλής, να μη 'μιλής; να τρώγης, να μην τρώγης;

Σου έφερα φαγί, είπεν η Σιξτίνα, αποθέτουσα επί της τραπέζης πινάκιον. — Ευχαριστώ, είπεν η Αϊμά. — Η ηγουμένη επιτρέπει να τρώγης λάδι, είπεν η Σιξτίνα. — Δεν με μέλει δι' αυτό, απήντησεν η Αϊμά. — Τούτο το εκάμεν επειδή ήσουν αδύνατη. Άλλως πως οι κανόνες του μοναστηρίου δεν το επιτρέπουν, επειδή είνε σαρακοστή. Η Αϊμά εσίγα. — Φάγε, κόρη μου, είπεν η Σιξτίνα. — Δεν πεινώ.

Τότε ο διογέννητοςαυτόν απάντησε Οδυσσέας• 485 «'Σ τα βάθη της μου εκίνησες, ω Εύμαιε, την καρδία, ένα προς ένα ως έλεγες τα πάθη της ψυχής σου. αλλά πλησίοντο κακό καλό σου 'δωσ' ο Δίας• ότι, αν και τόσα υπόφερες, αλλάτα δώματ' ήλθες ανδρός καλού, 'που εγκαρδιακά να τρώγης και να πίνης 490 σου δίδει, και συ καλοζής• αλλ' εγώ παραδέρνω εις πολλαίς χώραις των θνητών κ' εδώ πάλ' ήλθα ξένος».

Κοροϊδεύεις, Σωκράτη, είπεν ο Αγάθων. Αλλ' αυτά ας τ' αφήσωμεν δι' έπειτα πού θα κριθώμεν εγώ και συ περί της σοφίας μεταχειριζόμενοι ως δικαστήν τον Διόνυσον · αλλά τόρα άρχισε πρώτα να τρώγης. Μετά ταύτα, κατακλιθέντος του Σωκράτους, αφού εδείπνησαν όλοι, έκαμαν σπονδάς, έψαλαν τον θεόν και έγειναν όλα τάλλα τα συνηθιζόμενα, ήλθεν η σειρά να πίουν.

Ου! να χαθής, κηφηναριό... 'στών μελισσών το σμήνος εσύ ζηλεύεις μοναχά την θέσιν του κηφήνος, και θέλεις πάντα χάρισμα να τρώγης 'στήν κυψέλην, οπόταν είσαι μάλιστα γιγαντομάχος Έλλην. Με όλην την σοφίαν σου, την τόσον πνευματώδη, δεν ειμπορείς 'στά σύννεφα και μια φωληά να κτίσης, μηδέ να βγάλης κέρατα σαν τράγος ή σαν βώδι, και μοναχά ως σύζυγος 'μπορεί να ταποκτήσης.

Αυτά είναι τα λόγια που ήκουσα, και έχω χρέος ως φίλος να σε συμβουλεύσω διά καλόν σου· όθεν αύριον ευθύς οπού σου φέρουν τα άχυρα, να σηκωθής και να αρχίσης να τρώγης με όρεξιν και ο αυθέντης από τούτο θα συμπεράνη ότι ιατρεύθης, και μεταβάλλει την απόφασιν ειδεμή και κάμης αλλέως, θα είναι κακόν και ολέθριον δι' εσένα.