United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένα ως τόσο καλό μας κάμνει ο ψαλιδόγλωσσος ο αβοκάτος, κι αυτό χωρίς να το θέλη· που με τα λόγια του μας ξηγάει το &κλειδί& της ρωμαίικης της πολιτικής. Ποιος να πρωτοκλέψη, δηλαδή ποιος να πρωτοζήση δίχως δουλειά, — να το κλειδί. Όλα τάλλα είναι παραμύθια. Παραμύθια είναι κι όσα του αποκρίνεται ο πλαγινός του ο πατριώτης, που τυχαίνει, θαρρώ, να είναι σαν τιμιώτερος, αν κι αυτός ακαμάτης.

Να μου τα πης όμως με το νυ και με το σίγμα. Έτσι, να θαρρέψω πως ταξιδεύω κ' εγώ στην Κρήτη. — Αυτό να το βγάλης από το νου σου· αδύνατο. Ο μεγαλήτερος ο τεχνίτης ένα πράμα ξέρει και παρασταίνει με τρόπο που χωρεί στο νου σου καταπώς είνετον άνθρωπο και τανθρώπινα. Τάλλα, ταπέξω, τοποθεσίες και θέες, ό,τι θέλει ας κάμη, πλανερά θα τα παραστήση.

Κατά τάλλα έτη εσυνήθιζαν οι δύο να πηγαίνουν «κονσέρβα», ως έλεγαν, δηλ. ως δύο συμπλέοντα πλοία, να φέρουν γύραν εις όλας τας οικίας όσαι εώρταζον, και του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Ιωάννου και τας άλλας εορτάς τας εχούσας πολλά ονόματα.

Αφού θα είχα τη δύναμη να κάνω το ένα, θα είχα τη δύναμη να κάνω κι όλα τάλλα. Έπειτα, χάρισμα θα τάκαμνα, παιδιά. Θα είμουν Παναγιά, θα είμουν όμως και ποιητής. Για να γιατρέψω, δε θα γύρεβα πρώτα να με πιστέβη ο άρρωστος ή να πιστέβη πως θα γιατρεφτή. Ο ποιητής τέτοιες έννοιες δεν έχει.

Όπου σέβαλε ο Θεός να δουλεύης, δούλευε. Σου γυρεύει κανένας ψωμί; δίνε του δουλειά κι αυτουνού. Αυτό θα πη ψυχικό. Τάλλα τα ψυχικά είναι για τους σακάτηδες. Οι πιώτεροι στον κόσμο είναι γεροί, και θέλουνε δουλειά, να μην τους σύρη η ακαμωσιά στον κατήφορο, και τότες τρέχα γύρευέ τους, Λεφτέρη μου». Σηκώθηκε ο πάτερ Άγιος, που ναγιάση το στόμα του.

Ξάπλωσε λοιπόν το φιλελληνισμό του σ' όλη τη Συρία, και τη γέμισε θέατρα, στοές, αγώνες, και τάλλα στολίδια που συνήθιζαν οι μεγάλοι να σπέρνουνε σε κάθε χώρα ελληνική. Μα όσο και να φαίνουνταν ανωφέλευτα τα στολίδια εκείνα στην καθαυτό την Ελλάδα, στη Μικρασία όμως που το ζήτημα είταν Ελληνισμός ή Ασιατισμός, ο πρώτος, αν και δεν μπορούσε πια να ριζώση βαθιά, ήταν πάντα ο προτιμότερος.

Και τωόντι, η αντίθετη κατάστασις των ατόμων, που ενεργούνε ή πάσχουνε εις το δράμα, εγεννήθη εις τον περασμένον καιρό, και ο ποιητής εφρόντισε να την φανερώση καθαρά εις την διήγηση, την οποίαν κάνει ο Πρόσπερος της θυγατρός του, και η οποία, σιμά εις τάλλα, χρησιμεύει ως πρόλογος εις την ερχόμενη πράξη. — Ένα παλαιό μεγάλο αδίκημα έμεινε ατιμώρητο· έφθασε η ώρα να παιδευθούν οι κακούργοι, και να λάβουν οι αθώοι την ανταμοιβή τους.

Β’ ΑΝΗΡ Και ο χοροδιδάσκαλος Καλλίμαχος θα φέρη απ' τον Καλλία πλειότερα νομίζεις να προσφέρη; Τι λες εκεί! ο άνθρωπος το βιος θα χάση τώρα! Α' ΑΝΗΡ Κακά μιλείς! Β' ΑΝΗΡ γιατί κακά; Δεν είδες ως την ώρα πως όλα τα ψηφίσματα τραβούν τον ίδιο δρόμο; εξέχασες τι έγινε στου αλατιού το νόμο; Α' ΑΝΗΡ Α, βέβαια. Β' ΑΝΗΡ Κ' εξέχασες και τάλλα τα ψηφίσματα, που βγήκαν για τα χάλκινα και κάλπικα νομίσματα;

Ο Δημητράκης κρατούσε για το σπίτι και τάλλα τα πουλούσε στην αγορά ή τάλλαζε με σιτάρι κι αραποσίτι που δεν έκανε η αυλή του· Ο Αριστόδημος για τούτα όλα δεν έλεγε τίποτα· ούτε ρώταγε πως κυβερνιέται το σπίτι· Έτρωγε καλά, ντυνότανε καλήτερα, έκανε τις ιδιοτροπίες του και τόβρισκε φυσικό! Μάλιστα η καλοζωή κ' οι περιποίησες της Ελπίδας τον έκαναν πολλές φορές πιο απαιτητικό και ιδιότροπο.

Οι δε Αθηναίοι, επειδή είχαν πάθει πολλά από την νόσον και τον προ μικρού αρξάμενον και ήδη εις ακμήν ευρισκόμενον πόλεμον, ενόμισαν ότι μέγα θα ήτο το έργον, εάν μαζί με τάλλα επεχείρουν τον πόλεμον και κατά της Λέσβου, η οποία είχε ναυτικόν και δύναμιν ακεραίαν, και δεν επίστευσαν κατ' αρχάς εις την κατηγορίαν εκείνην, διά μόνον τον λόγον ότι επεθυμούσαν να ήτο ψευδής· εν τούτοις, αφού έπεμψαν πρέσβεις εις τους Μυτιληναίους και δεν ηδυνήθησαν να τους πείσουν να παύσουν την συνάθροισιν και τας πολεμικάς παρασκευάς, ήρχισαν να φοβώνται και ηθέλησαν να τους προλάβουν.