United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Αλήθεια· και εγώ νομίζω πως τα ιδίωμα της φιλο- δοξίας είναι τόσον άυλο, τόσον ελαφρό, ώστε αυτή άλλο δεν είναι ειμή σκιά σκιάς. ΑΜΛΕΤΟΣ Λοιπόν οι πένητές μας είναι σώματα, και οι βασιλείς και οι τεντωμένοι μας ήρωες σκιαίς των πενήτων μας. — θα πάμε εις την Αυλήν, διότι, μα τον Θεόν, δεν είμαι εις κατάστασιν να σκέπτωμαι ΓΥΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ και ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Θα μας έχης σιμά σου.

Βέρθερε, εσυνέχισε τότε . . . και η γυναίκα αυτή έφυγε πια! Θεέ! Όταν κάποτε σκέπτωμαι πως αφίνει κανείς να παίρνουν το αγαπητότατον ον της ζωής του, και κανένας δεν αισθάνεται τούτο τόσον πολύ παρά τα παιδιά, τα οποία επί πολύ ακόμη παραπονούντο πως οι μαύροι άνθρωποι επήραν τη μαμά! . . .

Διότι δεν δύναμαι να σκέπτωμαι τα αυτά, όταν αποβλέπω εις όσα έχω πάθει παρ' αυτού και συγχρόνως εις τους λόγους τους οποίους θ' ακούω. Ως θα ίδετε, οι λόγοι τους οποίους θα σας είπη θα είνε ομοιότατοι προς τους ιδικούς μου, η διαγωγή του όμως είνε τοιαύτη, ώστε πρέπει να λάβω μέτρα διά να μη πάθω χειρότερα.

Η κατατρόπωσις ούτω έγινε γενική και πολλοί ηχμαλωτίζοντο, πολλοί δε και εφονεύοντο και το αίμα έρρεεν άφθονον εις τα νέφη, ώστε να βάφωνται και να φαίνωνται κόκκινα, όπως τα βλέπομεν από την Γην κατά την δύσιν του Ηλίου• πολύ δε και έσταξε κάτω εις την Γην, ώστε να σκέπτωμαι μήπως και κατά τους παλαιούς χρόνους συνέβη κάτι τοιούτον επάνω και ο Όμηρος ενόμισεν ότι ο Ζευς έβρεξεν αίμα διά τον θάνατον του Σαρπηδόνος.

Επερίσσευον μετά τον ενταφιασμόν του πατρός μου ολίγα χρήματα εκ της πωλήσεως του δακτυλιδιού, αλλά το ποσόν ήτο ασήμαντον και μόλις εξήρκει διά την εκ Σπετσών αναχώρησιν, περί της οποίας ήρχισα αμέσως τότε να σκέπτωμαι. Δεν ήσαν αι Σπέτσαι ο αρμόδιος δι' εμέ τόπος. Το εμπόριον απαιτεί τάξιν και ασφάλειάν τινα και ησυχίαν.

Η διήγησις του γέροντος Φ. ήτο ζωηρά εις την μνήμην μου κ' έβλεπα την αράχνην, ακίνητος, εκπεπληγμένος, αν θέλετε δε, και μέ τινα δεισιδαίμονα φόβον! Αλλ' άμα παρήλθεν η πρώτη έκπληξις, άρχησα να σκέπτωμαι, διατί ευρέθη εκεί η αράχνη και προπάντων, πώς εμβήκε; Τα φορέματα είχα τοποθετήση και τυλίξη με το σινδόνι εγώ αυτός και ο ίδιος εκλείδωσα τον μάρσιππον.

Η σκηνή εκείνη έμεινεν ανεξάλειπτος εις την μνήμην μου και την ανακαλώ άκων πάντοτε, οπόταν σκέπτωμαι περί της ματαιότητος των επιγείων. Ιδού ο άνθρωπος! Ο θάνατος ήπλονεν ήδη τα μαύρα πτερά του και επήρχετο το σκότος, η ανάπαυσις, το τέλος• ο δε θνήσκων, ο αγαθός, ο γενναίος, ο φιλόστοργος γέρων εκίνει αυτομάτως την χείρα όπως προφυλάξη το υποκάμισόν του! Ματαιότης ματαιοτήτων !

Ήμουν πρόθυμος να κάμω κάθε θυσία για να της εμποδίσω κάθε δυστυχία. Και πόσον θα ήθελα να πάω να την παρηγορήσω. Ας ήτο μεγάλη· η αγάπη μου θάταν πάντα η ίδια. Αλλά πώς να της πω τέτοια πράμματα, που, και μόνο να τα σκέπτωμαι, ντρεπόμουνα και μου φαίνοντανε τεράστια; Η μέρα που θάφευγα για την πόλη πλησίαζε κήμουν περίλυπος.

Αφού απέκτησα, εβασανιζόμην από την ιδέαν του τι θα φάγω. Και εσκέφθην: — Δεν είχον οβολόν, και δεν είχον ανάγκην. Ιδού είς οβολός, όστις δέκα ανάγκας μου γεννά. Εάν αποκτήσω δέκα οβολούς, θα μου γεννήσουν εκατόν ανάγκας· και οι εκατόν, θα μου γεννήσουν χιλίας. Τι λοιπόν θα απογίνω, εάν καταντήσω και εκατομμυριούχος; Βεβαίως δεν θα σκέπτωμαι τότε άλλο, ειμή πώς να μη αποθάνω από την πείναν! δ'.

Θα εντρεπόμην αν δεν το ωμολόγουν. ΤΥΧ. Ώστε, όταν θέλωμεν να σε γνωρίσωμεν εις κανένα εξ εκείνων οίτινες δεν σε γνωρίζουν, πρέπει να σε είπωμεν παράσιτον; ΠΑΡ. Πολύ μάλλον πρέπει να λέγεται περί εμού τούτο παρά ότι ο Φειδίας ήτο αγαλματοποιός• διότι υπερηφανεύομαι διά την τέχνην μου όχι ολιγώτερον παρ' όσον ο Φειδίας διά τον Δία του. ΤΥΧ. Μου έρχεται να ξεκαρδισθώ όταν σκέπτωμαι κάτι τι.