United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κεγώ δεν τόλμησα να ζητήσω εξήγηση, αν κιαυτό πούπε το Βαγγελιό δε μούτον ολότελα ευκολονόητο. Η αποσβόλωσή μου αύξαινε από τις πολλές απορίες, πούπεοαν διά μιας στο λογισμό μου. Γιατί τώρα δεν τολμούσα να κυτάξω το Βαγγελιό στα μάτια; Γιατί την ντρεπόμουνα, σα να την έβλεπα πρώτη φορά; Γιατί έλεγε πως τώρα που μεγάλωσα δεν έπρεπε να με φιλούν; Κεγώ πούμουν τόσον ανυπόμονος να μεγαλώσω!

Ήμουν πρόθυμος να κάμω κάθε θυσία για να της εμποδίσω κάθε δυστυχία. Και πόσον θα ήθελα να πάω να την παρηγορήσω. Ας ήτο μεγάλη· η αγάπη μου θάταν πάντα η ίδια. Αλλά πώς να της πω τέτοια πράμματα, που, και μόνο να τα σκέπτωμαι, ντρεπόμουνα και μου φαίνοντανε τεράστια; Η μέρα που θάφευγα για την πόλη πλησίαζε κήμουν περίλυπος.

Κάθισε· κάθισε να σ' τα πω! Και καθίσας πρώτος εκείνος ήρχισε προσπαθών να διηγηθή τα γενόμενα και ν' απαρτίση εις έν όλον τα πράγματα, τας εντυπώσεις αυτού και τα αισθήματά του. — Μπήκα, που λες, Μαριώ μου, κ' ένας υπηρέτης, — ντρεπόμουνα που τον κύτταζα, τόσο ωραία ρούχα φορούσε . . . — Τι τα θέλεις τώρ' αυτά, διέκοψεν ανυπομονούσα η κυρά Δημήτραινα. Λέγε, τι έγεινε! — Στάσου δα, μη βιάζεσαι.

Ξέρεις ποιος είν' ο Λύκος; Αυτός ο Λύκος είν' ο γυιός του γείτονα του Λάβα, ψηλός και καλοκάμωτος και σε πολλούς αρέσει. Για κείνου εκεί τον έρωτα λιγώνετ' η Κυνίσκη. Άκουσα κάποτε κ' εγώ γι' αυτό να ψιθυρίζουν, μάκανα πως δεν τάκουσα, χωρίς να το ξετάσω· ντρεπόμουνα τα γένεια μου έτσι σαν άντρας πούμαι.

Τα λόγια του μετρημένα σαν κορίτσι! Τα μάτια σκυμμένα. Ένα λόγο να του πης κοκκινίζει και γίνεται παπαρούνα. Και τον χάιδευε στον ώμο. Ο Μοναχάκης κοκκίνιζε, έσκυβε τα μάτια. Ο γέρος αναστέναζε. Τάφερνε γύρω για να θυμηθή πάντα τη μακαρίτισσα τη γυναίκα του. — Έτσι ήμουνα κ' εγώ παιδί. Όταν έδωκε ο Θεός και πήρα τη μακαρίτισσα τη μάννα σας, ντρεπόμουνα να της μιλήσω.