United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήμουν πρόθυμος να κάμω κάθε θυσία για να της εμποδίσω κάθε δυστυχία. Και πόσον θα ήθελα να πάω να την παρηγορήσω. Ας ήτο μεγάλη· η αγάπη μου θάταν πάντα η ίδια. Αλλά πώς να της πω τέτοια πράμματα, που, και μόνο να τα σκέπτωμαι, ντρεπόμουνα και μου φαίνοντανε τεράστια; Η μέρα που θάφευγα για την πόλη πλησίαζε κήμουν περίλυπος.

Ο κίνδυνος ήτο ίσως δι' όλους ημάς, αλλά δι' εκείνον και μόνον εσκεπτόμην. Εφοβούμην δι' εκείνον. Ήθελα να τον εμποδίσω από του να με ακολουθήση. Αλλά πώς; Να τον διατάξω να επιστρέψη οπίσω; Επί τίνι προφάσει; Επροσπάθουν να εξεύρω τον τρόπον και δεν εύρισκα. Είχομεν φθάσει υπό την σκέπην των τελευταίων δένδρων.

Συ όμως, αν και είσαι δούλη και σε κατέκτησαν ως λάφυρον, θέλεις να διώξης εμέ από το σπίτι μου και να γίνης κυρία. Και με τα φάρμακά σου έκαμες τον άνδρα μου να με μισήση και όλη μου η γαλήνη εχάθη. Διότι είναι τρομερά η ψυχή των γυναικών της Ασίας εις το να βρίσκουν αυτά τα μέσα. Αλλ' απ' αυτά θα σε εμποδίσω εγώ και εις τίποτε δεν θα σε ωφελήση αυτό το ιερόν της Νηρηίδος.

Νόμιζα τότε πως σ' αγαπούσα και πως είμουνα ευτυχισμένη. Είτανε γιατί δε γνώριζα τίποτε και δεν εννοούσα τίποτε. Τώρα γνωρίζω τι σημαίνει και θέλω να σ' ευχαριστήσω. Πριν προφτάσω να το εμποδίσω, άρπαξε το αριστερό μου χέρι και το φίλησε κι όταν έκαμα να το τραβήξω, το κράτησε σφιχτά και το ξαναφίλησε στο μέρος που φορούσα το δαχτυλίδι.

Ησθάνθην την κεφαλήν μου ιλιγγιώσαν εκ της απιστεύτου αυθαδείας του ξένου. Ώρμησα κατόπιν αυτού, και τον συνέλαβον από της χειρίδος. — Πού πας; ανέκραξα. Πίσω! Μην ετρελλάθης χριστιανέ! — Κοιμάται ή έξυπνη είνε; μοι απήντησεν απαθώς. — Πού είσαι; Εδώ είνε μέρος ιερόν, είνε άσυλον! — Μην κάμνης θόρυβον, μη την εξυπνήσης, μοι είπεν ησύχως. Δεν ηδυνήθην να τον εμποδίσω και ήνοιξεν ήδη την θύραν.

Τέλος πάντων εκατάλαβα ύστερον από κανένα χρόνον, ότι η πατρική μου περιουσία ήτον πολλά ωλιγοστευμένη· ο φόβος διά να μην πέσω εις δυστυχίαν με έκαμε να σταθώ διά να την εμποδίσω. Και ούτως αποφάσισα μη κάμω καμμίαν συντροφίαν, και να υπάγω να πραγματευθώ εις το βασίλειον της Γολκόνδας.

Αλλ' αφού επέρασαν δέκα χρόνια οι αυτές αδελφές μου ηθέλησαν πάλιν να υπανδρευθούν· εγώ προσεπάθησα να τας εμποδίσω, αυτές όμως μου επρόβαλον τα δικαιολογήματά τους, ότι η γυναικεία φύσις όταν συνηθίση με άνδρα, είνε δύσκολον να ζήση χωρίς αυτόν.

Μίαν ημέραν λέγει του πατρός της· ζητώ μίαν χάριν και παρακαλώ την πατρικήν σου αγάπην να μη μου την αρνηθής. Απεκρίθη ο πατήρ της· εάν το ζήτημα είναι εύλογον, σου τάζω να το τελειώσω. Λέγει η Χαλιμά· είναι τόσον ευλογώτατον και δικαιότατον, ώστε έβαλα σκοπόν διά να εμποδίσω αυτόν τον σκληρόν και θηριώδη νόμον, και τον άδικον φόνον των κορασίδων της πολιτείας.

Θορυβώδεις, αυθάδεις και πεινασμένοι, προσήλωναν επάνω μου τα κόκκινα μάτια των, ως να μη επερίμεναν παρά την στιγμήν της πλήρους ακινησίας μου διά να με καταβροχθίσουν. Με ποίαν τροφήν, εσκέφθην, εσυνήθισαν μέσα εις αυτό το πηγάδι! Παρ' όλας τας προσπαθείας μου να τους εμποδίσω, έφαγαν ό,τι είχε το πιάτο, καθώς και μερικά αποφάγια.

Μου επιτέθηκε και ήθελε να με σκοτώσει.» «Να σας σκοτώσει; Για το τίποτα; Αχ, αυτός ο άνθρωπος και οι θείες μου κάνουν τόση φασαρία για μικροπράγματα, ενώ εκεί πέρα υπάρχει κόσμος που κάνει χρέη εκατομμυρίων και κανείς δεν το ξέρειΤη γριά όμως δεν την ένοιαζε καθόλου ο κόσμος εκεί πέρα. «Αναγκάστηκα να πάρω το λοστό για να τον εμποδίσω!