United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


— Κ' εγώ θα περάσω! είπεν ο χωροφύλαξ. — Εμπρός! Ο χωροφύλαξ έβγαλε το αμπέχονόν του, και το έτεινεν εις τον σύντροφόν του, μείνας με το υποκάμισον. Έκαμε το σημείον του Σταυρού. — Αν περάσω πέρα, μου το ρίχνεις, είπε. Εδοκίμασε να πατήση επί του στενού, επιάσθη από τον βράχον. Μετά έν βήμα ωπισθοδρόμησε. — Μ' έπιασε ζαλάδα, είπεν.

Η τρίχες όσο βρέχουνται το σώμα του βαραίνει, Και ήταν κοντά να νεκροθή, που αυτά τα λόγια κρένει. 200 » Μ' αυτό σου, Φουσκομάγουλε, το κάμομα, μη ελπίσης » Τον καρδιογνώστην Ουρανό ποτέ σου ν' απατήσης. » Με πονηριά και με ψευτιά φιλία πρώτα δείχνεις, » Κιαπέ στα βάθη του νερού μ' οχτροπαθιά με ρίχνεις. » Δεν ήσουν άξιος να βαλθής μ' εμένα να μαλόσης, 205 » Σε πάλεμα, σε τρέξιμο, και σε γροθιαίς να σώσης. » Μον σαν ανάξιος και άναντρος, με δόλο και με πλάνο, » Να με φονέψης, μ' έσυρες στη λίμνην αποπάνω. » Ωστόσο βλέπει ο Ουρανός. το άδικο δε στρέγει· » Και ξεπλερόνει σε καιρόν εκείνον που του φταίγει. 210 » Δε μένεις ατιμώρητος· απαίδευτος δε μνήσκεις, » Και οχ τους αντρείους Ποντικούς ογλήγορα το βρίσκεις.

Τη δουλειά του ; τον έκοψε ο Πέτρος τάχα φουρκισμένος. Τη δουλειά του κυττάει; Τι λες αφέντη! Δε ρίχνεις μια ματιά στο χτήμα του να ιδής; — Το ξέρω· κάνει ανασκαφές. — Ανασκαφές! κάνει ανασκαφές! Και το λες τόσο ήσυχα! Δε ρωτάς λοιπόν να μάθης γιατί τις κάνει τις ανασκαφές ; — Να ξεθάψη τα χτίρια των παππούδων του· τι μ' αυτό; — Και να θαμπώση τον κόσμο· επρόσθεσε βιαστικά ο χωριάτης.

Ας είναι! είπε μετά στεναγμού η γραία. — Την άλλη νύχτα πάλι, ανίσως και δεν εύρης άλλο καταφύγιο εις μέρος πλειο κρυφό, και πλειο σίγουρο, έρχεσαι, και μου ρίχνεις ένα πετραδάκιαυτό το παράθυρο, ή στο μικρό μπαλκονάκι κατά το γιαλό, κατεβαίνω, σου ανοίγω, και σε κρύφτω πάλι στο κατωγάκι. — Καλά! . . . Μα, για κύτταξε, έφυγε ο Κυριάκος;

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Αλήθεια; εγώ στο κήρυγμα να εμμείνης, λέγω, και πλέον από σήμερα ούτ’ εγώ, ούτε τούτοι ταιριάζει ν’ απευθύνομε σ’ εσέ τον λόγον, που είσαι το ανόσιο μίασμα του τόπου! ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τέτοιαν απότολμην κατηγορία σ’ εμένα ρίχνεις και απ’ το θυμό μου θα γλυτώσης, λέγεις; ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Ήξευρα πως πικρή η αλήθεια που είπα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αυτά δεν σου τα δίδαξε η μαντεία βέβαια.

Είνε καλούπι που η κακή του πάστα αλλάζει και κάθε τι που θα χύσης μέσα του. Της ρίχνης χρυσάφι και σου βγάζει κάρβουνο· της ρίχνεις φωτιά και σου βγάζει στάχτη· της ρίχνεις αίμα και σου βγάζει λαχανόζουμο. Και αν καμμία φορά έβγαλε και λαμπρό μέταλλο πρέπει να φαντασθής πως σε καλλίτερο καλούπι το μέταλλο αυτό θα ήταν ακόμη λαμπρότερο.