United States or Kenya ? Vote for the TOP Country of the Week !


— Κ' εγώ θα περάσω! είπεν ο χωροφύλαξ. — Εμπρός! Ο χωροφύλαξ έβγαλε το αμπέχονόν του, και το έτεινεν εις τον σύντροφόν του, μείνας με το υποκάμισον. Έκαμε το σημείον του Σταυρού. — Αν περάσω πέρα, μου το ρίχνεις, είπε. Εδοκίμασε να πατήση επί του στενού, επιάσθη από τον βράχον. Μετά έν βήμα ωπισθοδρόμησε. — Μ' έπιασε ζαλάδα, είπεν.

Παπά, την δαμπάδα μου! Και έτεινεν ο ασθενής μικράν λαμπάδα του Πάσχα, ην είχε φυλαγμένην παρά το προσκεφάλαιόν του, παρακαλών τον ιερέα ν' ανάψη αυτήν, όστις και το έπραξε μετ' ευχαριστήσεως. Κ' έλαμψε τότε ο οικίσκος περισσότερον από τα διπλά φώτα.

Δος μου την επιστολήν! Αυθέντα. Δος μου την επιστολήν! Έλαβε την πινακίδα, την οποίαν τω έτεινεν ο Βινίκιος απηύθυνε χαιρετισμόν προς τους χριστιανούς και άλλον προς τον ασθενή, και κυρτωμένος ωλίσθησε κατά μήκος του τοίχου μέχρι της θύρας· μεθ' ο ώρμησε έξω. Εξερχόμενος εφοβείτο μήπως τον ακολουθήση ο Ούρσος και τον φονεύση και ηθέλησε να τρέξη, αλλ' οι πόδες του είχον παραλύση.

Η Σοφία, έτεινεν ισχυρώς τα ώτα, και οι ψίθυροι εγίνοντο ευκρινέστεροι. Τότε εσηκώθη σιγά, επάτησε με τους πόδας γυμνούς δύο βήματα, και ήνοιξεν έν μικρόν συρτάρι εις χαμηλόν σκαμνοτράπεζον παρά τον τοίχον. Την στιγμήν που ήνοιξε το συρτάρι ενθυμήθη να επικαλεσθή τα θεία.

Εκεί, θεώμενος από των παραθύρων του τα μελανά της Ακαρνανίας όρη και βαθύτερον τας κυανάς κορυφάς του Ζυγού, αναπνέων την βαλσαμώδη αύραν, ήτις προσέπνεεν από τας ελάτας των ηπειρωτικών βουνών και από τα βάθη του Αμβρακικού κόλπου, αναπολών την αιματηράν ιστορίαν του Αλή- Πασσά και τα καρυοφίλια των αρματωλών, ανέπλαττεν εν εκστάσει της Φροσύνης τον έσχατον στεναγμόν, πνιγόμενον υπό τα κύματα της Λίμνης, και τους άθλους των Σουλιωτών επί των βράχων της Κιάφας· έβλεπε το οικτρόν φάσμα του Θανάση Βάγια, και την σεμνήν μορφήν του Σαμουήλ, ανατινάσσοντος το Κ ο ύ γ κ ι εις τον αέρα, και έτεινεν άπληστον το ους, οιονεί προς μακρυνήν τινα και μυστηριώδη μελωδίαν, προς την αρμονικήν λαλιάν των κλεφτών, την οποίαν μετά τοσαύτης θρησκευτικής ευλαβείας απεταμίευσεν εις τα ποιήματά του.

Έμενον δε νυν αντικρύ των, προκλητικά ρίπτοντες επ' αυτούς βλέμματα, και οι δύο ουραγοί του Μανώλη, απώτερον ιστάμενοι και δυσκολευόμενοι να εννοήσωσι την στρατηγικήν του αρχηγού των. Μόλις είχεν αναβή ο Μανώλης εις του Σπληνογιάννη, και παράθυρόν τι ελαφρώς τρίξαν υπανεώχθη αντικρύ. Εις το άνοιγμα του παραθύρου εξήλθεν η Τσιρογεώργαινα και έτεινεν άπληστον το ους.

Και ύψου την φωνήν, κ' έτεινε τον λαιμόν, και προέτεινε το στήθος, ατενώς βλέπων προς το έρημον πέλαγος, και διώρθου τα ιστία, και μετέστρεφε το πηδάλιον, κ' εχαλάρου τα σχοινία, και έτεινεν άλλα, στερεών τα υψηλότερα πανία άτινα, ως μετέωρα, μετά δεινού πατάγου εκτυπούσαν, ως πτέρυγες ορνέων παμμέγισται, του εφαίνοντο.

Η Ιωάννα συνεσφίγγετο τρέμουσα εις τα στήθη του συντρόφου της, και αυτός δε ο όνος έτεινεν ανησύχως τα ώτα, προχωρών μετά περισκέψεως και δειλίας ως στρατιώτης του Πάπα εις το πυρ των μαχών.

Ούτω έσφιξαν οι δυο άνδρες τα χέρια, όπερ πρότερον μέχρι τούδε δεν είχον κάμει· και η Μπαμπέττα επίσης έτεινεν εις τον Ρούντυ το χέρι με ειλικρινή συμπάθειαν και της έσφιξε αυτός το χέρι και την εκύτταζε με επίμονον βλέμμα, ώστε αυτή έγινε κατέρυθρος.