United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βάρεσε τότες τ' αλόγα τα τρέξουν· και πετούσαν 45 με ζήλο ανάμεσα της γης και τ' ουρανού τ' αστρένιου. Έτσι ήρθε στη μυριόπηγη κυνηγοβόσκητη Ίδα, στο Ξάγναντο, πούχε κλησιά, βωμό μοσκαχνισμένο· εκεί τα ζα του ξέζεψε απ' το πανώριο αμάξι, τάδεσε και με ένα πυκνό τα σκέπασε σκοτάδι. 50 Έκατσε απέκει στην κορφή δοξοκαμαρωμένος, και μια την Τροία κοίταζε μια το καραβοστάσι.

Αν ήταν και κανένας βάρυπνος, να βαρυκοιμάται ακόμη, ξύπναε κι αφτός, τρομαγμένος από την ποδοχαλή που εγινόταν όξω στους δρόμους· από τις σπαραχτικές φωνές τω γυναικών, που εθόλωναν τον αέρα κ' εσειώταν ο τόπος. Βαρύς κι ολόχοντρος εκρεμόταν περακιανά στο ξάγναντο, απάνου στο σύνορο του χωριού, της Δραμαλούς ο πύργος.

Άλλοι εχαμογέλασαν και άλλοι εμπαιζογελούσαν μαζί του. Ωστόσο ο Λίακας κάθεται για να φάη καλά, να πάρη απάνου του· κάθεται για να πιη, να γίνη σκνίπα. Ν' αντρειωθή κιόλα με το κρασάκι το βλογημένο. Ναρματωθή κιόλα, να πάη στο ξάγναντο, να πηδήση την ποριά, να μπη στο περιβόλι που θα ήταν το στοιχειό, να το βγάλη σε σβίδο.

Την είχε πάρει ο Διάκος Χρονιάρικη ’ς τα Γιάννινα κι' από τ' αστέρι πούχε Καταμεσής ’ς το μέτωπο την έκραζεν Α σ τέ ρ ω. Έβραζ' ο πόλεμος μακρά και κούφια τη βοή του Την έφερν' ο αντίλαλος σα μούγκρισμα πελάγου. Όλοι προσμένουνε βουβοί... Κανένας πεζοδρόμοςτο ξάγναντο δε φαίνεται... ο Μήτρος, πουν' ο Μήτρος;

Μια και δυο γέρνουν πάλι στο χωριό, και παν στου Παπα-Ξυδέα. Με καρδιοχτύπι και τρομάρα πιάνουν και του μολογούν λαχανιασμένοι: το και το, παπά μου! Παίρνει ο παπάς το θυμιατό και παίρνει το Σταβρωμένο. Περνάει βιαστικά το πετραχήλι στο λαιμό, τον παίρνουν και παν κατά το ξάγναντο στη βάρδια της Δραμαλούς.