United States or Pakistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όπου πατούν τα πόδια της τα λούλουδα ανασαίνουν, Κ' εκείνοι οι μοσχοανασασμοί μυρώνουνε τ' αγέρια, Όπου πετούν ανάλαφρα και την φιλούν 'ςτό στόμα. Όπου περνά, γλυκά-γλυκά την χαιρετά τ' αηδόνι Κρυμμένο μέσα 'ςτά κλαδιά, την χαιρετά τ' αυλάκι, Την χαιρετά ο πιστικός 'ςτή λυγερή φλογέρα, Την χαιρετά κι' όποιος πονεί και ξαγρυπνά για αγάπη. — Πάρετε, απόσκια, πάρετε, να πάψη το 'λιοπύρι.

Άιου! ... ρέκαξε η δόλια η μάννα. Καταϊδρωμένος ο Πέτρος ο Τσαϊπάς ανέβηκε στον τράφο ν' αγναντέψη· δεν είχε δύναμη ούτε όρεξη να πάη μακρύτερα. Το λιοπύρι ήταν ανυπόφορο· έπεφτε και τρυπούσε τη σάρκα σα βελονοβροχή. Τα στεκάμενα νερά της Λάκκας έζεχναν και φαρμάκωναν. Ζερβόδεξα τ' αμπελοχώραφα, τα λιοστάσια, οι καλαμιώνες, τα βάτα κουρνιαχτισμένα κι άτρεμα φαίνονταν πεθαμένα.

Εχώριζε το είνε του σε δυο, άδραζε ένας τον άλλον από το λαιμό, τον έσφιγγε με λύσσα, τον έφτυνε κατάμουτρα, θέλοντας να πλύνη τη ντροπή από πάνω του. — Άτιμε! ταρτούφο!.... θεομπαίχτη! .. . εψιθύριζε. Η λιτανεία ως τόσο ακολουθούσε το δρόμο της. Τώρα προχωρούσε μέσα στο χωριά, από τους κεντρικούς δρόμους. Το λιοπύρι άναβε τα καύκαλα.

Πάντοτε πληθυντικώς. Το θρούμπι, την αλιφασκιά, το σφελαχτό, η μυρτούλα. σ.90 ΘρούμπιΘύμβρα . Thymbra capitala. Αλιφασκιά. Ελελίφασκος . Salvia Pomifera. Σφελαχτός . — Spartium scorpius. Θάμνος ακανθώδης, εκ των πρώτων φυτών άτινα αναγγέλλουσι το έαρ διά των ωραίων κίτρινων ανθέων των. Δακρύζουνε τ' απάρθενα τα χιόνιατο λιοπύρι. σ. 90 Απάρθενα Αειπάρθενα. Λιοπύρι , η ηλιακή θερμότης.

Αυτοί 'ςτη βρύση του Ζαβογιάννη κι εμείς 'ςτου Τρίκκα. Μια τουφεκιά τόπον αλάργα. Μέσ' του Τρίκκα, τα σύγνεφα μας σκέπασαν τον ήλιο και βαθιά αχολόγησε μια βροντή. Όσο μας δρόσισαν τα σύγνεφα που μας ίσκιωσαν από το λιοπύρι, τόσο μας φόβισε η βροντή. Σηκώθηκε κ' έν' ανεμόχολο δυνατό ξάφνου, που τύλιξε μεσουρανής τον κορνιαχτό κ' επάσχιζε να ξερριζώση τα δέντρα.

Τις εκκλησιές, τις πέτρες και τους πύργους, τα φίλησα, τα τείχη τα αγάπησα μέσα στο λιοπύρι του μεσημεριού. Και σκληρά σκληρά στάθηκα στους ρωσικούς τους λόφους του Άγιου Στέφανου, εκεί που δεν είναι άλλο καλλίτερο μέρος για να σταθεί το Γένος όλο, να κοιτάζει την παρμένη Πόλη. Σκληρότατα οι Ρώσοι ξεδιάλυσαν τα όνειρά μου τα βυζαντικά και μ' έδεσαν αλύπητα με την τωρινή κατάστασή μου.

Αέρας ζεστός και μοσκοβολισμένος χύθηκε μέσα στο δωμάτιο. Πλατύ φωτεινό σεντόνι απλώθηκε απάνω στο τραπέζι, αγκάλιασε φιλόστοργα τις γέρικες βιβλιοθήκες, έκαμε τα χερόγραφα να τρίξουν και ν' αναδεφτούν σαν το ναρκωμένο φίδι στο ανοιξιάτικο λιοπύρι.

Και δε δύνονταν να μας δροσερέψουν ούτε η πρασινάδα του αριού λόγγου που διαβαίναμε, ούτε της ρεμματιάς το τρεχάμενο λιγοστό νερό. Μαραμένες από το λιοπύρι και ξεδροσισμένες εκρέμονταν από τα πουρνάρια η αγράμπελες, παρόμοιες με την κόρη του Θεόκριτου ύστερ' από το κρυφό πλάγιασμά της με το ερωτεμένο το βοσκόπουλο.

Κ' έτσι το βράδυ βράδυ της μέρας εκείνης, που δεν τους έκαιγε πια το λιοπύρι, που ο μπάτης ψιλοφυσούσε, μοιρασμένοι σε παρέες οι στρατιώτες γλεντίζανε μέσα στην απλάδα με φαγοπότια και με παιχνίδια.

Άμα λοιπόν ζορίστηκε η Βερίνα στα 479, μαζεύουν οι φίλοι της Λεοντίας μερικούς πλερωμένους, κ' ένα μεσημέρι, εκεί που σύχαζαν όλοι με το λιοπύρι, πέφτουν καταπάνω στο παλάτι. Μόλις πρόφτασε και πήδηξε από παράθυρο ο Ζήνωνας και γλύτωσε. Φίλος όντας του βασιλέα τότες ο Ίλλος, ξεκινάει από τη Χαλκηδόνα με μερικούς Ισαύρους και σταματάει το κίνημα.