United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένας κοντός άνθρωπος, μαύρος, που σχετιζότανε με την Ιερή Εξέταση, καθισμένος πλάι του, έλαβε ευγενικά το λόγο και είπε! — Είναι φανερό, πως ο κύριος δεν πιστεύει στο προπατορικό αμάρτημα· γιατί αν όλα είναι άριστα, τότε δεν υπάρχει ούτε αμάρτημα ούτε τιμωρία. — Ζητώ πολύ ταπεινά συγγνώμη από την εξοχότητά σας, απάντησε ο Παγγλώσσης πολύ ευγενικώτερα.

Η πτώση του ανθρώπου και η κατάρα του Θεού μπαίνουν αναγκαστικά μέσα στον άριστο των κόσμων. — Ο κύριος δεν πιστεύει λοιπόν στην ελευθερία; είπε ο μαύρος άνθρωπος — Η εξοχότητά σας θα με συγχωρήση, είπε ο Παγγλώσσης. Η ελευθερία μπορεί να συνυπάρχη με την απόλυτη αναγκαιότητα, γιατί ήτανε αναγκαίο νάμαστε ελεύθεροι. Γιατί επί τέλους η ετεραρχική θέλησις, . . .

Και αν και αυτό το ασήμαντο ψέμα ήταν κάποτε πολύ της μόδας στους παλαιούς και μπορούσε νάναι ωφέλιμο και στους νεώτερους, η ψυχή του ωστόσο ήτανε πολύ καθαρή, ώστε να μη προδώση την αλήθεια. — Η Δεσποινίς Κυνεγόνδη, είπε πρόκειται να μου κάνη την τιμή να με παντρευτή και παρακαλούμε την εξοχότητά σας να ευαρεστηθή να μάς στεφανώση.

Εγώ θα σε πάρω στην υπηρεσία μου.» «Γιατί δεν μιλά η εξοχότητά σας μαζί τους; Εμένα δε μ’ ακούνε.» «Μήπως εμένα μ’ ακούνε; Προσπάθησα να τους μιλήσω, αλλά σα να τα έλεγα σε ντουβάρι. Εσύ πρέπει να τις πείσεις, εσύ», είπε δυνατά ο άντρας, χτυπώντας τον πάλι με το χέρι στο γόνατο. «Εάν θέλεις πραγματικά το καλό τους, η μόνη διέξοδος είναι αυτή.

Ρώτησα μερικούς σοφούς, αν έπλητταν όσο κι' εγώ σ' αυτό το διάβασμα: όλοι οι ειλικρινείς άνθρωποι μου ομολογήσανε, πως το βιβλίο τους έπεφτε απ' τα χέρια, αλλ' έπρεπε πάντα να το έχουνε στη βιβλιοθήκη, σαν ένα μνηνείο της αρχαιότητας, όπως αυτά τα σκουριασμένα νομίσματα, που δεν περνούνε πια. — Η εξοχότητά σας σκέπτεται τα ίδια και για το Βιργίλιο; ρώτησε ο Αγαθούλης,

Δεν ξέρω τίποτε τόσο κακού γούστου, είπε ο οικοδεσπότης· είναι μικροπράγματα· αλλά από αύριο θα φυτέψω άλλα με σχέδιο πολύ ευγενικώτερο. Όταν οι δυο φιλοπερίεργοι αποχαιρετήσανε την εξοχότητά του: — Λοιπόν, είπε ο Αγαθούλης στο Μαρτίνο, θα ομολογήσετε, πως αυτός, είναι ο πιο ευτυχισμένος από όλους τους ανθρώπους, γιατί ναι πάνω από ό,τι κατέχει.

Έλα, κύριε Ανδράσσυ, και συ, Βίκονσφηλδ, που κάνεις Ότι τάχα δεν ακούεις . . . Είμ' εγώ, ο Δεληγιάννης, Όπου ήλθα μετά τόσου σεβασμού να υποβάλλω Εις την εξοχότητά σας ένα έργον μου μεγάλο Είμ' εκείνος, όπου ήλθα με τον γέρο Ραγκαβή Να ζητήσω για το έθνος των ελλήνων αμοιβή.

Έτρεμε και ίδρωνε και του φαινόταν πως θα λιγοθυμήσει. «Με την προϋπόθεση ότι η εξοχότητά σας θα παντρευτεί την ντόνα ΝοέμιΚαι ο ντον Πρέντου έσκασε πάλι στα γέλια. Γελούσε, αλλά κρατούσε ακίνητο τον Έφις, σαν να ήθελε να τον εμποδίσει να φύγει. «Πόσο διασκεδαστικός είσαι, διάολε! Θα σ’ έχω μαζί μου για όλη μου τη ζωή, έτσι θα με διασκεδάζεις όταν είμαι άκεφος! Θα σε παντρέψω με τη Στεφάνα.