United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις την γενικήν ταύτην επιθεώρησιν των από κτίσεως κόσμου μέχρις ημών σατυρογράφων επροχώρησα με μεγάλην βίαν, βαδίζων ως οι θεοί του Ομήρου, οίτινες έκαμναν δύο βήματα και κατά το τρίτον ευρίσκοντο εις τα πέρατα της οικουμένης, και ως εκ τούτου ούτε χωρία ούτε παραπομπάς επρόφθασα να σημειώσω, λυπούμενος τον τύπον, τον κόπον και τον καιρόν, τον ιδικόν σας και τον ιδικόν μου.

Αλλά προ πάντων αλησμόνητος ήτο όταν, βαδίζων επί των οπισθίων ποδών και κρατών μεταξύ των οδόντων μικρόν δίσκον, περιήρχετο μετά το τέλος της παραστάσεως τας τάξεις των θεατών ταπεινώς υποκλινόμενος προ εκάστου και έπειτα προσηλώνων επ' αυτού ανεκφράστου γλυκύτητος επαιτικόν βλέμμα.

Άνε με ξαναδής στο σπίτι σας να μου φτύξης! εστράφη και είπε μεγαλοφώνως ο Μανώλης. Ακούς; να μου φτύξης! Και προχώρησε βαδίζων ασκόπως, αλλά με σπουδήν. Δεν ηδύνατο να εννοήση τίποτε εξ όλων των γενομένων. Δεν ηδύνατο προ πάντων να εννοήση τι άνθρωποι ήσαν αυτοί, υιός και πατέρας. Ακατανόητοι και δαιμονισμένοι άνθρωποι. Ήθελαν να τον κάμουν γαμβρόν και έπειτα τον μετεχειρίζοντο ως εχθρόν.

Είχα κάτι προαισθήματα, τα οποία εις μάτην εζητούσα ν' αποδιώξω. Κάποια μυστηριώδης φωνή μου έλεγεν ότι περιμένω αδίκως. Πράγματι, επλησίαζε να δύση ο ήλιος, ότε απεφάσισα ν' αφήσω το ζυθοπωλείον. Μόνος και μελαγχολικώς βαδίζων, εισήλθα εις την πόλιν, καταρώμενος τον κακόν δαίμονα του καϋμένου του Σοφοκλή. Αυτήν την φοράν τον έχασα εντελώς.

Κατ' αρχάς έκανα μικρά αναπηδήματα και συγχρόνως εκίνουν τα χέρια μου και κατώρθωνα να χαμηλοπετώ, όπως αι χήνες, ανυψούμενος εις τον αέρα και βαδίζων συγχρόνως.

Άνθρωπός τις ελθών, ως εφαίνετο, μακρόθεν, βαδίζων ακροποδητί, έρπων μάλλον εντός του σκότους, επλησίασεν εις την μεσημβρινήν πλευράν της οικοδομής, την χθαμαλωτέραν, και ηρεύνησε μεταξύ των θάμνων, ως να εζήτει να εύρη τι, όπερ είχε κρύψει εις το αυτό μέρος. Δεν εδυσκολεύθη δε να εύρη το ζητούμενον.

Ο νεώτερος, πρώτος βαδίζων, εισήλθεν εις το μονοπάτι αυτό, επιστρεφόμενος κατά πλευρόν και τείνων την χείρα εις τον γέροντα, όστις εκράτει εκ του αριστερού βραχίονος τον σύντροφόν του, και μόλις διακρίνοντες τα αντικείμενα, πότε προσκόπτοντες επί ξηρών στελεχών ή λίθων, επροχώρησαν επ' ολίγα λεπτά της ώρας εντός του δάσους.