United States or Sweden ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και αφού εθαύμασα αρκετά την εύμορφον και καρποφόρον γην του νησιού, είδα μακρόθεν κάποιες πεδιάδες και επροχώρησα προς τα εκεί· και βλέπω μακρόθεν ένα άλογον, που έβοσκεν εις εκείνα τα λειβάδια.

Έκλεισα την θύραν. Η κλεις ήτο έξωθεν. Την εκλείδωσα και επροχώρησα. Οι χωρικοί με περιεκύκλωσαν αμέσως ερωτώντες περί του ασθενούς. Είπα ότι αποθνήσκει και τους παρεκάλεσα εν ονόματι του Θεού του Ελέους να τον αφήσουν ν' αποθάνη εν ειρήνη. Οι δυστυχείς δεν ήσαν αναίσθητοι. Ελυπούντο εξ όλης καρδίας τον φίλον, τον σύντροφόν των.

Η παρουσία του εις Νεοχώρι μ' εξέπληξε κατά πρώτον, αλλ' ενθυμήθην αμέσως ότι είχε κτήματα εκεί. Διέβην ενώπιον του και επροχώρησα χωρίς να με αναγνωρίση. Που να γνωρίση υπό την χωρικήν ενδυμασίαν μου του φίλου του τον υιόν ! Ενώ διέβαινα έμπροσθέν του εδίστασα, να γνωρισθώ ή όχι; Καλλίτερον όχι, και επροχώρησα. Αλλά μετ' ολίγα βήματα μετενόησα.

Κατ'εκείνην την στιγμήν έβλεπε πιθανώς εις τον ύπνον της τους θριάμβους της εις την Λέσχην, ως υπέθεσα εκ της διαστολής των χειλέων της εις μειδίαμα κατά πάντα όμοιον μ' εκείνα τα οποία εμοίραζεν εις τους χορευτάς της. Επροχώρησα έν άλλο βήμα.

Τα μικρά με παρετήρουν εις κάποιαν απόστασιν από τα πλάγια, και εγώ επροχώρησα εις το μικρότατον, το οποίον είχε πολύ χαριτωμένην φυσιογνωμίαν.

Και εμβαίνοντας μέσα εις την αυλήν του παλατίου, είδα μίαν σκάλαν, εις την οποίαν ήτον πλήθος ανθρώπων εις σχήμα που εφαίνοντο άλλοι να αναβαίνουν και άλλοι να καταβαίνουν, αλλ' όλοι λίθοι ακίνητοι. Από την μεγάλην σιωπήν που ήτον εκεί μου επροξενείτο κάποιος φόβος· αλλ' έλαβα θάρρος και τόλμην, μάλιστα μη βλέποντας άνθρωπον ζωντανόν, επροχώρησα μέσα εις τα ανώγεια και θαλάμους του παλατίου.

Αφού δε συνηθίσαμεν εις την διαμονήν εκείνην, παρέλαβα πέντε από τους συντρόφους και επροχώρησα εις το δάσος, θέλων να εξερευνήσω τα πάντα. Δεν είχα δε προχωρήσει πέντε σταδίους και συνήντησα ναόν του Ποσειδώνος, ως εφαίνετο εκ της επιγραφής, και μετ' ολίγον τάφους πολλούς με στήλας και πλησίον πηγήν με νερόν διαυγές.

Θέλων δε να μάθω και από που επήγαζεν ο ποταμός, επροχώρησα αντιθέτως προς το ρεύμα• και πηγήν μεν αυτού καμμίαν δεν ευρήκα, αλλά πολλά και μεγάλα κλήματα κατάφορτα με σταφύλια, από δε την ρίζαν εκάστου έσταζεν οίνος διαυγής κ' εκ των σταγόνων τούτων εσχηματίζετο ο ποταμός. Ήσαν και ψάρια πολλά εις τον ποταμόν, τα οποία είχαν και το χρώμα και την γεύσιν του οίνου.

Εις την γενικήν ταύτην επιθεώρησιν των από κτίσεως κόσμου μέχρις ημών σατυρογράφων επροχώρησα με μεγάλην βίαν, βαδίζων ως οι θεοί του Ομήρου, οίτινες έκαμναν δύο βήματα και κατά το τρίτον ευρίσκοντο εις τα πέρατα της οικουμένης, και ως εκ τούτου ούτε χωρία ούτε παραπομπάς επρόφθασα να σημειώσω, λυπούμενος τον τύπον, τον κόπον και τον καιρόν, τον ιδικόν σας και τον ιδικόν μου.

Ήτο ένας πύργος φανταστικού εξωτερικού και πολύ ερειπωμένος, εφαίνετο δε τόσον παλαιός και τόσον εγκαταλελειμμένος, ώστε ήτο αδύνατον να κατοικηθή. Βλέπων αυτόν κατελήφθην από αληθή φρίκην, εσταμάτησα τον ίππον μου, σχεδόν αποφασισμένος να επιστρέψω οπίσω. Εντραπείς όμως την αδυναμίαν μου επροχώρησα.