United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Για πού, αν θέλη ο Θεός, πάτερ Κύριλλε; αρώτησεν ο 'γούμενος. — Πάω κομμάτι στου Γιώργη, αποκρίθηκεν ο παππάς με μια φωνούλα, σαν μικρού παιδιού. — Στο καλό, είπε δυνατά ο 'γούμενος και χαμηλά, επρόσθεσε. — Είν' ένας χάχας ο κακόμοιρος! Την ίδια στιγμή εφάνηκε ο παππά Νεκτάριος, μεγαλόσωμος γέρος, λίγο χοντρός, με ιλαρό, ευχάριστο πρόσωπο και με περπάτημα βαρύ, παρακυλιστό σαν του κύκνου.

Ο κύριος δημοτικός σύμβουλος μ' αρώτησεν αν γνωρίζω ολίγην κηπουρικήν, και αφού του είπα πως αυτή είνε η δουλειά μου, μ' έβαλε σ' ένα αμάξι και με έφερεν εις το αντικρυνό καφφενείον η «Ματαιότης». Εκεί εφώναξεν ένα παπά και ένα φουστανελά, μ' εσύστησεν εις αυτούς, μου είπε πως η υπόθεσίς μου είνε τελειωμένη, πως θα έχω εξήντα δραχμάς τον μήνα, ίσως και τυχερά, και να υπάγω αύριον το πρωι ν' αναλάβω τα καθήκοντά μου κηπουρού.

Τι ήθελες ν' ανεκατωθής σ' αυτή τη δουλιά, αφού ξέρεις πως η κοπέλλα είνε αρρεβωνιασμένη; αρώτησεν η μάννα το γυιό της. — Εσύ δεν πρέπει ν' ανεκατώνεσαι στης δουλιές μου· είπεν εκείνος·Με τα υποκείμενα που έχεις φίλοι, τον Σερέτη και τον παππά Κρητικό, γρήγορα θα την πάθωμε πάλι, κ' εγώ εβαρέθηκα τα ταξείδια· δε μπορώ πλιο.

Και έσκυψε κάμποσο για να μπη μέσα ένας χωρικός, σαραντάρης άνδρας, ψηλός, πλατύστηθος, στιβαρός, ο γνωστός Μανάρας, λαθρέμπορος, φημισμένος για την αφοβία και για την τέχνη του να γελά την εξουσία. Είχε μαζή του έναν βοηθό και το παιδί του, το Βαγγελάκι. — Πολύ αργήσατε, είπεν ο γούμενος. — Δε λες πως ήρθαμε! είπεν ο χωρικός. — Πώς μαθές; αρώτησεν ο γούμενος.