United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χρυσό ετρεμόφεγγε το μισοφέγγαρο του μιναρέ· έσβυνε κ' εθάμπωνε, έλαμπε κ' έσβυνε. Το σπιτάκι παραφουσκωμένο επισωπατούσε, μουλωχτά έφευγε. Οι φτερωτές του μύλου ακίνητες, πείσμα έδειχναν και την απλή έκπληξι ενός γίγαντα. Σύντροφοι όμως ήσαν και τους εκύταζα με ψυχοπόνια. Μα ζηλιάρα η ομίχλη έσυρε κ' εκεί την υγρή σκέπη της, μας απομόνωσε στη γολέτα· έκλεισε τα πάντα στο μυστήριο.

Διασχίζοντας τη μεγάλη αυλή, όπου έλαμπαν κάτω από το φεγγάρι φαρδιές κρεβατίνες από καλάμια πάνω στις οποίες την ημέρα ξέραιναν τα όσπρια και τώρα ήταν σκεπασμένες από ψάθες καμωμένες με βούρλα, ο Τζατσίντο διέκρινε την ογκώδη φιγούρα του θείου του και την λεπτή του Μιλέζου, ακίνητες εμπρός στο χρυσαφί φόντο μιας πόρτας με στοά μπροστά.

Οι άλλοι, φραγκολεβαντίνοι του χειρότερου είδους· οι γυναίκες, πιο χαύνες και πιο δούλες, πιο ανήθικες και πιο ακίνητες, μέσα στο πεταλουδίσιο τους άπαυτο παράδαρμα, κι από τα θηλυκά των Τούρκων. Ο πατέρας Μεμιδώφ ολοστρόγγυλος τιποτένιος δεν αξίζει ούτε να τον αντιπαθήσης· είναι διασκεδαστικός. Η κυρία Μεμιδώφ τιποτένια, με αγκάθια που σε πληγώνουν.