United States or Russia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΙΑΤΡΟΣ Τι αναστεναγμός! Βαρειά καρδιά που έχει! ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΣ Δεν ήθελα να την έχω την καρδιά της, και όλα της τα μεγαλεία να είχα! ΙΑΤΡΟΣ Καλά, καλά, καλά! — ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΣ Άμποτε να ήσαν καλά, ιατρέ μου! ΙΑΤΡΟΣ Αυτή η ασθένεια ξεπερνά την τέχνην μου . Και όμως! έτυχαν άνθρωποι να περιπατούν εις τον ύπνον των, και ν' αποθάνουν άγια και αναπαυμένα εις το στρώμα των.

Ενύκτωσε πλέον κι εγώ δεν ησύχαζον. Κατ' επανάληψιν μετέβαινον εις την πλατείαν του ναού ανυπομονών. Πλην βλέπων την θύραν κλειστήν και διά του θαμβού υελοπίνακος των θυρίδων φως κινούμενον και περιπατούν εις το σκοτεινόν του ναού βάθοςήτο η εκκλησιάρχισσα ετοιμάζουσα τας κανδήλαςεπέστρεφον εις την οικίαν μας φοβισμένος.

Η φύσις, διατηρούσα το κράτος της, επιβάλλει και εις τους ανθρώπους την απλότητά της. Και εδώ οι Αθηναίοι δεν κινούνται πλέον ως νευρόσπαστα, αλλά περιπατούν ως άνθρωποι· και τίποτε δεν τους εμποδίζει ναφεθούν εις την γοητείαν της φαληρικής εσπέρας.

Όταν ενύκτωσεν, άρχισαν να βγαίνουν έξω και να περιπατούν εκείνοι οι φοβεροί δράκοντες και τα συρίσματά τους και η φοβερά βοή με έβαλον εις μεγάλον φόβον και τρόμον όλην εκείνην την νύκτα, τόσον που έμεινα ημιθανής και απηλπισμένος από την ζωήν μου χωρίς να αποκοιμηθώ παντελώς.

Εκραύγασαν εκ τρόμου εις το θέαμα, νομίσαντες ότι ήτο φάντασμα το περιπατούν επί των κυμάτων. Αλλά διά μέσου της τρικυμίας και του σκότους προς αυτούς, καθώς συχνά και προς ημάς, όταν, εν μέσω του σκότους της ζωής μας, ο ωκεανός φαίνεται τόσον μέγας και τα ακάτιά μας τόσον μικρά, ήχησεν η φωνή εκείνη, της ειρήνης ήτις έλεγεν: «Εγώ ειμι· μη φοβείσθε».

Επομένως πολύ απέχουν από το να νομίζουν ότι πρέπει να είναι μέτριαι αι κοπώσεις, εις τας οποίας υποβάλλουν αυτά μεταξύ των. Διότι εκτός αυτών τα λαμβάνουν έκαστος κάτω από την μασχάλην, και τα μεν μικρότερα εις τας χείρας, τα δε μεγαλίτερα εις την αγκάλην των, και περιπατούν πολλά χιλιόμετρα χάριν ευρωστίας όχι των ιδικών των σωμάτων, αλλά αυτών των σφαχτών.

Αγαπητή Καρολίνα, αφήστε μου ακόμη λίγο καιρό σε ησυχία, όλα θα διορθωθούν! — Ένα πράγμα μόνον σας ζητώ, Βέρθερε: να μην έλθετε πρώτα από τη βραδειά των Χριστουγέννων.! — Πριν να προφθάση ν' απαντήση εμπήκε στην κάμαρα ο Αλβέρτος. Είπαν το «καλησπέρα» με ψυχρότητα και άρχησαν να περιπατούν μαζί στο δωμάτιο με αμηχανία.

Το πτωχικόν μου θα ιδής να το στολίζουν άστρα, που κι’ αντην γην περιπατούν, την νύκτα θα φωτίζουν. Όσην λαχτάραν και χαράν αισθάνετ' ένας νέος, οπόταν ο Απρίλιος ευμορφοστολισμένος βάλη το πόδι του γοργόςτα ίχνη του χειμώνος, τόσην και συ θα αισθανθήςτο σπίτι μου απόψε, μέσ' ταις δροσάταις ευμορφιαίς, οπού εκεί θ' ανθίζουν.

Εάν δε και μετά τούτο φανούν ακόμη αυθάδεις και δεν θέλουν να ησυχάσουν, τότε θα τους κόψω και πάλιν εις δύο, εις τρόπον ώστε να περιπατούν μ' ένα πόδι πηδηκτά. Ταύτα ειπών ήρχισε να κόπτη τους ανθρώπους εις δύο, όπως οι κόπτοντες τα σούρβα που θέλουν να τα παστώσουν, ή όπως οι κόπτοντες τα αυγά με τας τρίχας.

Και τούτο λέγοντας άρχισαν να περιπατούν πεζοί μη έχοντες ούτε άλογον, μήτε βάρος επάνωθέν τους. Επεριπάτησαν πολύν καιρόν ζώντες από μόνα οπωρικά και χόρτα που εύρισκαν εις την στράταν, μα εμβαίνοντας εις ένα έρημον δάσος έμειναν υστερημένοι και από αυτήν την ζωοτροφίαν, και από κάθε άλλο που ημπορούσε να τους διώξη την πείναν. Έμεινε λοιπόν η σταθερότης τους πολλά συντριμμένη.