United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δυστυχής νεανίσκος καταρώμενος τους όρκους του, τον προεστώτα και τους αγίους πάντας υπήγε να αποχαιρετήση την φίλην του, κρατών εις τας χείρας του την οδοιπορικήν βακτηρίαν, αλλά τα δάκρυα αυτού δεν ηδύνατο να κράτηση. Η Ιωάννα δεν έκλαιε, διότι τινές των συντρόφων της ήσαν παρούσαι, αι δε γυναίκες, όσω ευαίσθητοι και αν είναι, κλαίουσι μόνον οσάκις και όπου πρέπει.

Αλλά την στιγμήν εκείνην ο καμαρώτος, ο Ζούμπουρας, ένας δεκαπενταετής με έξυπνα μάτια, νεανίσκος, αλλά ζαρωμένος μέσα εις πλατείς αμπάδες, ως σηπία εις το θαλάμι της, κατελθών από της πρύμνης, εκόμισε χιλιάρικην όλην, πλήρη τζαμάικας, αποστελλομένην παρά του πλοιάρχου εις τους ναύτας του, «να ξαποστάσουν». Όλοι επεκρότησαν πάραυτα προς την απροσδόκητον θέαν της χιλιάρικης.

Τότε ενόησαν ότι ωμίλει αυτοίς περί Ιωάννου του Βαπτιστού. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΛΖ'. Ο δαιμονιζόμενος νεανίσκος Οι Μαθηταί και οι Γραματείς. — Η ίασις του δαιμονιζομένου. — «Πίστιν ως κόκκον συνάπεως». — Φιλονικεία περί του τις ο μείζων. — , «Εάν μη γένησθε ως το παιδίον τούτο». — Η ερώτησις του Ιωάννου. — Ο ανελεήμων δανειστής.

— 'Σαν τον ξέρεις τον μπούσουλα, βρε Γιαννάκη, πες μου τώρα πού έχουμε πλώρη; Προσέθηκε μετ' ολίγον ο πλοίαρχος, σβύσας διά της μολυβδίδος αριθμούς τινας και σημειώσας άλλους. — Να, γραίγο κάρτα τραμουντάνα! Απήντησε μετά ετοιμότητος αυταρέσκου ο νεανίσκος, υιός του πλοιάρχου πολυαγάπητος. — Μπράβο, Γιαννάκη, μπράβο, Γιαννάκη! Εσύ μωρέ γυιε μου, τα ξεσκόλησες! Κοντεύεις να περάσης τον πατέρα σου.

Ο Απόστολος, η γραία και ο νεανίσκος επορεύθησαν κατά μήκος του ποταμού, ενώ ο μικρόσωμος γέρων, ο Ούρσος και η Λίγεια εισήρχοντο εις στενόν δρομίσκον, εισήρχοντο εις το προαύλιον οικίας, της οποίας το ισόγειον κατείχετο από τα καταστήματα ενός ελαιοπώλου και ενός ορνιθοπώλου.

Εις το άκουσμα εκείνο ανήγειρεν η Ιωάννα την κεφαλήν και έμπροσθεν αυτής ίστατο λευκόπτερος νεανίσκος ενδεδυμένος αστράπτουσαν εσθήτα, ίριδα φέρων επί της κεφαλής, ερυθράν λαμπάδα εις την δεξιάν και ποτήριον εις την αριστεράν.

Η τύχη, ματάκια μου, δεν έρχεται δυο φοραίς, και όταν έλθη πρέπει να την ιδής εσύ, γιατί εκείνη δεν βλέπει. — Και συ τόρα νομίζεις ότι βλέπεις; — Καλά! μεθαύριο τα μιλούμε. Εγγύς αυτών αμύσταξ νεανίσκος, παις σχεδόν έτι, εξωμολογείτο εις άλλον ομήλικά του, ότι κατορθώσας να υπεξαιρέση πολύτιμα τινα της μητρός αυτού κοσμήματα, τα έκαμεν, ως έλεγε, «ψιλούς παράδες» και ηγόρασε δύο μετοχάς.

Άλλοτε εύρε καθ' οδόν δακτύλιον και διά τοιχοκολλήσεως εις την αγοράν εζήτει εκείνον όστις τον έχασε να προσέλθη, να είπη το βάρος του δακτυλίου, το είδος και την σφραγίδα του δακτυλιολίθου διά να τον λάβη• μετέβη λοιπόν κάποιος ευειδής νεανίσκος, διατεινόμενος ότι αυτός απώλεσε τον δακτύλιον.

Τούτων τας περισσοτέρας κατέστρεψαν οι Ηλείοι επί της εποχής μου. Η δε νήσος επωνομάσθη Θήρα από τον οικιστήν. Ο υιός του δεν ηθέλησε να αναχωρήση μετ' αυτού, και ο πατήρ του είπεν ότι άφινε πρόβατον μεταξύ λύκων· εκ τούτου του λόγου ο νεανίσκος ωνομάσθη Οιόλυκος, και του χρόνου προϊόντος το όνομα τούτο επεκράτησεν.

Ο Ιησούς ευλογήσας αυτά είπεν «ότι των τοιούτων είναι η βασιλεία των ουρανώνδιότι αι καρδίαι των παιδίων είναι καθαραί και αμίαντοι από τας κακίας και τα πάθη, και επομένως άξιαι της θείας αγάπης. Κατά την αυτήν ημέραν παρουσιάσθη και νεανίσκος, όστις ηρώτησε τον ΙησούνΤι αγαθόν να πράξω διά να έχω ζωήν αιώνιον ;