United States or United States Minor Outlying Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' επέστρεψεν εις τον πύργον, δαγκώνουσα τα χείλη εκ πείσματος, διότι κατήντησε να νικηθή από δύο παιδία. Αλλ' όχι, δεν θα μείνη ως εκεί, δεν θα της ξεφύγουν. Αυτή ημπορεί και από μακράν ακόμη να στείλη την εκδίκησίν της. Διά τούτο ίσα ίσα εγεννήθη από μάγισσαν και αδίκως, εις τα χαμένα δεν ωνομάσθη αυτή παρ' όλων Μάγισσα του βουνού.

Εάν δε λάβωμεν από αυτό ακόμη το μέρος το οποίον αναφέρεται εις το ποίμνιον των διπόδων, και το ονομάσωμεν ανθρωπονομικόν, τότε ιδού πλέον εκείνο το οποίον εζητούσαμεν, και είναι αυτό το οποίον συγχρόνως ωνομάσθη βασιλικόν και πολιτικόν. Νέος Σωκράτης. Έξοχα. Ξένος. Ναι, αλλά, φίλε Σωκράτη, είναι άραγε τόσον καλά τελειωμένον, καθώς το εχαρακτήρισες συ; Νέος Σωκράτης. Ποίον δηλαδή; Ξένος.

Κατ' άλλους ο Καλαφάτης ωνομάσθη ούτω μετ' είρωνος ευφημισμού, ως καλαφατίζων τάχα τα πλοία τα οποία θα εξέπιπτον σιμά εις την δικαιοδοσίαν τουοιονεί, εις το «Καρινάγιο» του. Όλον το παλαιόν χωρίον ήτον ερείπιον, απλωμένον επί των νώτων του γίγαντος, του με τους πόδας θαλασσωμένους βράχου. Μέρος αυτού είχε κατεδαφίσει ο χρόνος, μέρος οι άνθρωποι.

Αφού δε συνεπληρώθησαν όλαι αι εργασίαι, τότε πλέον έρχεται η βοήθεια η πολυποίκιλος εις άπειρα πράγματα, και η μεν σπουδαιοτέρα και γενικωτέρα τέχνη του πολέμου, η οποία ωνομάσθη στρατηγική και είναι απαραίτητος ανάγκη, απαιτεί περισσοτέραν τύχην, και μάλλον παράγεται με ανδρείαν φυσικήν παρά με σοφίαν.

Ακόμη δε και το &άρρεν& και ο &ανήρ& διά κάτι τι παρόμοιον με την &άνω ροήν& ωνομάσθησαν. Η δε &γυνή& μου φαίνεται ότι ισοδυναμεί προς το &γονή&. Το δε &θήλυ& φαίνεται ότι έλαβε το όνομα από την &θηλήν&. Η δε &θηλή&, καλέ Ερμογένη, δεν σου φαίνεται ότι ωνομάσθη από το ότι κάμνει &θαλερά&, καθώς όλα όσα ποτίζονται; Ερμογένης. Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη. Σωκράτης.

Ο Θησεύς, φθάσας εις Κρήτην, εφόνευσεν ευτυχώς τον Μινώταυρον, και επανήλθε σώος εις τας Αθήνας μετά των διασωθέντων και ευγνωμονούντων συντρόφων του. Αλλ' εν τω μέσω της χαράς των λησμονούν να υψώσωσι το λευκόν αντί του μαύρου πανίου. Ιδών δε τούτο μακρόθεν ο Αιγεύς, και νομίσας ότι ο υιός του εχάθη, έπεσε και επνίγη εις την θάλασσαν, ήτις έκτοτε ωνομάσθη Αιγαίον Πέλαγος .

Λέγω κ α τ' α ν ά γ κ η ν, διότι εννοείς πολύ καλά, ότι δεν ήτο δυνατόν να μη χειροκροτήσωσιν αι Αθήναι πράγμα το οποίον εχειροκρότησαν οι Παρίσιοι. Εχειροκρότησε λοιπόν και επεδοκίμασεν ενθουσιωδώς το αθηναϊκόν κοινόν το χ α ρ ι έ σ τ α τ ο ν αυτό, ως ωνομάσθη, μελόδραμα, και το εχειροκρότησε μάλιστα όπως ουδ' εις τους Παρισίους αυτούς εχειροκροτήθη.

Μετ' αυτούς πρώτοι οικήτορες φαίνονται οι Σικανοί· και ούτοι μεν διατείνονται ότι είναι παλαιότεροι, καθότι είναι αυτόχθονες, αλλά το βέβαιον είναι ότι είναι Ίβηρες, διωχθέντες υπό των Λιγύων από τα παρόχθια μέρη του ποταμού Σικανού της Ιβηρίας. Εξ αυτών ωνομάσθη η νήσος Σικανία, πρότερον καλούμενη Τρινακρία, κατοικούν δε αυτοί και μέχρι της σήμερον τα δυτικά μέρη της Σικελίας.

Μία παράδοσις, χρονολογουμένη από της εποχής των Σταυροφοριών, θέτει την σκηνήν του πειρασμού εις ένα όρος ουχί μακράν της Ιεριχούς, όπερ ωνομάσθη εκ τούτου «ΤεσσαρακοντάςΓυμνόν και άνυδρον ως όρος κατηραμένον, ορθούται αποτόμως εν τω μέσω αυχμηράς και ερήμου πεδιάδος, και δεσπόζει των νεκρών και ασφαλτούχων υδάτων της Σοδομιτικής Θαλάσσης, εις εκπλήσσουσαν αντίθεσιν προς την μειδιώσαν γλυκύτητα του Όρους των Μακάρων και προς το διαυγές κρύσταλλον της Λίμνης της Γεννησαρέτ.

Ουχ ήττον το επόμενον έτος 531 συνωμολογήθη «ειρήνη απέραντος» δηλαδή αιώνιος, ως ωνομάσθη εις την συνθήκην, διότι εις την Περσίαν απέθανεν ο Καβάδης, και ο ανελθών εις τον θρόνον Χοσρόης ήθελε την ειρήνην διά να στερεώση τον θρόνον του. Εξ άλλου δε και ο Ιουστινιανός ήθελε να στρέψη την προσοχήν και την ενέργειάν του προς την Δύσιν, δηλαδή προς την Αφρικήν και την Ιταλίαν.