United States or Jersey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν δε ο παρευρισκόμενος είναι εγχώριος είτε παις είτε ανήρ είτε γυνή, ας βοηθήση και ας τον υβρίζη ως ασεβή, όστις δε δεν βοηθεί ας έχη την κατάραν του συγγενικού και πατρικού Διός συμφώνως με τον νόμον. Εάν δε κανείς καταδικασθή διά κακοποίησιν των γονέων του, πρώτον μεν ας εκπατρισθή διά παντός από την πόλιν εις την έξω χώραν και ας αποκλείεται από όλα τα προσκυνήματα.

Αλλά τέλος ο μέλλων να κομίση τας τελευταίας αυτού επιστολάς προς τον Αρτάβαζον, Αργίλιός τις, όστις άλλοτε παις ων ηγαπάτο υπό του Παυσανίου και τότε ήτο εμπιστευμένος αυτού, εγένετο ως λέγουσι μηνυτής του· φοβηθείς ούτος επί τη αναμνήσει ότι ουδείς των προαπεσταλμένων επέστρεψεν οπίσω, και παραποιήσας τας σφραγίδας, ίνα μη ανακαλυφθή εάν ηπατάτο εις τας υπονοίας του, ή εάν ο Παυσανίας του εζήτει να τω επιστραφούν αι επιστολαί διά να επιφέρη μεταβολήν τινα εις τα γραφόμενα, αποσφραγίζει αυτάς υποπτευόμενος ότι περιείχετό τι κατ' αυτού εν αυταίς και εύρεν ότι διετάττετο η θανάτωσίς του.

Η δούλη δε και ο δούλος και ο παις μόνον επί φόνου έχουν δικαίωμα να μαρτυρήσουν και να συνηγορήσουν αρκεί ο καθείς να παραδώση εγγυητήν αξιόπιστον ότι θα μείνη μέχρι της δίκης του, εάν γίνη ένστασις ότι εμαρτύρησε ψευδώς.

Ο παις και η παιδίσκη νηπιόθεν συναναστρεφόμενοι εν καθημερινή οικειότητι ησθάνθησαν προϊόντων των ετών την φιλίαν αυτών μεταβαλλομένην εις έρωτα διακαή, μέλλοντα μετ' ου πολύ να καθιερωθή διά του γάμου.

Αλλ' ενώ ο παις, λαβών την λύραν του, εδοκίμαζε τας τρεις αυτής χορδάς, αλείφων αυτάς διά κηρού, ως και την χορδήν του δοξαριού, και έστρεφε τας επάνω χορδιστηρίους λαβίδας, φως φανού κινούμενον εφάνη όπισθεν εις τα νώτα του φρουρίου επί του βουνού εν τω μέσω του πυκνού εκ δρυών δάσους.

Κ' ενώ εγέλα ούτω τερπνώς η αναγεννηθείσα αύτη οικογένεια, ιδού εμβαίνει υποδεμένος ο ποιμενικός εκείνος παις κρατών εις την μίαν χείρα την λύραν του και εις την άλλην δοχείον πλήρες μοσχοβολούσης πηκτής πρωτογαλιάς. — Είδες που φύλαξα το λόγο μου, θεια Μυγδαλίτσα, είπεν ο παις αποθέτων επί τινος έδρας την ποιμενικήν του καπίτσαν. Ήλθα να σας τραγουδήσω τα Χριστούγεννα.

Και διά την ιδίαν αιτίαν ούτε ο παις είναι ευτυχής, διότι ακόμη δεν ημπορεί να εκτελέση τοιαύτα πράγματα ένεκα της ηλικίας του. Όσοι δε λέγονται ευτυχείς, μακαρίζονται, διότι παρέχουν ελπίδας. Διότι, καθώς είπαμεν, χρειάζεται και αρετή τελεία και βίος συμπληρωμένος.

Είχον παρέλθει τρία περίπου έτη από της νυκτός εκείνης, ότε εισηρχόμην εις το χωρίον μας, πρώτην φοράν αφ' ότου το εγκατέλιπον παις έτι ων. Πολλά μεταξύ επισυμβάντα νεώτερα δυστυχήματα είχον επισκιάσει τρόπον τινά το παλαιόν εκείνο. Αλλ' όσω μάλλον επλησίαζον εις τον οίκον μας, τόσω μάλλον προέκυπτεν εκ του βάθους των χρόνων η θλιβερά αυτού ιστορία, τόσω μάλλον ανενεούτο.

Σήκω να πάμετην εκκλησία· και μη μιλήσης, για το Θεό! σου πήρε αμέσως τη φωνή. — Πού είνε; πού είνε; είπεν ηρέμα ο παις. — Νά τος! Εκεί με τη λύρα του. Πάμε. Πού είνε ο Κουτσογεώργης; — Κοιμάται εκείτο χάλασμα κουκκουλωμένος. Αληθώς έρεγχεν εκεί ο Κουτσογεώργης σκεπασμένος. Αλλ' αίφνης φωνάζει ο παις. — Εγώ θα σου δείξω ότι δεν φοβούμαι τα Σκαλικαντζούρια.

Αίφνης, μόλις ο παις γίνη άνθρωπος, νομίζει πάντοτε ότι είναι ικανός να γνωρίζη τα πάντα και νομίζει ότι τιμά την ψυχήν του, όταν την επαινή, και περιποιητικώς της επιτρέπει να κάμνη ό,τι θέλει. Ο λόγος μας αυτός όμως λέγει ότι, όταν κάμνη αυτά, βλάπτει, αλλά δεν τιμά αυτήν. Και όμως πρέπει να τιμά αυτήν κατόπιν από τους θεούς ως δευτέραν.