United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχε βαρεθή την σαρακοστήν, επόθει το Πάσχα, και ήρχισε να το προεορτάζη. Αφού εγέλασεν αρκετά, η Μαλαμμώ έσβυσε τ' απόκηρα, επροσπάθησε να σκουπίση τα χυμένα λάδια, και είτα εμελέτα ν' αρχίση το ασβέτωμα. Ελησμόνει ήδη τα χαμένα σανίδια. Αλλ' ο Πολύζος είπε: — Και πούν' τα σανίδια, Μαλαμμώ; — Πούν' τα, μαθές, επανέλαβεν η γυνή.

Αμ' ο καπετάν Καφαντάρας που εμάζωξεν όλα τα Προδρομίτικα; Πιθάρια νάχη για τα λάδια! — Καλά στερνά! σου είπα. Και όμως, είπατε ό,τι θέλετε, ο Μπάρμπα Δήμας, αφότου ηγόρασε τα μοναστηριακά δεν είδε προκοπή. Ηκολούθησαν δι αυτόν έτη κατά σειράν αφορίας των ελαιών. Όχι μόνον τα μοναστηριακά δεν ευφόρησαν, αλλ' ουδέ τα ιδικά του, τα οποία ουδέποτε «ξεχνούσαν», ως έλεγε.

Εδώ στο καράβι τα ρούχα λερώνουνε πολύ από τα λάδια, τις καπνιές, τα σίδερα και τα χρώματα, και θένε σαπούνι και σαπούνι.,, Ρίξε κι' άλλο νερό απάνω για να πιάσει το σαπούνι και να γλυστρά το ρούχο.,, Να κύτταξέ με μένα.

Εκεί ήτον και ο αριστερός ψάλτης, με το βρασμένο το αυγότην τσέπη, να πουν το Χριστός γεννάται και να το φάγη αμέσως, ν' ανοίξη τάχα η φωνή του, κλεισμένη απ' τα λάδια. Ήλθε και ο καϊριστής ο Μανωλάκης από τους πρώτους μαθητας του Καΐρη, δύο φοράς τον χρόνον εμβαίνων εις εκκλησίαν, Χριστούγεννα και Πάσχα· κ' έστεκε κ' εκύτταζε γύρω-γύρω σαν χαζός.

»Εις το έτος 1803 εφόρτωσα από Λιβόρνον κρασιά και λάδια εις το πλοίον μου ονομαζόμενον «Άγιος Νικόλαος» με σημαίαν τουρκικήν και διοικούμενον παρ' εμού του Γεωργίου Α. Λουμάκη, αποφασισμένος διά τας Αντίλλας, Μαρτινίκαν, Γουαδαλούπαν και λοιπάς νήσους, διά λογαριασμόν ιδικόν μου. »Αναχωρούντες από Λιβόρνον εις τας 29 Μαρτίου διά ημέρας 44 εφθάσαμεν έξω Λουίζας και Μαρτινίκας.

Ο τεμπέλης! Και να περιμένη ύστερα την λαδιά, για να κερδήση εκατό τα εκατό. Αυτά μόνον ο καπετάν-Κονόμος ξέρει και τα καταφέρνει.

Πέντε μόνον σακκούλαις αλεύρι της άφησε της Θωμαής εις το μικρό μαγαζάκι του ο Λαλεμήτρος, και μισό σακκί ρύζι· και σ' ένα ζεμπιλάκι έως τρεις οκάδες χαρούπια· και ανεχώρησε. Πάει, λέει, 'ς τον Βόλο, να ψωνίση πράγμα, λέει, με του καπετάν Ηλία το κόττερο. Να ψωνίση αλεύρια, λέει, γιατί εφέτος είνε λαδιά, και οι αργάταις των λαδαριών είνε φαγάδες, λέει.

Αλλά σήμερον είνε τόσον κοινόν τούτο, μάλιστα εις το ελληνικόν κράτος, ώστε δεν ήτο δυνατόν να επισκιάση τα προτερήματα του φυγάδος προμυριώτου. Πράγματι ο κυρ-Δημάκης ήτο δραστήριος και ικανώτατος άνθρωπος. Διεχειρίσθη τόσα χρήματαόχι, λάδια, θέλομεν να είπωμεν. — Πέρασαν από τα χέρια του λάδια και λάδια, φορτία ολόκληρα, τα οποία εφόρτωνεν εις την Αγριάν διά τα Δαρδανέλλια.