United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο παλμώδης τόνος φωνής απηχούοης εκ περιφρονήσεως και θυμού, η ηλιοκαής όψις, οι ακτένιστοι πλόκαμοι, τα συνεσφιγμένα χείλη, η δερματίνη ζώνη, και το εκ τριχών καμήλου ένδυμα, εδείκνυον παρευθύς άνδρα πλήρη μεγαλείου και ατρόμητον εις την δύναμίν του, όστις όπως ο τραχύς προφήτης Ηλιού, ο οποίος ήτο το πρωτότυπόν του, ίστατο απτόητος ενώπιον των πορφυρογεννήτων Αχαάβ και των μοιχών Ιεζάβελ.

Την άκρη του δρόμου να πηγαίνω την ώρα που περνούν εκείνες που με κυττάζουν και δεν πρέπει να της κυττάζωοι γυναίκες. Αλαφρές με το ζαρκάδινο πάτημα που μας υπόσχεται την τρελλή μουσική του ερχομού. Πάντα πρόθυμες ν' αγαπηθούν και να λησμονήσουν. Όλες λυγμός και προδοσία. Όμως εγώ με τη ζώνη σφιχτή γύρω στο κορμί το λιγερό σαν κολώνα της Sainte-Chapelle να χαμηλώνω τα μάτια.

Πάνοπλος, με τον κάμακα και τον γάντζον και την μάχαιραν, εμπεπηγμένα εν τη ζώνη, με το πυροφάνιον εσβεσμένον εις την μίαν χείρα, με μίαν συναγρίδα δεσμίαν εις την άλλην, με την πήραν ογκουμένην από του ώμου, επανήρχετο ο κυρ- Δημάκης εις την πόλιν. — Να κ' ένας ψαράς του βουνού! Έλεγαν όσοι τον έβλεπαν. Προσέδεσαν λοιπόν την λέμβον από τινος βράχου της νησίδος, ίνα φάγωσιν.

Ο νοικοκύρης, ασπρομάλης μα γερός ακόμα, με τη γιορτερή του φορεσιά, σαλβάρια, μάλλινη καινούρια ζώνη, άσπρες κάλτζες, παπούτζια πρωτόβαλτα και κόκκινο σκούφο, επαράστεκε στο δείπνο για να ευχαριστήση τον κόσμο του.

Αντίστασις δεν υπήρχεν• οι μη φυγόντες εκ των επαναστατών διεσπάρησαν κρυπτόμενοι, ώστε ουδέν ανεχαίτιζε των θηρίων την πρόοδον, ή μόνη η αφθονία της προχείρου λείας. Καθ' όσον αύτη εξηντλείτο, κατά τοσούτον εξετείνετο η ζώνη της καταστροφής, και ούτως ηκούομεν τους Τούρκους επί μάλλον και μάλλον πλησιάζοντας εις το καταφύγιόν μας. Τους ηκούομεν, λέγω, πλησιάζοντας. Ψυχρά η έκφρασις και αφηρημένη.

Ήτο δε ο μεν μεγαλύτερος από τους στρογγυλούς χάνδακας, με τον οποίον η θάλασσα είχε κατ' ευθείαν συγκοινωνίαν, τριών σταδίων κατά το πλάτος, η δε ακόλουθος ζώνη ξηράς ήτο ίση με εκείνον· από δε τας δύο ακολούθους ζώνας η μεν της θαλάσσης ήτο πλάτους δύο σταδίων, η δε της ξηράς ήτο πάλιν ίση με την προηγουμένην του νερού· ο χάνδαξ δε, ο οποίος περιέβρεχε την ιδίαν την νήσον, η οποία ήτο εις το μέσον, ήτο ενός σταδίου, η δε νήσος, εις την οποίαν ήσαν τα ανάκτορα, είχε διάμετρον πέντε σταδίων.

Έσυρεν από τη ζώνη το στυλέτο κ' εχύθηκεν απάνω στην αγάπη του την ώρα που το τσιμπούκι λίγο ήθελε να χωθή στην πέτρα. Άρπαξε τον Γιώργη από τα μαλλιά, πίσω εγύρισε το κεφάλι του και το στυλέτο άστραψε φιδόγλωσσα στο φως της ημέρας. Μα την ίδια στιγμή κύμα θεόρατο εκαβαλίκεψε την πρύμη, κεραυνός έσπασεν απάνω στον ανίερο βωμό κ' έρριξε μακριά τον θύτη από το θύμα του.

Όσοι των Περσών δεν εφονεύθησαν, ηχμαλωτίσθησαν. Πάντες, εκτός μόνον σχεδόν του Σαρβαραζά, κατεστράφησαν. Και τούτου δε τα όπλα, η χρυσή ασπίς, η μάχαιρα και το δόρυ και η χρυσή ζώνη, η αστράπτουσα εκ λίθων πολυτίμων, και τα υποδήματα έγιναν λεία των νικητών.

Εκείνος ετοιμάσθηκε ν' αποκριθή, όταν κατέβηκε από το κελλί του κ' επέρασεν από μπροστά τους ο παππά Κύριλλος, μεσόκοπος άνδρας, λεπτός με μια μέση σα λιγνής γυναίκας, με μπαλωμένο μπινίσι, ξεθωριασμένο πλιο από τα χρόνια, σφιχτά ζωσμένος με ζώνη δερμάτινη και με παπούτζια συρτά. Εκαλημέρισε το γούμενο και τη μάννα του και 'τράβηξε κατά την οξόπορτα.

Εκείνος πέφτει στα γόνατα σφίγγοντας την κοιλιά του από τον πόνο. Άξαφνα όμως πηδά στα νύχια, σηκώνει το καμάκι και χύνεται ξιφιός απάνω του. — Ή μ' αφίνεις το μελάτι ή σου έφαγα την καρδιά! — Α! όχι· εδώ σφαζώμαστε. Και τραβά ο Ραφαλιάς τον φοβερό λάζο από τη ζώνη του. Τσιμπάει σύγκαιρα το σχοινί δυο φορές ζητώντας αέρα.