United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΡΕΟΥΣΑ Πώς έχει ο γυιός του Αιόλου τη χώρα της Παλλάδας; ΙΩΝ Την έσωσε με όπλα και όχι με τα λόγια. ΚΡΕΟΥΣΑ Ο σύμμαχος δεν είνε και κάτοικος της χώρας. ΙΩΝ Κ' εγώ δεν έχω μέρος στο βιος το πατρικό μου; ΚΡΕΟΥΣΑ Το δόρυ κ' η ασπίδα, αυτά είνε το βιος σου. ΙΩΝ Απ' το βωμό τραβήξου κι' απ' του θεού τους τόπους ΚΡΕΟΥΣΑ Στη μάννα σου να δώσης της τέτοιες συμβουλές.

Δεν ήτον ασπίς εκείνη, δι' ης περιέβαλον του πτηνού την ψυχήν; δεν ήτο δόρυ εκείνο, με το οποίον ώπλισα το πνεύμα του; Πού επέταξε; πού επλανήθη; ποίαν μεγάλην οδόν αφήκε και ποίαν ατραπόν ηκολούθησεν; Αφού με πτέρυγας ανεχώρησε, πώς άνευ πτερύγων επανήλθε, και με ράμφος μόνον, αποστάζον το ίδιον αίμα του; Μυστήριον.

Εκράτει το δόρυ με την δεξιάν, και οι οφθαλμοί αυτής εφαίνοντο δεινοί την όψιν. Έστη εγγύς εμού κοιμωμένου. Με ήγγισε με την άκραν του δόρατός της, και με αφύπνισεν. Εθαύμασα και μετετράπην.

Έμεινα επί πολύ, βλέπων αυτήν ατενώς, επί νεφέλης πατούσαν και βαίνουσαν διά των ακρωρειών του Ταϋγέτου, μέχρις ου έγεινεν άφαντος από των οφθαλμών μου, απευθύνασά μοι τελευταίον νεύμα διά της αμβροσίας αυτής χειρός. Τη δε υστάτη στιγμή εφάνη πάλλουσα το δόρυ, κινούσα την ασπίδα, και δεινή αστραπή κατέλαβε τον Ταΰγετον, ο δε αήρ επλήσθη αμβροσίας οσμής.

Ενόμιζες πως ήθελε να πετάξη όλος εις το κενόν, ναύαρχος να ορμήση εναέριος, και να κεραυνώση τον πολέμιον, τέρας ουράνιον, σείων τας δύο χείρας του ως δύο πτέρυγας, και διαγράφων κύκλους ατάκτους εν τω κενώ με το μακρόν τσιμπούκι του· ως το εκτόρειον δόρυ, επί του εξώστου.

Μόνος ο Άγιος Μερκούριος, με την βαρείαν περικεφαλαίαν του, με τον θώρακα, τας περικνημίδας και την ασπίδα, φαίνεται ολίγον τι εγκαρσίως βλέπων και κινούμενος και δρων, εις τα δεξιά του ναού, εκεί όπου διατρυπά με το δόρυ του τον επί θρόνου καθήμενον ωχρόν Παραβάτην.

Μα τον νεκρό αδερφό του αυτόν, τον Πολυνείκη, άταφος έξω να ριχτή, θροφή των σκύλων, γιατί είναι χαλαστής της χώρας των Καδμείων, αν κάποιος από τους θεούς δεν του κρατούσε το δόρυ του, μα και νεκρός την αμαρτία των θεών θα ’χη της πατρίδας του, γιατ’ ήρθε με ξένο απ’ έξω στράτευμα, ατιμάζοντάς τους κ’ εκούρσευε τη χώρα του.

Αχ, διατί να μην ήμουν συνταγματάρχης εις την Ελλάδα, να με κηρύξουν στάσιμον; Και εις τον ιλιγγιώδη εκείνον δρόμον διακρίνω συγκεχυμένα, ως εν ονείρω, ανθρώπους λευκούς, μαύρους, κιτρίνους, ερυθροδέρμους, Κινέζους με κοτσίδαν σειομένην εις τον αέρα, αραπάδες με κουδούνια εις τ' αυτιά και την μύτην, των οποίων το κάτω χείλος σαρόνει το έδαφος, Ινδούς επί αγρίων ίππων, επί κεφαλής των οποίων τρέχει ο Μπούφαλο Μπιλ έφιππος, κραδαίνων δόρυ, πέντε ή έξ σιδηροδρόμους, οι οποίοι σφυρίζουν με όλην την δύναμιν του ατμού των, σύνταγμα αμαζόνων, επισειουσών παράδοξα όπλα, τα οποία οι Έλληνες κατατάσσομεν εις τα σαλατικά, ποδήλατα, φωνογράφους, σπίτια από πεπιεσμένον χάρτην, κινηματογράφους, ηλεκτροσκόπια, προβολείς ηλεκτρικούς!

Ω! είθε αυτός, όστις ως βουκόλος εν μέσω βοών ανετράφη, είθε να μη ήρχετο ποτέ να κατοικήση παρά τα ύδατα τα διαφανή, όπου κείνται των Νυμφών αι κρήναι και ανθούσι λειμώνες χλοεροί, όπου αι θεαί δρέπουν υακίνθους και ρόδα καλλίχροα, και όπου ήλθε ποτέ η Παλλάς, η πανούργος Αφροδίτη και η Ήρα μετά του Ερμού, του αγγέλου του Διός, επαιρόμεναι η μεν Αφροδίτη διά τους πόθους ους εμπνέει, η Παλλάς διά το δόρυ της, η δε Ήρα ως σύνευνος του υπερτάτου των θεών Διός, ίνα συναγωνισθώσιν επί καλλονή.

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ω, σύζυγε μου, υιέ του Πριάμου, διατί να μην έχω το χέρι σου και το δόρυ σου να με βοηθήσουν! ΜΟΛΟΣΣΟΣ Ω, αλλοίμονον, με τι μαγικόν τραγούδι να σωθώ από τον θάνατον! ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Πέσε εις τα πόδια του δεσπότου σου, παιδί μου, και παρακάλεσέ τον. ΜΟΛΟΣΣΟΣ Ω, αγαπητέ μου, μη με παραδώσης εις τον θάνατον!