United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αντίστασις δεν υπήρχεν• οι μη φυγόντες εκ των επαναστατών διεσπάρησαν κρυπτόμενοι, ώστε ουδέν ανεχαίτιζε των θηρίων την πρόοδον, ή μόνη η αφθονία της προχείρου λείας. Καθ' όσον αύτη εξηντλείτο, κατά τοσούτον εξετείνετο η ζώνη της καταστροφής, και ούτως ηκούομεν τους Τούρκους επί μάλλον και μάλλον πλησιάζοντας εις το καταφύγιόν μας. Τους ηκούομεν, λέγω, πλησιάζοντας. Ψυχρά η έκφρασις και αφηρημένη.

Κατ' εκείνην την Κυριακήν δεν επρόκειτο να ομιλήση ιεροκήρυξ, ώστε το πλήρωμα της εκκλησίας είδε μετ' απορίας τον ιερέα αναβαίνοντα επί του άμβωνος. Δεν ανέβη να μας διδάξη τον λόγον του θεού, αλλά προς ανάγνωσιν Πατριαρχικού αφορισμού. Ηκούομεν πάντες εμβρόντητοι τον αναγινώσκοντα τας φοβεράς εκείνας κατάρας και τους φρικώδεις εξορκισμούς.

Διήλθομεν εις την οδόν Αθηνάς. Δύο-τρεις πιστολιαίς, ακουσθείσαι, συνετάραξαν την συνοικίαν. Παρακάτω ηκούομεν. «Δυο στον τόπο και ένας λαβωμένος».

Άμα εγεννήθημεν λοιπόν, δεν εβλέπομεν και ηκούομεν και είχομεν τας άλλας αισθήσεις; Ηρώτησεν ο Σωκράτης. Βέβαια, είπεν ο Σιμμίας. Πρέπει δε, είπεν ο Σωκράτης, καθώς λέγομεν, προτήτερα από αυτά να είχομεν λάβει την γνώσιν, της ισότητος. Ναι, είπεν ο Σιμμίας. Χωρίς άλλο λοιπόν, είπεν ο Σωκράτης, πρέπει να έχωμεν λάβει αυτήν, καθώς φαίνεται, προ του να γεννηθώμεν. Φανερόν είναι, είπεν ο Σιμμίας,

Ουδείς ημών διετάραξε την σιωπήν του. Εβλέπομεν ότι είχε και άλλα να μας είπη και επεριμένομεν. Ο ήλιος εν τούτοις είχε δύσει· εντός του θαλάμου αι γωνίαι ήρχισαν να μαυρίζουν· αι κυρίαι έμενον εισέτι εις τον εξώστην και ηκούομεν τας ζωηράς ομιλίας και τον εύθυμον γέλωτά των.

Ώστε θα σε ηκούομεν, εάν άλλο τι νέον περί της τέχνης των λόγων λέγης, ει δε μη θα πεισθώμεν εις εκείνα τα οποία εξηγήσαμεν, ότι εάν κανείς δεν εξακριβώση τας φύσεις των μελλόντων ακροατών του, και δεν είναι ικανός να διαιρή τα όντα εις τα είδη των και να περιλαμβάνη τα καθ' έκαστα υπό μίαν ιδέαν, ουδέποτε θα γίνη τεχνικός εις την ρητορικήν, καθόσον είναι τούτο εφικτόν εις τον άνθρωπον.

Ανεκάθησα επί του στρώματος με τα ώτα προσεκτικά και τους οφθαλμούς προσηλωμένους εις το σκότος. Ο πατήρ μου εκοιμάτο βαθέως. Μη ήτο όνειρον; Όχι ! Πιφ, παφ , πάλιν και κραυγαί συγχρόνως άγριαι. Εξύπνησα τον πατέρα μου και ηκούομεν αμφότεροι. Καθ' όλην την νύκτα εξηκολούθησαν εκ διαλειμμάτων ο κρότος και η ταραχή. Δεν ηδυνάμεθα να εικάσωμεν τι συμβαίνει.