United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και σε μια στιγμή αδειάζουν τις σακούλες τους στην πλάκα και παίρνουν από κείνα, περήφανοι και κάπως λυπημένοι που δε μπορούν ν' αγοράσουν περισσότερα. Έτσι πέρασαν τη ζωή τους ο γέρο Μαλαματένιος κ' η γυναίκα του. Δούλευαν το κλήμα, δούλευαν και τα εργόχερα. Μα δούλευαν μονάχα· ήταν τα χέρια τα καλά και τα χρήσιμα και τίποτ' άλλο. Η τέχνη που τάκανε τόσο ποθητά ήταν η ψυχή της Ελπίδας.

Και ένα δημοτικόν τραγούδι μας δίδει την εικόνα πλήθους γυναικών, αι οποίαι τρέχουν προς την παραλίαν, επί τη εμφανίσει ενός πλοίου, όχι δια να μάθουν τα νέα ή να ερωτήσουν περί του απόντος συζύγου, αλλά διά ν' αγοράσουν ψιμμύθιον· και ασθμαίνουσαι ερωτούν: Βρε καλέ καραβοκύρη, πόσο δίνεις το φκιασίδι;

Τα σαράντα καμήλια τα έβγαλα από το αχούρι μου, έκαμα να αγοράσουν τες πραγματείες που ήτον φορτωμένα, και ο επιστάτης που σου τα έφερεν ήτον ένας ευνούχος μου, που ποτέ δεν έβγαινεν από το παλάτι μου.

Τι να τα κάμουν αυτά τα χρήματα; διενοείτο εκάτερος· τι ν' αγοράσουν; τι να επιχειρήσουν; Πώς να τα καταστήσουν κερδοφόρα; Και έπειτα . . . να τα κρατούν εις τον πενιχρόν αυτών οίκον, . . . τόσα χρήματα; Ό,τι ήτο να γείνη, έπρεπε να γείνη γρήγορα . . . και να γείνη μάλιστα και με τρόπον, ώςτε να μη φανή . . . να μην εννοήσουν οι συγγενείς τωνπτωχοί επίσης ημερόβιοιότι επλούτησαν.

Εκείνη γνώμην είχε ν' αγοράσουν χωράφια καλά και να φυτεύσουν αμπέλια· ο Δημήτρης έλεγε καλλίτερα ν' ανοίξη οινοπωλείον, ή καφενείον, ή άλλο τι έργον να επιχειρήση, ήσυχον όμως, καθιστικόν, . . . διότι είχε βαρυνθή πλέον την αξίνην, . . . είχε γηράσει . . . ήθελεν ολίγην ανάπαυσιν. — Καπελειό ν' ανοίξης; βέβαια! εφώνησεν οξύ η κυρά Δημήτραινα· για να τώχης μπόλικο και χάρισμα!

Ή της μεν οικίας η χρήσις τυχαίνει να είναι πολλή και αναγκαία και μεγάλως ενδιαφέρει εις τον βίον του ανθρώπου να κατοική εις τοιαύτην οικίαν μάλλον παρά εις μικρόν και ποταπόν οικίδιον, της δε σοφίας η χρήσις είναι λόγου αξία και ολίγον ενδιαφέρει να είναι κανείς ή σοφός ή αμαθής περί των μεγίστων ; ή ταύτην μεν να καταφρονούν οι άνθρωποι και να μη είναι ταύτης αγορασταί, της δε κυπαρίσσου ήτις είναι εις την οικίαν και των Πεντελικών λίθων πολλοί να έχουν ανάγκην και να θέλουν να αγοράσουν ; Αν λοιπόν ήθελε είναι κανείς σοφός κυβερνήτης και ιατρός σοφός κατά την τέχνην ή κατά τινα άλλην των τοιούτου είδους τεχνών και ηδύνατο όσον το δυνατόν καλά να μεταχειρίζεται ταύτην, ούτος δεν θα ήτο ευϋποληπτότερος από κανέν των μεγίστων κτημάτων• εκείνος δε όστις ημπορεί να σκέπτεται καλά και αυτός περί του εαυτού του και περί άλλου, πώς θα ευρίσκετο εις αρίστην κατάστασιν, τάχα δεν θα ηδύνατο να διαθέτη την σοφίαν του, αν ήθελε τούτο να πράττη ;

Και βλέποντας ότι οι συνηθισμένοι πραγματευταί δεν έρχονται να αγοράσουν, αποφάσισα να ταξειδεύσω διά να πουλήσω τα μετάξια μου.

Την δε εικοστήν ας γίνεται αγορά των ζώων όσα έχει ανάγκην έκαστος να πωλήση ή να αγοράση ο ίδιος, και όσα σκεύη ή πράγματα οι μεν γεωργοί θα τα πωλήσουν, λόγου χάριν δέρματα ή οποιαδήποτε ενδύματα, ή πλέγματα, ή συμπιλήματα, ή άλλα παρόμοια, οι δε ξένοι να τα αγοράσουν από άλλους που έχουν.

Ο δε νόμος είναι, την πρώτην εκάστου μηνός όποιον μέρος είναι προωρισμένον να πωληθή εις τους ξένους να το εξάγουν όσοι αντιπρόσωποι υπάρχουν διά τους πολίτας ξένοι ή δούλοι, και πρώτον το δωδεκατημόριον του σίτου. Οι δε ξένοι δι' όλον τον μήνα θα αγοράσουν τον σίτον και όσα πωλούνται εις την αγοράν του σίτου την πρώτην του μηνός.