United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι άλλοι πέντε βασιλιάδες ακούσανε αυτά τα λόγια μ' ευγενική συμπάθεια: Ο καθένας απ' αυτούς έδωκε είκοσι τσεκίνια στο βασιλιά Θεόδωρο, για ν' αγοράση ρούχα και πουκάμισα· ο Αγαθούλης του χάρισε ένα διαμάντι, πόκανε δυο χιλιάδες τσεκίνια.

Οι τον κυβευτικόν δ' εκείνον όμιλον συγκροτούντες, κατηφείς συγχρόνως και αγρίας έχοντες τας όψεις, αντήλλασσον μεγαλοφώνως φράσεις πρωτακούστους εις εμέ και ακαταλήπτους, και ηγωνίζοντο τις πρώτος να πωλήση, ως ημιλλώντο άλλοτε τις ν' αγοράση περισσότερον του άλλου.

ΕΡΜ. Αυτός ο Σκεπτικός. Έλα συ, Πυρρία , πλησίασε και κάνε γλίγορα να τελειώνωμεν. Οι περισσότεροι επωλήθησαν και δεν έχομεν καιρόν να χάνωμεν. Ποιος θέλει ν' αγοράση αυτόν εδώ; ΑΓΟΡ. Εγώ• αλλά πες μου πρώτον τι ξέρεις εσύ; ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ. Ουδέν. ΑΓΟΡ. Πώς είπες; ΦΙΛ. Διότι δεν πιστεύω ότι υπάρχει τίποτε απολύτως. ΑΓΟΡ. Ώστε ούτε ημείς υπάρχομεν; ΦΙΛ. Ούτε αυτό το γνωρίζω. ΑΓΟΡ. Ούτε ότι συ υπάρχεις;

Διότι, αφ' ου αγοράση κανείς τρόφιμα από κανένα παντοπώλην ή έμπορον, ημπορεί να τα μετακομίση μέσα εις δοχεία, και, προτού τα φάγη ή τα πίη και ούτω τα δεχθή μέσα εις το σώμα του, ημπορεί να προσκαλέση και τον ειδήμονα να τον συμβουλευθή ποίον δύναται να φάγη ή να πίη και πόσον από αυτό και πότε· ώστε εις την αγοράν τούτων δεν υπάρχει μεγάλος κίνδυνος.

Εάν οι μνηστευόμενοι δεν συνεφώνουν, ο νόμος διέταττε να επιστρέφεται το αργύριον. Ήτο δε επιτετραμμένον και από άλλην κώμην να έλθη όστις ήθελε και ν' αγοράση.

ΠΑΜΦ. Είσαι τρελλή ή μεθυσμένη ακόμη, Μύρτιον, μολονότι χθες δεν ήπιαμε πολύ. ΜΥΡΤ. Αυτή η Δωρίς μου το είπε και με κατελύπησε. Την έστειλα να μου αγοράση προβατόμαλλα για την κοιλιά μου και να ευχηθή για μένα εις την Λοχείαν Αρτέμιδα και στο δρόμο συνήντησεν, ως λέγει, την Λεσβίαν. . . . . αλλά πες του τα εσύ, Δωρί, η ίδια, εκτός αν τα είπες ψέματα.

Του κάκου, εψιθύρισε κανείς δεν με παίρνει! Και επέστρεψε πικραμένος εις τον οικίσκον του. Το εσπέρας εξήλθε ν' αγοράση έλαιον διά την κανδήλαν του εικονισματίου του. Επειδή παρ' όλων είχεν εγκαταλειφθή, απεφάσισε και αυτός να ζήση ως ασκητής μόνος, μετά της θρησκείας του.

Έλα, και σώγεινε το χατήρι να μην το γκρεμίσουμε, μάνα, έλα. Κ' η γρηά δόξαζε τον «Μεγαλοδύναμο» οπέβλεπεν ότ' η κούφια και καταστρεφτικιά φλόγα των παιδιών της εσβύνονταν κ' εκατακάθονταν όσο πέρναε ο καιρός. Πού να τώξερεν η μαύρη πως ο γιός της ολημερής παράδερνε 'ςτους δρόμους των Αρχοντικών, για να βρη σπίτι της αρεσιάς του, να τ' αγοράση!

Το βέβαιον όμως είνε ότι πλούσιος ιδιοκτήτης, επιθυμών ν' αποκτήση το έρημον εκείνο μέγαρον, διότι πράγματι ήτο επί της ωραιοτέρας τοποθεσίας, αλλά, πλεονέκτης εις άκρον, ίνα το αγοράση «για ένα κομμάτι ψωμί», διέδωκεν επιτηδείως τα περί των φαντασμάτων εις τον μικρότερον υιόν του, όστις εκοινολόγησεν, έπειτα, τας τρομεράς διηγήσεις προς άλλους παίδας, εις το σχολείον, και ούτως όλοι οι παίδες του χωρίου είχον ίδη πλέον «τα στοιχειά» του ερήμου εκείνου οίκου.

Ύστερις από δυο τρία χρόνια, σα να γλυκάθηκαν, κατέβηκαν πάλε ναλλάξουν αέρα στο Θράκη οι Βούλγαροι, καθώς οι Γότθοι κάμνανε στα παλιά τα χρόνια. Δεκαπέντε όμως χρόνια αργότερα , τους βρίσκουμε όχι πια στη Θράκη μονάχα, μα και στη Μακεδονία και στην Ηπειροθεσσαλία. Χίλιες λίτρες χρυσές τους έστειλε τότες ο Αναστάσιος για ν' αγοράση τους σκλάβους του και πάλι δεν έσωναν.