United States or Antigua and Barbuda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα κάρρα επί των οποίων κάθονται είνε καταστόλιστα από πρασίνους κλάδους, αποτελούντας άλση κινούμενα, από τα οποία προκύπτουν κεφαλαί ευειδείς ή δυσειδείς, κεφαλαί νυμφών ή σιληνών, και φεύγουν ήχοι αυλών και τυμπάνων κρότοι μετά του θριαμβευτικού της τροχηλασίας θορύβου.

Και σε παρακαλώ να το ενθυμήσαι αυτό, Φίλων, διότι θα μας χρησιμεύση εις την διήγησιν. ΦΙΛ. θα το ενθυμούμαι. ΛΥΚ. Είπε λοιπόν ο Ίων• Αρχίζω πρώτος, αν θέλετε. Και αφού εσκέφθη επ' ολίγον εξηκολούθησεν• Έπρεπεν ίσως, ενώπιον σοφών ως οι παρόντες να ομιλήσω περί ιδεών, αΰλων και αθανασίας της ψυχής• αλλά διά ν' αποφύγω τας αντιλογίας εκείνων οίτινες έχουν αντιθέτους ιδέας, θα ομιλήσω περί γάμου.

Πώς λοιπόν να μη είνε κάτι τι παναρμόνιον η όρχησις, η οποία οξύνει την ψυχήν και εξασκεί το σώμα, τέρπει τους βλέποντας και διδάσκει πολλά εκ των παλαιών συμβάντων διά των αυλών και των κυμβάλων και της ευρυθμίας των μελών, διά της γοητείας των οφθαλμών και της ακοής;

Κύτταξε να της βρης κανένα άγγελο με κρέας και κόκκαλα. Ο έρωτας των άυλων φέρνει υστερισμούς. ΦΛΕΡΗΣΑυτό έλειψε. Να φροντίζουμε από τώρα για γαμπρό! Σαν έρθη η ώρα της θα φροντίσω. Δεν είναι καιρός ακόμα. Σιωπή! Θαρρώ πως έρχεται.... Οι παραπάνω, ΝΙΚΟΣ ΜΙΣΤΡΑΣ Καλησπέρα, θείε μου. Σας γυρεύω μια ώρα. Α! καλησπέρα σας, κύριε Φλέρη. ΜΙΣΤΡΑΣΕδώ είμαι, μάτια μου. Τα λέω με το φίλο μου...

Μόνον ο Μήτρος έχει αυτήν την χάριν. — Αυτός θα νάνε, επανέλαβεν επιμένουσα εις τον στοχασμόν της. Και η λυγερή ήθελε να πορευθή προς τα εκεί. Ησθάνετο την ανάγκην να ίδη αν ήτο τω όντι ο Μήτρος ο αυλών. Τούτο δε όχι διά τίποτε άλλο παρά διά να βεβαιωθή και μόνον! Κ' επανελάμβανε την σκέψιν της αυτήν, ωσεί συναισθανομένη ενοχήν και θέλουσα να δικαιολογηθή προς τον εαυτόν της.

Αλλά και βοή πολύφωνος ηκούετο, όχι όμως θορυβώδης, αλλ' όπως εις τα συμπόσια, όπου εις τους ήχους των αυλών και της κιθάρας αναμιγνύονται οι έπαινοι και τα χειροκροτήματα των συμποτών. Με τοιαύτας ευχαρίστους εντυπώσεις εφθάσαμεν• αφού δ' ερρίψαμεν άγκυραν εξήλθαμεν, αφήσαντες εις το πλοίον τον Σκίνθαρον και δύο εκ των συντρόφων.

Ο δε Αγιώτατος Ιωάννης Η’, και υποθέσεις και υπηκόους και βούλλας και αφορισμούς και άλλα παπικά αθύρματα βαρυνθείς, είχεν αποσυρθή εις Οστίαν, ήτις ήτο η Κέρκυρα των τότε παπών, κακεί εν μέσω φαιδρού ομίλου αγενείων ιερέων διήγεν αφρόντιδας ημέρας, βαυκαλώμενος υπό των γλαυκών κυμάτων της Μεσογείου και της μελωδίας των αυλών, βαρβίτων, τριχόρδων και ευνούχων, οίτινες ηκολούθουν την αυτού Αγιότητα πανταχού.

Σαν ήρθε η ώρα των αυλών και του πιοτού, ο γέρος είπε να πάρουν τα μικρά, τα πειό τρανά να φέρουν απ' τα ποτήρια του κρασιού, πειο γρήγορα να φθάσουν στου μεθυσιού την ηδονή• έφεραν τότε πλήθος από φιάλες αργυρές κι' από χρυσές• κ' εκείνος παίρνοντας την πειο όμορφη, τάχα πως χάρι κάνει στο νέο τον αφέντη του, γεμάτη του τη δίνει, βάζοντας μέσα στο κρασί και δυνατό φαρμάκι, που, καθώς λένε, του 'δωκε να ρίξη η κυρά του, που το παιδί ν' αφανισθή από το φως της μέρας.

«Μίμοι, κατ' εικόνα του Υψίστου, πετώσι, ψιθυρίζοντες και μορμυρίζοντες ταπεινοφώνως, περί την μίαν και την άλλην πλευράν, νευρόσπαστα άθλια, αγόμενα υπό την ισχυράν θέλησιν των αΰλων όντων, άτινα περιφέρουσι την σκηνήν από του ενός εις το άλλο μέρος, τινάσσοντα από των πτερύγων των την αόρατον Δυστυχίαν».