United States or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Τότε εις τάστρα ζήτησε μικράν παρηγορίαν. ΦΑΣΟΥΛΗΣ Πολλάκις προσητένισα των άστρων την σωρείαν, λακτίζων δε τους σκώληκας, τους νάνους και γελοίους, είδα τον Κρόνον, Μεφιστό, με τέσσαρας ηλίους, με πράσινον, με κόκκινον, λευκόν και κυανούν, κι' ησθάνθην κλονιζόμενον τον ισχυρόν μου νουν.

Εστάθη τότε, επέζευσε, αφήκε τον ίππον του κ' επροχώρησε προς το μέρος οπόθεν ήρχετο η φωνή, πάντοτε μετά προφυλάξεως, διότι δεν ελησμόνει ούτος ότι τα εξωτικά πολλάκις διά τοιούτων προσποιήσεων φέρουν πλησίον των τους διαβάτας. Εύρε δ' εκεί τον Δημήτρην κατακείμενον εν μέσω της λόχμης, κατακόκκινον, με ημικλείστους οφθαλμούς. — Πατριώτη, ρε πατριώτη! είπε, λακτίζων αυτόν ελαφρώς.

Ο Τερερές όμως, προλαβών, εισήλθεν εις την οικίαν του και έκλεισε την θύραν, ήτις εδέχθη το φοβερόν κτύπημα το οποίον του κατέφερεν ο Μανώλης. — Είντα 'μανταλώθηκες, μωρέ σπασμένε, φοβιτσάρη; του εφώναζεν ούτος λακτίζων μανιωδώς την θύραν. Θαρρείς πως δεν μπορώ να τη σπάσω την πόρτα; — Θα πας στο διάολο, μωρέ Πατούχα, γή να σε πέψω;

Αλλά μετ' ολίγον μία αναφώνησις τους έκαμεν όλους να στραφούν και να ίδουν εις απόστασιν τον Μανώλην καταδιώκοντα ημίονον, όστις έφευγεν εγείρων νέφη κονιορτού και λακτίζων.