United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο μπάρμπα Κατούνας ο οινοπώλης δεν ήτο δύσκολος άνθρωπος, και εδέχετο πάσης τάξεως πελάτας εις το καπηλείον του, ήρκει να ήσαν οινοπόται. Κατά την παρούσαν στιγμήν δύο μόνον θαμώνες υπήρχον εν τω παραπήγματι και έπινον καθήμενοι παρά τράπεζαν.

Ο Μάχτος εκάθισεν επί σκίμποδος εγγύς της θύρας, και έβλεπε μελαγχολικώς το πέλαγος. Παρήγγειλεν εις τον κάπηλον να τω φέρη ποτήριον οίνου και ύδατος. Ο Κατούνας τον αναγνώρισεν, αλλ' ουδέν είπεν αυτώ. Δύο ή τρεις θαμώνες ευρίσκοντο εν τω καπηλείω. Είς τούτων ήτο ο Σκούντας. Ο Μάχτος αν και εγνώριζεν αυτόν, δεν είχεν αφορμήν ίνα συλλάβη κακήν ιδέαν. Εν τούτοις ο Σκούντας εθεώρει αυτόν λοξώς.

Και ήρχισεν ο Κ. Πλατέας απαριθμών εις τα δάκτυλά του τους περιπατητικούς φιλοσόφους, ως τους απεκάλουν οι θαμώνες της πλατείας, όσους συνήντησε, γέροντας όλους ή μεσοκόπους, εκτός ενός νεανίου ρέποντος εις τον ρωμαντισμόν και έχοντος αξιώσεις ποιητού. — Κυρίας δε διόλου; ηρώτησε και πάλιν ο Λιάκος. — Και βέβαια!

Δύο ή τρεις άλλοι θαμώνες έκλινον την κεφαλήν εις τα τραπέζια κ' ενύσταζον· ο κάπηλος, όρθιος παρά το κυλικείον, αφήκε μέγαν ρογχασμόν. Ο Νικολός το Πιτς κι' ο Αντώνης της Γαλοντζίτσας εξήλθον ν' αγναντέψουν το μαύρον πέλαγος, από της Αναγκιάς το Κανόνι. Τούτους ηκολούθησε μετ' ολίγον διά να ξενυστάξη κι' ο ίδιος ο καφετζής.