United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πλην δεν είχεν εισέτι ανακαλύψει το μέσον, διά του οποίου θα απεμάκρυνε τον Καπετάνιον, χωρίς να κινδυνεύση να χάση την τόσον καλήν προστασίαν του. Υπόνοιαν είχε συλλάβει ότι ο Καπετάνιος, άνθρωπος ιδιόρρυθυμος, ησθάνετο μεγάλην ψυχικήν ανακούφισιν να διανυκτερεύη εν τω Βυζαντινώ υπογείω των, ιδίως την νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου.

Νέε θνητέ, τω είπε, βλέπεις ότι σε θεωρώ μετ' οίκτου; Οφείλω να σοι είπω την αλήθειαν. Χείλη Νύμφης δεν πρέπει να ψεύδωνται. Παραφροσύνη είνε ο έρως, ον έχεις συλλάβει δι' εμέ. Η φύσις των θνητών ανθρώπων ομοιάζει με το ξύλινον εκείνον κέλυφος, όπερ οι αδελφοί μου Βορέας και Αργέστης συνέτριψαν προ μικρού επί τινος βράχου, εξ ης καταστροφής εγώ συνήνεσα εξ οίκτου προσκαίρως να σωθής.

Ο Οτάνης, μάρτυς της καταστροφής ταύτης, ενθυμήθη τας διαταγάς τας οποίας τω έδωκεν ο Δαρείος αποστέλλων αυτόν, να μη φονεύση κανένα, να μη δουλώση κανένα και να αποδώση την νήσον εις τον Συλοσώντα αβλαβή· τας ενθυμήθη και συγχρόνως τας ελησμόνησε· διέταξε λοιπόν τον στρατόν να φονεύση πάντα ον ήθελε συλλάβει, άνδρα ή παιδίον.

Την δε επομένην ημέραν οι μεν τετρακόσιοι, αν και ανησυχούντες, συνηθροίσθησαν εις το βουλευτήριον· οι δε εις τον Πειραιά στρατιώται αφήσαντες τον Αλεξικλέα, τον οποίον είχαν συλλάβει, και κατεδαφίσαντες το τείχισμα ήλθαν εις το παρά την Μουνιχίαν θέατρον του Διονύσου, απέθεσαν τα όπλα και συνεκρότησαν συνέλευσιν.

Την νύκτα ταύτην ήλθον οι απελεύθεροι του Καίσαρος να εκλέξωσι μερικάς χριστιανάς παρθένους· εζήτησαν και την μνηστήν σου, αλλ' ο Κύριος της έστειλε πυρετόν, εκ του οποίου αποθνήσκουν οι δεσμώται της ειρκτής, και δεν την έλαβον. Η ασθένειά της την έσωσεν από την ατιμίαν. Είχον συλλάβει και τον Λίνον, αλλά βλέποντες ότι εψυχορράγει τον αφήκαν. Ίσως και εκείνην να σου την αποδώσουν τώρα.

Τότε αι ελπίδες ας είχε συλλάβει, οι φόβοι ους είχεν υποστή, αι εικόνες της φρίκης, τα ινδάλματα της ευτυχίας, εσωματώθησαν, έλαβον μορφήν και όψιν και παρήλασαν εν σχήματι ονείρων προ των οφθαλμών αυτού. Η πρώτη διαβάσα μορφή ήτο περικαλλής. Ήτο το πρόσωπον της Αϊμάς, λάμπον ως αστήρ, και το σώμα αυτής ευωδιάζον ως κρίνον. Τοιαύτην την έβλεπεν ο Μάχτος εις τους ονείρους του.