United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έλεγεν ο πάτερ-Γαλακτίων, περί την εσπέραν, εξελθών εις την άμμον του Μετοχίου της Μονής του και καταφιλών ως αγίαν εικόνα την μπουκαπόρτα την ξυλίνην της «Γαλανομμάτας» εφ' ης καθήμενος ο ναυαγός επεβιβάσθη εις την άμμον εκείνην, ολίγω μακράν της οποίας συνέβη το ναυάγιον της «Γαλανομμάτας». Ο ποιμήν της Μονής, ένας άλλος γηραλέος μοναχός, κίτρινος, σκυθρωπός πάντοτε, με αραιόν τμήμα πώγωνος, ομοιάζοντος προς πώγωνα τράγου, ιδών από του κελλίου του το ναυάγιον, έσπευσε προς την άμμον, φέρων μεθ' εαυτού και όσα ηδύνατο σκεπάσματα και ιμάτια και χιτώνας, διά τους ναυαγούς· και αφού εκουκούλωσε προς στιγμήν τον Πάτερ-Γαλακτίωνα, με μίαν χονδρήν κάπαν, εως ου συνέλθη, εμάνθανε παρ' αυτού συγκεκομμένας τινάς ειδήσεις περί του δυστυχήματος.

Συνήθως τον ωνόμαζον «σαλιάρα», ή «μπουκαπόρτα», ή «μάπα κεφάλι». Αλλά τώρα, όταν τον έβλεπαν και τον εζήλευαν, θα ηδύναντο να είπωσι προς αλλήλους: «Ούτος ην, ον έσχομέν ποτε εις γέλωτα και εις παραβολήν

Του οποίου, ο καϋμένος ο κυρ Μέντιος εβάσταξε κάμποσο, ως εδωδά απόξω, μια τουφεκιά δρόμο, του οποίου έβλεπα, του οποίου, τα μάτια μεγάλα-μεγάλα σαν γαλιός, του οποίου σαν αφάληνα ο καϋμένος ο κυρ-Μέντιος. Μα ο κατακαϋμένος ο καπετάνιος χάθηκε από μπροστά μου σαν αστραπή. Εγώ ήμουνα απάνωτη μπουκαπόρτα. Η «Γαλανομμάτα» 'ς τον αφρό ακόμα, σαν να χόρευε.