United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χάρις εις τους ποιητάς, τους συγγραφείς και τους καλλιτέχνας πάσα από κτίσεως της σφαίρας μας εποχή και εκάστη επ’ αυτής χώρα είναι μάλλον ή ήττον εις πάντας γνωστή. Έκαστος αιών και πας λαός κατέλιπον ημίν μνημείον εικονίζον τους τότε ανθρώπους, οι Εβραίοι την Γραφήν, οι Αιγύπτιοι τας πυραμίδας και οι Έλληνες την Ιλιάδα. Από της Εύας, ης τους έρωτας έψαλλεν ο Μωυσής και ο Μίλτων μέχρι της Κυμοδοκείας, ης τον μαρτυρικόν στέφανον έπλεξεν ο Σατωβριάνδος η άλυσις είναι σχεδόν αδιάκοπος. Εις ποίαν εποχήν δύναται να ανατρέξη ή εις ποίαν παραλίαν να προσοχθήση ο οδοιπόρος χωρίς ν’ απαντήση πρόσωπα γνωστά και μειδιώντα, φίλους τείνοντας εις αυτόν την χείρα; Ραχήλ προσφέρουσαν ύδωρ εις τα διψώντα χείλη του ή Ναυσικάν οδηγούσαν αυτόν υπό φιλόξενον στέγην; Αλλά καταβαίνοντες του Πηγάσου μας, πριν χάση τα πέταλά του, παρατηρούμεν ότι πας τις γνωρίζει τας γενειάδας των Πατριαρχών, τους τρίβωνας των Ελλήνων φιλοσόφων, τας φάλαγγας των Μακεδόνων, τας ξανθάς φενάκας των εταιρών της Ρώμης, τα ποικιλόστικτα δέρματα των αρκτώων βαρβάρων, τα κομβοσχοίνια των χριστιανών μαρτύρων και όσα άλλα περιέγραψαν οι ποιηταί και συγγραφείς, ους παρεδόθη εν τω σχολείω ή ανέγνωσεν εν μεταφράσει. Πολύ δε γνωστότεροι είναι οι κατά την δευτέραν περίοδον του μεσαιώνος αναφανέντες σιδηρόφρακτοι ήρωες και λευχείμονες ηρωίδες, οι Αμαδείς, οι Τριστάνοι, οι Λεοντοκάρδιοι, οι Τεμπλάριοι, οι Αβενσεράγοι, αι Υολάνδαι, αι Ερμινίαι και αι Αρμίδαι, ων τα σύμβολα, τας πανοπλίας, τους έρωτας και τα κατορθώματα πας τις γνωρίζει εκ των βιβλίων του Ουαλτερσκότου, των στίχων του Βίκτωρος Ούγου, των συλλογών των μουσείων και των μελοδραμάτων του Ροσίνου και Μαγερβήρου. Αλλ’ από του έκτου μέχρι του ενδεκάτου αιώνος, από του τελευταίου Ρωμαίου αυτοκράτορος μέχρι του πρώτου ιππότου, τίνες οι επί του πλανήτου μας κατοικούντες; τι έπραττον, τι έτρωγον, τι επίστευον και τι εφόρουν; εις την ερώτησιν ταύτην δύναται ν’ αποκριθή μόνος ο εξ επαγγέλματος ιστορικός, ο αναλαβών τον άχαριν κόπον να φυλλομετρήση τας απεράντους συλλογάς των μεσαιωνικών Χρονογράφων, τα ευρωτιώντα Συναξάρια, τας εις μέγα φύλλον δυσπέπτους μωρολογίας των καλογήρων, τα συγγράμματα του Κασσιοδώρου, Καισαρίου, Αλκουίνου, Αγ. Αγοβάρδου, Ραβάνου του Μαύρου και μυρία άλλα βιβλία εις μόνους τους σοφούς και τους σκώληκας γνωστά, άτινα ονομάζει ο Μουρατόρης Sterili steppe della letterattura del medio evo ήτοι α γ ό ν ο υ ς ε ρ ή μ ο υ ς τ η ς μ ε σ ο χ ρ ο ν ί ο υ φ ι λ ο λ ο γ ί α ς. Εις τας ερήμους ταυτάς έτυχε να πλανηθώ ακολουθών τα ίχνη της Ιωάννας. Καθώς δε ο περιηγητής ο επισκεπτόμενος απέχοντας και αβάτους τόπους φιλεί να λαμβάνη εξ εκάστου μνημείον τι των περιπλανήσεών του, φύλλον εκ του δένδρου του σκιάζοντος την βρύσιν της ερήμου, όστρακον εκ παραλίας αγνώστου εις τους ναυσιπόρους ή άνθος θάλλον επί απατήτου κορυφής, ούτω καγώ εξ εκάστου των εις αιωνίαν λήθην καταδικασθέντων εκείνων τόμων απέσπων ως ενθύμημα χωρίον τι περιγράφον έθιμα παρωχημένα, αλλοκότους δοξασίας, δημώδεις προλήψεις, λείψανα της ειδωλολατρίας και είτι άλλο ανεύρισκον διαφυγόν την προσοχήν των νεωτέρων ιστορικών, οίτινες εις γενικάς Θεωρίας καταγινόμενοι και εις ουδέν άλλο ως επί το πολύ αποβλέποντες, ειμή πώς να δικαιολογήσωσι διά της ιστορίας τους σκοπούς και τας τάσεις του κόμματος εις ο ανήκουσι, διά τοιαύτας λεπτομερείας ούτε καιρόν έχουσιν ούτε τόπον. Εκ των παρ’ αυτάς τας βορβορώδεις του μεσαιώνος πηγάς συλλεγέντων τούτων λιθαριών συνήρμοσα ή μάλλον επειράθην να συναρμόσω μωσαϊκόν, παριστών εικόνα οπωσούν πιστήν της ζοφώδους εκείνης εποχής, περί ης, καθόσον γνωρίζω, ουδέν ουδαμού εξεπονήθη ακόμη βιβλίον τοις πάσι προσιτόν και εν ταυτώ ευσυνειδήτως γεγραμμένον, καθιστών αυτήν πασίγνωστον και φαεινήν ως αι Τ ύ χ α ι τ ο υ Τ η λ ε μ ά χο υ την ηρωϊκήν Ελλάδα, οι Μ ά ρ τ υ ρ ε ς την καταρρέουσαν Ρώμην και ο Ι β α ν ό η ς την ιπποτικήν Αγγλίαν. Αμέσως δε συναισθανθείς πόσον αι δυνάμεις μου ήσαν προς τοιούτον έργον ανεπαρκείς και πόσον ηλαττούμην των τα τοιαύτα επιχειρησάντων, εφιλοτιμήθην να μη ελαττωθώ αυτών τουλάχιστον κατά την ιστορικήν ακρίβειαν. Εκάστη εν τη

Σκεφθήτε ότι άνευ αλλήλων η νεότης και το γήρας ουδέν δύνανται, και ότι η απερισκεψία, η μεσότης και η άκρα σύνεσις, εάν συναναμιχθούν, αποτελούν την ισχύν· πεισθήτε ότι, εάν η πόλις ησυχάζη, θα κατατριβή αφ' εαυτής καθώς και οιονδήποτε άλλο πράγμα, και η γνώσις παντός επαγγέλματος θα φθαρή υπό του γήρατος, ενώ, εάν διηνεκώς αγωνίζεται, θα αποκτηση την χρειαστήν εμπειρίαν και θα συνηθίση όχι τόσον εις την διά του λόγου άμυναν, όσον εις την διά του έργου.

Μαρτυρεί το φιλύποπτον του Μάκβεθ η αποστολή και τρίτου προς επιτήρησιν των δύο δολοφόνων, εις τους οποίους ανέθεσεν ανέκαθεν την εντολήν του να θανατώσωσι τον Βάγκον. Οι δύο εκείνοι, ως διαφαίνεται εκ της μετά του Μάκβεθ συνομιλίας των, δεν είναι εξ επαγγέλματος δολοφόνοι, αλλά πολεμισταί έχοντες λόγους δυσαρεσκείας κατά του Βάγκου.

16. «Οι γελωτοποιοί, τους οποίους συνήθως εισάγει επί της σκηνής ο Σαικσπείρος, είναι βεβαίως πιστά απεικονίσματα των εξ επαγγέλματος συγχρόνων αυτού γελωτοποιών, οίτινες ήσαν αναντιρρήτως άνδρες πλήρεις ζωηρότητος και ευφυίας.

Εκείνος παρεξενεύθη· τόσον είναι ακόμη νέος και απλούς· και εγώ το παρετήρησα και του είπα: — Και πως; δεν γνωρίζεις τάχα, Κλεινία, ότι την μεγαλυτέραν από κάθε άλλον επιτυχίαν εις την αύλησιν την έχουν οι εξ επαγγέλματος αυληταί; — Το γνωρίζω. — Το ίδιον δε και οι γραματισταί εις την γραφήν και την ανάγνωσιν των γραμμάτων; — Βεβαιότατα. — Τι δε; ως προς τους κινδύνους της θαλάσσης μήπως νομίζεις πως υπάρχουν άλλοι τινές που να τους διαφεύγουν επιτυχέστερον από τους σοφούς κυβερνήτας; — Όχι βέβαια.

Ο Ευστράτιος Ροΐδης δεν ήτο εξ επαγγέλματος άνθρωπος των γραμμάτων, ουδ' έγραψε προς δημοσίευσιν , αλλ' ευμοιρήσας παιδείας και φυσικόν έχων το δώρον του αφηγείσθαι συνέγραψε έργον όπερ είναι πολυτιμότατον, ουχί μόνον διά την ιστορίαν των Ροΐδηδων αλλά και διά την ιστορίαν της Χίου καθ' όλου.

Ποτέ δεν είχεν εξημμένην φαντασίαν ούτε το πνευματικόν εκείνο πυρ που παρατηρείται σε μερικούς νέους· αλλ' εξ αυτού ακριβώς προείδα την κρίσιν του, προτέρημα το οποίον απαιτεί η εξάσκησις του επαγγέλματός μας.

Αυτάς τας επιστήμας δεν ηδυνήθης ίσως να μάθης ένεκα της δυσκολίας των• αλλά μήπως γνωρίζεις καμμίαν από τας λαϊκάς τέχνας, την κτιστικήν λόγου χάριν ή την υποδηματοποιίαν; Διότι δεν είσαι τόσον εύπορος ώστε ουδέ τοιούτου τινός επαγγέλματος να μη έχης ανάγκην. ΠΑΡ. Καλά λέγεις, Τυχιάδη, αλλ' ουδ' από αυτάς τας τέχνας γνωρίζω καμμίαν. ΤΥΧ. Ποίαν λοιπόν άλλην τέχνην γνωρίζεις;